Ο εκφοβισμός στο σχολείο ασκεί αρνητικές επιδράσεις στον οργανισμό των θυμάτων, οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν επί δεκαετίες και να βραχύνουν τη ζωή τους, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Όπως έδειξε, οι πιθανότητες να πάσχουν μεσήλικες εθελοντές από σχετίζομενη με το στρες χρόνια φλεγμονή ήταν εξαιρετικά αυξημένες όταν κατά την παιδική τους ηλικία είχαν πέσει θύματα σχολικού εκφοβισμού.
Η χρόνια φλεγμονή στην μέση ηλικία αποτελεί καλά γνωστό παράγοντα κινδύνου για στένωση των αρτηριών, η οποία με τη σειρά της είναι αιτία εμφραγμάτων και εγκεφαλικών.
Ειδικά στις γυναίκες με ιστορικό σχολικού εκφοβισμού διαπιστώθηκε ότι είχαν επίσης κατά 40% περισσότερες πιθανότητες να πάσχουν από κλινική παχυσαρκία μετά την ενηλικίωση.
Τα ευρήματα αυτά, που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «Psychological Medicine», προέρχονται από περισσότερους από 7.000 άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι γεννήθηκαν το 1958.
Όταν οι εθελοντές ήταν 7 και 11 ετών, οι γονείς τους είχαν συμπληρώσει ερωτηματολόγια για τις συνθήκες που επικρατούσαν στα σχολεία τους, ενώ όταν έγιναν 45 ετών υποβλήθηκαν σε αναλύσεις αίματος και ανθρωπομετρικές εξετάσεις για να αξιολογηθούν οι δείκτες φλεγμονής στον οργανισμό τους και η παχυσαρκία.
Οι ερευνητές έλαβαν υπ’ όψιν πλήθος παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα ευρήματά τους, μεταξύ των οποίων τον δείκτη νοημοσύνης (IQ) των εθελοντών τους, τον κοινωνικό τους περίγυρο και συνήθειες του τρόπου ζωής όπως το κάπνισμα, η άσκηση και η διατροφή.
Το συμπέρασμά τους ήταν ότι ο σχολικός εκφοβισμός βλάπτει μακροπρόθεσμα την υγεία των πολλών θυμάτων του.
Από τους εθελοντές της μελέτης, το 28% έπεφταν συχνά και το 15% περιστασιακά θύματα εκφοβισμού στο σχολείο.
Σχεδόν το 25% των ανδρών και των γυναικών που έπεφταν συχνά θύματα εκφοβισμού είχαν αυξημένα επίπεδα μιας ουσίας στο αίμα που λέγεται C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) και είναι δείκτης φλεγμονής στον οργανισμό.
Το αντίστοιχο ποσοστό στους εθελοντές δίχως ιστορικό εκφοβισμού ήταν 16%.
Οι εθελοντές με ιστορικό σχολικού εκφοβισμού είχαν επίσης αυξημένα επίπεδα ινωδογόνου, μίας άλλης πρωτεΐνης του αίματος η οποία ευνοεί την δημιουργία θρόμβων.
Επιπλέον, το 26% των γυναικών οι οποίες έπεφταν σποραδικά ή συχνά θύμα σχολικού εκφοβισμού, ήσαν παχύσαρκες στα 45 τους χρόνια, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις συνομήλικές τους δίχως τέτοιο ιστορικό ήταν 19%.
Άντρες και γυναίκες, εξ άλλου, με ιστορικό εκφοβισμού είχαν σπλαγχνικό λίπος (στην κοιλιά) και αναλογία γοφών-μέσης μεγαλύτερη απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους δίχως ιστορικό εκφοβισμού.
«Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι το bullying κατά την παιδική ηλικία “μπαίνει στο πετσί” μας και μας ακολουθεί σε όλη μας τη ζωή»,δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Λουϊζ Άρσενολτ, καθηγήτρια Αναπτυξιακής Ψυχολογίας στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας & Νευροεπιστήμης του King’s College στο Λονδίνο (KCL).
«Είναι τεράστιο λάθος να νομίζει κανείς ότι ο εκφοβισμός συνεισφέρει οτιδήποτε καλό στα θύματα ή ότι είναι αποδεκτός και φυσιολογικό τμήμα της ανάπτυξης του ανθρώπου.
»Ο ψυχολογικός αντίκτυπός του είναι τέτοιος, ώστε κάλλιστα μπορεί να υπονομεύει εφ’ όρου ζωής την υγεία. Επομένως, τα θύματά οτυ πρέπει νωρίς και άμεσα να υποστηρίζονται κατάλληλα».