Την απόφασή του να αποστρατευθεί έπειτα από 70 χρόνια συμμετοχής στα κοινά, αφού θεωρεί τον εαυτό του «νεκρό πολιτικά», ανακοίνωσε ο Μίκης Θεοδωράκης με δημόσια επιστολή του.
Στην επιστολή του, ο Μίκης Θεοδωράκης κάνει λόγο για «ολοκληρωτική αποστράτευση ως μαχόμενου πολίτη, έπειτα από αγώνες 70 χρόνων, μιας και οι απόψεις μου δεν έγιναν τελικά γνωστές στο λαό ούτε αποδεκτές από τις συγγενέστερες πολιτικές ηγεσίες».
Αφορμή της απόφασής του στάθηκε η συνάντηση που είχε πριν από δύο ημέρες στο Ηρώδειο κατά το διάλειμμα συναυλίας της Μαρίας Φαραντούρη, με τρεις αρχηγούς κομμάτων, τους κ.κ.Αλέξη Τσίπρα, Δημήτρη Κουτσούμπα και Φώτη Κουβέλη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης περιγράφει ως εξής τη συνάντηση:
«Βρεθήκαμε στο Ηρώδειο για τα 50 χρόνια της Μαρίας Φαραντούρη. Καθισμένοι πλάι-πλάι παλιοί σύντροφοι, όπως ο Κουτσούμπας, ο Κουβέλης, ο Τσίπρας και η αφεντιά μου. «Είμαστε εδώ τέσσερις γενιές αριστερών» τους είπα.
«Εμείς προσπαθήσαμε ξανά και ξανά να χτυπήσουμε την πόρτα της εξουσίας. Δεν τα καταφέραμε. Τώρα την χτυπά ο νεότερος…».
«Και;;;», ρώτησε κάποιος από το πηγαδάκι που είχε σχηματιστεί γύρω μας. «Άκου φίλε», του είπα, «μπορεί όλοι εσείς να σκέφτεστε (και με το δίκιο σας) ένα σωρό πράγματα για μας, όμως η Ελληνική Αριστερά είναι ένα ποτάμι. Το ίδιο. Βρεθήκαμε μπροστά σε βράχους. Χωριστήκαμε σε διχάλες. Εν πάση περιπτώσει. Τώρα την πόρτα χτυπά ο νεότερος…».
«Και τι να ψηφίσουμε;» μπήκε κάποιος στο ψητό. «Τσίπρα», του λέω, «τι άλλο;». Ο Κουτσούμπας χαμογέλασε αμήχανα. «Και ΚΚΕ βέβαια…». Κάποια κυρία με κοίταξε επιτιμητικά. «Το ΚΚΕ είναι ο βράχος μας» της είπα. Αυτή είναι η ολοκληρωμένη μου απάντηση. Δηλαδή και Τσίπρα και ΚΚΕ».
Σε αυτό το σημείο ο Μίκης Θεοδωράκης στην ίδια επιστολή εκφράζει την ενόχλησή του για τον τρόπο που αναπαράχθηκε το παραπάνω γεγονός από την εφημερίδα Αυγή. Αναφέρει συγκεκριμένα: «μιας και η “Αυγούλα” μου έκανε την τιμή να με αναφέρει αδράχνοντας την ευκαιρία, για να προβάλει ένα προεκλογικό σύνθημα, θα πρέπει νομίζω να μου δώσει την ευκαιρία να ξεδιπλώσω ολοκληρωμένα την σκέψη μου σχετικά με τις πολιτικές εξελίξεις και τον ρόλο της Αριστεράς».
Αμέσως μετά περιγράφει τις συναντήσεις που είχε προεκλογικά με τους κ.κ. Τσίπρα, Γλέζο και Δραγασάκη, ώστε να εξευρεθεί κοινός τόπος συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τη Σπίθα, που είχε ιδρύσει ήδη τότε.
«Στις συζητήσεις μας με τους Γλέζο, Τσίπρα, Δραγασάκη είχα την ευκαιρία να τους αναπτύξω τις απόψεις μου. Δεν εισακούσθηκα. Όπως και δεν κατόρθωσα με την Σπίθα να επικοινωνήσω ελεύθερα με τον Λαό, για να του αποδείξω ότι υπάρχει λύση εφικτή και αναίμακτη έξω από το Σύστημα. Και ότι αν τη χάσουμε, αυτό σημαίνει ότι στα 1821 δεν έγινε Επανάσταση. Στα 1843 δεν κερδήθηκε Σύνταγμα. Στα 1912 δεν έγιναν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, στα 1940 με το ΟΧΙ δεν έγινε Εθνική Αντίσταση και στα 1973 με το Πολυτεχνείο δεν έπεσε η Χούντα. Τόσο κοσμοϊστορική σημασία έδινα στη σημερινή συγκυρία. Πίστεψα με πάθος ότι είναι δυνατή επί τέλους η κατάκτηση της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας και γι’ αυτό τον λόγο η τωρινή μου απογοήτευση με οδήγησε στη δραματική μου απόφαση να θεωρώ τον εαυτό μου «νεκρό» πολιτικά».
Επίσης, στην επιστολή του ο Μίκης Θεοδωράκης καλεί τις δυνάμεις της Αριστεράς να συμπορευτούν, με αφορμή τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. «Αν δεν τους ενώνει η επίθεση, ας τους ενώσει η άμυνα!» λέει χαρακτηριστικά και καταλήγει σημειώνοντας:
«Ήδη χθες ήρθε η επιβεβαίωση της προειδοποίησής μου, είχαμε τον πρώτο νεκρό! Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος για τη χώρα. Όμως για μας τους αριστερούς (κάθε χώρου ή εκτός «χώρου») είναι άμεσος… Τώρα αρχίζω να σκέφτομαι ότι η τυχαία μας συνάντηση στο διάλειμμα της συναυλίας του Ηρωδείου μπορεί και να μην ήταν τυχαία! Και φυσικά δεν επιτρέπεται να περιοριστεί σε ένα σύνθημα… Γιατί τα όσα ειπώθηκαν μεταξύ μας για την επίθεση στο Πέραμα μπορεί και πρέπει να ξυπνήσουν μέσα μας τους εφιάλτες του παρελθόντος, οι υπεύθυνες ηγεσίες πρέπει να λάβουν έγκαιρα μέτρα σε απόλυτη προτεραιότητα, για να μην ξανασηκώσουν κεφάλι αυτοί που ευθύνονται για τις δύο μεγάλες τραγωδίες του τόπου μας, τον Εμφύλιο Πόλεμο και τη Δικτατορία…»