Μεγάλη θλίψη προξένησε στους ομογενείς της Μελβούρνης, αλλά και της Αυστραλίας γενικότερα, το νέο ότι πριν από λίγες ημέρες ο ποιητής Δημήτρης Τσαλουμάς, άφησε τα εγκόσμια στη γενέτειρά του Λέρο, νησί του Αιγαίου Πελάγους.

Μετά από 60 περίπου χρόνια στη Μελβούρνη, κατά τη διάρκεια των οποίων δημοσίευσε πάνω από 20 ποιητικές συλλογές, κάποιες στην ελληνική γλώσσα και άλλες στην αγγλική, ο Δημήτρης υπέκυψε στη νοσταλγία τα τελευταία χρόνια της μακρόχρονης ζωής του -είχε γεννηθεί το 1921- να τα ζήσει στην αγαπημένη του Λέρο.

Δεν θα αναφερθώ στη βιογραφία του Δημήτρη ούτε και στις διακρίσεις και τα βραβεία που απέσπασε από αρμόδιους αυστραλιανούς φορείς για τη συμβολή του στη λογοτεχνία της χώρας. Αυτά τα κάλυψε επαρκέστατα η κ. Ευγενία Παυλοπούλου, στην έκδοση του “Νέου Κόσμου” το περασμένο Σάββατο, 6 Φεβρουαρίου. Στο χώρο που έχω στη διάθεσή μου, θα επικεντρωθώ σε κάποιες πτυχές του ποιητικού του έργου, όπως επισημάνθηκαν σε προηγούμενες βιβλιοκρισίες και μελέτες μου.

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Δημήτρη Τσαλουμά, με τίτλο «Ανάσταση και Τρίπτυχο για μια Δευτέρα Παρουσία», κυκλοφόρησε στις αρχές του 1974. Ακολουθούν αποσπάσματα από μια βιβλιοκρισία μου, η οποία είχε δημοσιευθεί στο 1ο τεύχος του λογοτεχνικού περιοδικού “Αντίποδες”, Χειμώνας 1974. 

«Στις αρχές του 1974 κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του φίλου Δημήτρη Τσαλουμά, με τίτλο «Η Ανάσταση και το Τρίπτυχο για μια Δευτέρα Παρουσία». 

{…} Η ποίηση του Τσαλουμά είναι η ποίηση της εποχής μας. Με αυτό δεν εννοώ ότι ο ποιητής καταπιάνεται με επίκαιρα θέματα. Το επίκαιρο είναι και εφήμερο, και η ποίηση, από τη φύση της, πρέπει να περιέχει κάτι από το αιώνιο και το πανανθρώπινο. Όταν λέμε ποίηση της εποχής μας εννοούμε ότι στο επίκεντρό της είναι ο σύγχρονος άνθρωπος με τον προβληματισμό του, με τις φιλοδοξίες και τις απογοητεύσεις του. 

{…} Το οπτικό πεδίο του Τσαλουμά είναι ευρύ και πολυεδρικό. Στην πρώτη του σύνθεση (η ποιητική συλλογή απαρτίζεται από δύο συνθέσεις) παρακολουθεί την πορεία του ανθρώπου «στην καρδιά του ερέβους»:

Κι ως αναθάρρευαν οι αγριεμένοι ιππείς

και σκόρπιζαν τον αδικημένο κόσμο

στις τέσσερις γωνιές της ορφανιάς,

εκεί που ξέχασαν τον πυρήνα της φωτιάς

αντάμα πορευτήκαμε, στην καρδιά του ερέβους.

Ματώνει η καρδιά του ποιητή να βλέπει τους δολερούς και ανάξιους να αμαυρώνουν και να καταπατούν τα μεγάλα ανθρώπινα ιδανικά:

Και τέλος, σαν να τον γέννησε η χλαλοή

σηκώθηκε απ’ ανάμεσά μας και στην πέτρα ανέβηκε

ο Θεάνθρωπος, την ώρα που οι μαύροι γύφτοι

αρματωμένοι με πελώριες μασιές

κατέβαζαν τον ήλιο πυρωμένο από το πολύ κάρβουνο

στα νερά της νεκράς θάλασσας.

{…} Για τον ποιητή της εποχής μας η ποίηση δεν είναι μόνο μουσική και εικόνα. Δεν την βλέπει μόνο ως συνταίριασμα λέξεων, ήχων και παραστάσεων, για ακουστική τέρψη και για πνευματική αγαλλίαση. Παράλληλα, και πάνω από αυτά, στοχεύει στην ενόραση και στην αυτογνωσία, είναι ευαγγέλιο πανανθρώπινης αγάπης και αδελφοσύνης, κραυγή ενάντια στη βία και στην αδικία.

{…} Νιώθει ο Δ. Τσαλουμάς τον πόνο του ανθρώπου, και αντιδρά στην ψυχρή και απάνθρωπη προσπάθεια μερικών να διαστρεβλώσουν τη φύση του.

Στο βάθος του εξόριστου κήπου μου

αυγάζουνε πηγές και μάρμαρα

και στο γρασίδι οι δούλοι δασκαλεύουνε

πάνω σε ψοφίμια ανάσκελα

το ραμφί του περιστεριού.

Η αλληγορία εδώ είναι πασιφανής. Κάποια άτομα που προσπαθούν να μεταβάλουν το αγνό περιστέρι σε σαρκοβόρο όρνιο, δεν διαφέρουν από τους «μαύρους δούλους» του προηγούμενου αποσπάσματος, που κατεβάζουν τον «ήλιο» (τη γνώση, την αρετή) στα νερά της «νεκράς θάλασσας» η οποία συμβολίζει την άγνοια και την κακία. 

Όμως στα κατάβαθα της ανθρώπινης ψυχής δεν έπαψε να σιγοκαίει η φωτιά της λευτεριάς και της ανθρωπιάς. Αυτήν τη φωτιά θέλει να συνδαυλίσει ο ποιητής στο δεύτερο μέρος της ποιητικής συλλογής με υπότιτλο ‘Τρίπτυχο για μια Δευτέρα Παρουσία’:

Υπομονή αδελφοί, υπομονή.

Στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης

στέκουν ακοίμητοι φρουροί.

Η σάρκα του βρέφους σφαδάζει,

τα σημεία στον ουρανό επιμένουν.

Ακόμη μια στροφή ο κοχλίας,

ακόμα μια προσπάθεια ο δετήρας

και θ’ ανάψουν οι κομήτες

στους επάνω ουρανούς.

Και τότε θ’ αντρωθεί το σίδερο στην καρδιά

και θα σκύψει ο άνθρωπος μες το πηγάδι του φόβου.

Έτσι η ποιητική συλλογή «Ανάσταση και Τρίπτυχο για μια Δευτέρα Παρουσία» τελειώνει με ανανεωμένη την πίστη στη θέληση του ανθρώπου και στην αποφασιστικότητά του να αγωνιστεί για την ελευθερία και την αξιοπρέπειά του».

Το λογοτεχνικό περιοδικό Αντίποδες στο τεύχος 19, Δεκέμβριος 1985, φιλοξένησε αφιέρωμα στον ποιητή Δημήτρη Τσαλουμά. Το κύριο άρθρο του περιοδικού «Αντιποδικά», το οποίο έγραψα με την ιδιότητα του Συντονιστή της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού, είχε ως τίτλο «Δημήτρης Τσαλουμάς – Μια μεγάλη πνευματική μορφή».

Ακολουθούν δύο παράγραφοι από το εν λόγω άρθρο.

{…} Το έργο του Δημήτρη Τσαλουμά, μέσα στο πολύ μικρό χρονικό διάστημα που έγινε γνωστό στο αγγλόφωνο αναγνωστικό κοινό, διαβάσθηκε και αγαπήθηκε όσο λίγα έργα συγκαιρινών του. Οι κριτικοί είναι ομόφωνοι στην αναγνώριση του Τσαλουμά ως μιας από τις πιο αυθεντικές και πνευματικές μορφές της Αυστραλίας. Ένας από τους πιο έγκριτους κριτικούς και ποιητές της Αυστραλίας, ο R. F. Brissenden, αναφερόμενος στο «Παρατηρητήριο» του Τσαλουμά, είπε χαρακτηριστικά: «Το Παρατηρητήριο του Δημήτρη Τσαλουμά είναι ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία που κυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια».

{…} Η θεματολογία του Τσαλουμά, ξεφεύγοντας από τα στενά όρια της συμβατικότητας και καθημερινότητας, παίρνει οικουμενικές και διαχρονικές διαστάσεις, το δε ύφος και η τεχνοτροπία του έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ποίησης.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΑΛΟΥΜΑΣ –

ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ

Τα ακόλουθα αποσπάσματα είναι από ομιλία μου στην Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας, 10 Μαΐου 2002, στο πλαίσιο της εκδήλωσης για τα 50 χρόνια της ποιητικής παρουσίας του Δημήτρη Τσαλουμά, και της παρουσίασης της ποιητικής του συλλογής «Δίφορος Καρπός». 

{…} Κατά κανόνα τα ποιήματα του Δημήτρη Τσαλουμά απαιτούν πάνω από μια ανάγνωση για να βρούμε το νήμα της νοηματικής δομής και το κλειδί των αλληγορικών τους εκφράσεων. Έννοιες, εντυπώσεις, εικόνες, μνήμες, διαδέχονται η μια την άλλη, συνειρμικοί διαλογισμοί, μονόλογοι και διάλογοι που αλληλοσυμπληρώνονται, απαιτούν από τον αναγνώστη μια διαρκή εγρήγορση. 

Η λεπτή ειρωνεία, και στιγμές – στιγμές ο αυτοσαρκασμός, καθώς και οι συχνές μυθολογικές αναφορές και οι συγκαλυμμένες μεταφορές, από τη μια προκαλούν και τον πλέον ενημερωμένο αναγνώστη, ενώ από την άλλη τον ανταμείβουν όχι μόνο με την αισθητική ευχαρίστηση, αλλά και με τη διεύρυνση των λογοτεχνικών του ενδιαφερόντων. 

{…} Με άλλα λόγια, ο Δημήτρης έχει πετύχει τη σύζευξη της ποίησης με τη μουσική. Στη σύζευξη αυτή η γλώσσα, δηλαδή οι λέξεις, διατηρούν το εννοιολογικό τους περιεχόμενο, απαραίτητη προϋπόθεση για τον επικοινωνιακό ρόλο της ποίησης. Παράλληλα όμως, με τη φθογγολογική διάταξη των λέξεων και την αξιοποίηση του μέτρου και του ρυθμού, δημιουργείται μια μουσική υποβολή, που δίνει στην ποίησή του τον ιδιάζοντα χαρακτήρα της. 

{…} Με την φραστική τεχνική και την γλωσσική υπαινικτικότητα ο Τσαλουμάς μεγιστοποιεί το σημασιολογικό φορτίο και το ηχητικό μέγεθος των λέξεων. Αποτέλεσμα αυτής της τεχνικής είναι η αισθητική, η μουσική και η νοηματική απόλαυση του ποιήματος. 

Στο έργο του Δηµήτρη, στο οποίο αναφέρθηκα στην αρχή της ομιλίας µου, έρχεται να προστεθεί σήµερα και η ποιητική συλλογή «Δίφορος Καρπός. Σαράντα ποιήµατα του Δηµήτρη Τσαλουµά σε δεύτερη γραφή» από τις εκδόσεις Owl Publishing. 

Ο τίτλος της συλλογής «Δίφορος καρπός» είναι άκρως συμβολικός. Δίφορος καρπός είναι ο καρπός που προέρχεται από δεύτερη καρποφορία του δέντρου. Καρποφόρο δέντρο και ο ποιητής, που στην περίπτωση της συγκεκριμένης ποιητικής συλλογής μάς έδωσε τον δεύτερο καρπό του. Ο δεύτερος καρπός είναι η δεύτερη γραφή, όπως ο Τσαλουμάς αποκαλεί τη μετάφραση 40 ποιημάτων του από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα από τον ίδιο. 

Με τα παραπάνω ελπίζω να έχω δώσει, έστω και αποσπασματικά, κάποια από τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της ποίησης του Δημήτρη Τσαλουμά. Το ποιητικό του έργο, στο σύνολό του, αποτελεί μια τεράστια συμβολή, όχι μόνο στα ομογενειακά μας γράμματα, αλλά και στην εν γένει ελληνική γραμματεία, και αποτελεί περίτρανη ένδειξη πως το σύγχρονο ελληνικό πνεύμα δεν έχει χρονικά και γεωγραφικά όρια, καθώς συνεχίζει μια παράδοση τριών χιλιάδων χρόνων…