H Αυστραλία θα περιορίσει την έμφαση στις λεγόμενες ανανεώσιμες μορφές ενέργειας γιατί είναι δαπανηρές και επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

Αυτό προκύπτει από δηλώσεις του πρωθυπουργού, Τόνι Άμποτ, που είπε ότι η έμφαση στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας έχει εκτινάξει στα ύψη το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο πρωθυπουργός έκανε τη δήλωση αυτή μετά την ανακοίνωση της ηλεκτροπαραγωγικής εταιρίας Stanwell Corporation ότι διακόπτει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με υγραέριο, λόγω κόστους και επιστρέφει στο λιγνίτη.

Παράλληλα, η ίδια η εταιρία ζήτησε να περιοριστεί ο στόχος της αύξησης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με τις λεγόμενες ανανεώσιμες μορφές γιατί αυτές είναι «πολύ δαπανηρές και επηρεάζουν την αγορά».

Ο πρωθυπουργός, Τόνι Άμποτ, είπε ότι θα γίνει σχετική έρευνα και θα αναθεωρηθούν οι στόχοι των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας με στόχο να γίνει πιο φτηνή η ενέργεια.

«Στόχος μας είναι να γίνει η Αυστραλία μια χώρα με την φθηνότερη ενέργεια» είπε ο κ. Άμποτ.
Ο Αυστραλός πρωθυπουργός είπε ότι η Αυστραλία διαθέτει άφθονους πόρους ενέργειας, γαιάνθρακες και φυσικό αέριο (καθώς και πετρέλαιο) και δεν πρέπει να είναι τόσο ακριβό το ηλεκτρικό ρεύμα.

Πρόσθεσε, δε, ότι η κατάργηση του φόρου των ρύπων θα συμβάλει στην μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ήπιες μορφές ενέργειας ή νέες πηγές ενέργειας, ή πράσινη ενέργεια είναι μορφές εκμεταλλεύσιμης ενέργειας που προέρχονται από διάφορες φυσικές διαδικασίες, όπως ο άνεμος, η γεωθερμία, η κυκλοφορία του νερού και άλλες. Ο όρος «ήπιες» αναφέρεται σε δυο βασικά χαρακτηριστικά τους. Κατ’ αρχάς, για την εκμετάλλευσή τους δεν απαιτείται κάποια ενεργητική παρέμβαση, όπως εξόρυξη, άντληση ή καύση, όπως με τις μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενες πηγές ενέργειας, αλλά απλώς η εκμετάλλευση της ήδη υπάρχουσας ροής ενέργειας στη φύση. Δεύτερον, πρόκειται για «καθαρές» μορφές ενέργειας, πολύ «φιλικές» στο περιβάλλον, που δεν αποδεσμεύουν υδρογονάνθρακες, διοξείδιο του άνθρακα ή τοξικά και ραδιενεργά απόβλητα, όπως οι υπόλοιπες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται σε μεγάλη κλίμακα. Έτσι οι ΑΠΕ θεωρούνται από πολλούς μία αφετηρία για την επίλυση των οικολογικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Γη.

 Ως «ανανεώσιμες πηγές» θεωρούνται γενικά οι εναλλακτικές των παραδοσιακών πηγών ενέργειας (π.χ. του πετρελαίου ή του άνθρακα), όπως η ηλιακή και η αιολική.
Σε κάθε περίπτωση, οι ΑΠΕ έχουν μελετηθεί ως λύση στο πρόβλημα της αναμενόμενης εξάντλησης των (μη ανανεώσιμων) αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων. Τελευταία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και από πολλά μεμονωμένα κράτη, υιοθετούνται νέες πολιτικές για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που προάγουν τέτοιες εσωτερικές πολιτικές και για τα κράτη μέλη.

Οι ήπιες μορφές ενέργειας βασίζονται κατ’ ουσίαν στην ηλιακή ακτινοβολία, με εξαίρεση τη γεωθερμική ενέργεια, η οποία είναι ροή ενέργειας από το εσωτερικό του φλοιού της γης, και την ενέργεια απ’ τις παλίρροιες που εκμεταλλεύεται τη βαρύτητα. Οι βασιζόμενες στην ηλιακή ακτινοβολία ήπιες πηγές ενέργειας είναι ανανεώσιμες, μιας και δεν πρόκειται να εξαντληθούν όσο υπάρχει ο ήλιος, δηλαδή για μερικά ακόμα δισεκατομμύρια χρόνια.

Χρησιμοποιούνται είτε άμεσα (κυρίως για θέρμανση) είτε μετατρεπόμενες σε άλλες μορφές ενέργειας (κυρίως ηλεκτρισμό ή μηχανική ενέργεια). Υπολογίζεται ότι το τεχνικά εκμεταλλεύσιμο ενεργειακό δυναμικό απ’ τις ήπιες μορφές ενέργειας είναι πολλαπλάσιο της παγκόσμιας συνολικής κατανάλωσης ενέργειας. Η υψηλή όμως μέχρι πρόσφατα τιμή των νέων ενεργειακών εφαρμογών, τα τεχνικά προβλήματα εφαρμογής καθώς και πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες που έχουν να κάνουν με τη διατήρηση του παρόντος στάτους κβο στον ενεργειακό τομέα εμπόδισαν την εκμετάλλευση έστω και μέρους αυτού του δυναμικού.
 
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Είναι πολύ φιλικές προς το περιβάλλον, έχοντας ουσιαστικά μηδενικά κατάλοιπα και απόβλητα.
Δεν πρόκειται να εξαντληθούν ποτέ, σε αντίθεση με τα ορυκτά καύσιμα.
Μπορούν να βοηθήσουν την ενεργειακή αυτάρκεια μικρών και αναπτυσσόμενων χωρών, καθώς και να αποτελέσουν την εναλλακτική πρόταση σε σχέση με την οικονομία του πετρελαίου.

 Είναι ευέλικτες εφαρμογές που μπορούν να παράγουν ενέργεια ανάλογη με τις ανάγκες του επί τόπου πληθυσμού, καταργώντας την ανάγκη για τεράστιες μονάδες παραγωγής ενέργειας (καταρχήν για την ύπαιθρο) αλλά και για μεταφορά της ενέργειας σε μεγάλες αποστάσεις.
 Ο εξοπλισμός είναι απλός στην κατασκευή και τη συντήρηση και έχει πολύ μεγάλο χρόνο ζωής.

ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
 
Έχουν αρκετά μικρό συντελεστή απόδοσης, της τάξης του 30% ή και χαμηλότερο. Συνεπώς απαιτείται αρκετά μεγάλο αρχικό κόστος εφαρμογής σε μεγάλη επιφάνεια της γης. Γι’ αυτό το λόγο μέχρι τώρα χρησιμοποιούνται σαν συμπληρωματικές πηγές ενέργειας.
 Για τον παραπάνω λόγο προς το παρόν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των αναγκών μεγάλων αστικών κέντρων.

ΟΙ ΓΑΙΑΝΘΡΑΚΕΣ

 Οι γαιάνθρακες δημιουργούνται στο υπέδαφος από πλούσιο οργανικό υλικό. Τα είδη των γαιανθράκων είναι: ο λιγνίτης, ο γραφίτης, ο λιθάνθρακας και η τύρφη. Το κακό όμως με το γαιάνθρακα είναι ότι είναι δύσκολη η εξόρυξη του, είναι πολύ ακριβή η μεταφορά του, καθώς και ότι ρυπαίνει το περιβάλλον. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό.