Η μακροχρόνια χρήση μίας κατηγορίας αγχολυτικών και υπνωτικών φαρμάκων μπορεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης νόσου Αλτσχάιμερ, προειδοποιεί διεθνής ομάδα επιστημόνων.

Τα φάρμακα είναι οι βενζοδιαζεπίνες, που χρησιμοποιούνται ευρέως για τη θεραπεία της αϋπνίας, του εκνευρισμού και του άγχους -συμπτωμάτων που μπορεί να αποτελούν ενδείξεις επικείμενης νόσου Αλτσχάιμερ.

Όπως έδειξε η μελέτη, στην οποία συμμετείχαν σχεδόν 9.000 εθελοντές από τον Καναδά, οι περίπου 1.800 εκ των οποίων πάσχουν από νόσο Αλτσχάιμερ, η λήψη βενζοδιαζεπινών επί περισσότερο από 3 μήνες, σχετίζεται με αύξηση έως και 51% του κινδύνου εκδηλώσεως άνοιας.

Αντίστοιχα, ο κίνδυνος σχεδόν διπλασιάζεται με την λήψη βενζοδιαζεπινών επί περισσότερο από 6 μήνες.

Δεν είναι η πρώτη φορά που μία μελέτη υποδηλώνει ότι υπάρχει κάποια συσχέτιση ανάμεσα στην χρήση βενζοδιαζεπινών και τον κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Σοφί Μπιγιοτί, από το Πανεπιστήμιο Μπορντώ της Γαλλίας.

Στην πραγματικότητα, τα νέα ευρήματα ενισχύουν την θεωρία ότι η μακροχρόνια (πάνω από 3 μήνες) λήψη αυτών των φαρμάκων, ενδέχεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου για Αλτσχάιμερ.

Όπως γράφουν η δρ Μπιγιοτί και οι συνεργάτες της από Γαλλία και Καναδά στην «Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση» (BMJ), κατέληξαν στα συμπεράσματά τους συγκρίνοντας το ιστορικό 1.796 εθελοντών οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με νόσο Αλτσχάιμερ με εκείνο 7.184 υγιών συνομηλίκων τους. Όλοι οι εθελοντές είχαν ηλικία άνω των 66 ετών.

Όσοι από αυτούς είχαν πάρει χαμηλές δόσεις βενζοδιαζεπινών ή υψηλές δόσεις αλλά για μικρό χρονικό διάστημα ή σποραδικά, δεν παρουσίαζαν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, πέντε χρόνια μετά την έναρξη λήψης των φαρμάκων.

Αντιθέτως, όσοι έπαιρναν συχνά μακράς διάρκειας βενζοδιαζεπίνες ή έπαιρναν συστηματικά υψηλές δόσεις των φαρμάκων ή έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες επί αρκετούς μήνες, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο.

«Η χρήση βενζοδιαζεπινών σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως νόσου Αλτσχάιμερ και η αδικαιολόγητη, μακροχρόνια λήψη αυτών των φαρμάκων θα πρέπει να θεωρείται λόγος ανησυχίας για την δημόσια υγεία», σημειώνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.