Σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνώς αναγνωρισμένων οργανισμών που δραστηριοποιούνται στο χώρο των οικονομικών, η ανισότητα στην κατανομή του πλούτου πολλών χωρών μεταξύ των διαφόρων στρωμάτων της κοινωνίας τους διευρύνεται σε ανησυχητικό βαθμό με την πάροδο του χρόνου.

Σε Έκθεσή του, ο οργανισμός Oxfam International, η Διεθνής Επιτροπή της Οξφόρδης για αντιμετώπιση της πείνας, που δημοσιοποίησε λίγες ημέρες πριν από τη συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Συνεδρίου στο Νταβός της Ελβετίας, αναφέρει πως η οικονομική κατάσταση των 62 πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου αυξήθηκε κατά 44% από τις αρχές του 2010 μέχρι τα τέλη του 2015, ενώ η οικονομική κατάσταση του 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή τρεισήμισι δισεκατομμύρια ανθρώπων, μειώθηκε κατά 41%!

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η καταγωγή των 62 Κροίσων της εποχής μας: σχεδόν οι μισοί είναι από τις ΗΠΑ, 17 από την Ευρώπη, και οι υπόλοιποι προέρχονται από την Κίνα, τη Βραζιλία, την Ιαπωνία και τη Σαουδική Αραβία. 

Εισαγωγικά διευκρινίζω πως η αναφορά μου στην ανισότητα εστιάζεται στη συγκέντρωση του πλούτου σε έναν μικρό αριθμό ατόμων και εταιρειών σε παγκόσμια κλίμακα. Στην περίπτωση της Αυστραλίας, άτομα που δημιούργησαν κάποια περιουσία με την σκληρή δουλειά τους, από τη μια συμβάλλουν στην οικονομική πρόοδο της χώρας και από την άλλη πληρώνουν τους φόρους που του αναλογούν, μέρος από τους οποίους διατίθεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις για την παροχή υπηρεσιών για αναξιοπαθούντα μέλη της κοινωνίας μας.

Αναμφισβήτητα, η συνεχώς διευρυνόμενη ανισότητα σε παγκόσμια κλίμακα αποτελεί ένα από τα μεγάλα κοινωνικά, αλλά και ανθρωπιστικά, προβλήματα της εποχής μας. Ένας από τους λόγους για αυτό είναι η δυνατότητα πολλών δισεκατομμυριούχων να μεταφέρουν ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαίων τους σε χώρες που χαρακτηρίζονται ως «φορολογικοί παράδεισοι», λόγω των πολύ χαμηλών φόρων που ισχύουν για καταθέσεις στις τράπεζές τους και σε άλλους χρηματιστηριακούς οργανισμούς.

O Γκέιμπριελ Ζάκμαν, υφηγητής του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, υπολογίζει πως κοντά στα 8 τρισεκατομμύρια δολάρια Αμερικής έχουν μεταφέρει οι βαθύπλουτοι του Κόσμου σε υπεράκτιους «φορολογικούς παραδείσους». Σύμφωνα με τον Γ. Ζάκμαν, αν τα άτομα αυτά κρατούσαν τα κεφάλαιά τους στις χώρες που τα δημιούργησαν, ποσό της τάξης των 190 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο από τη φορολογία θα ήταν διαθέσιμο στις κυβερνήσεις των χωρών τους που θα τους έδινε τη δυνατότητα να βελτιώσουν τα κοινωνικά προγράμματα για τα χαμηλόμισθα και τα αναξιοπαθούντα μέλη της κοινωνίας τους.

Το παράλογο της κατάστασης αυτής παίρνει διαστάσεις αντικοινωνικής συμπεριφοράς, όταν λάβουμε υπόψη πως κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης των τελευταίων χρόνων, όταν εκατομμύρια εργάτες έχουν χάσει τις δουλειές τους, η μόνη έγνοια κάποιων δισεκατομμυριούχων είναι πώς θα αποφύγουν τη φορολογία στις χώρες που δημιούργησαν τα κεφάλαιά τους, μεταφέροντάς τα σε υπεράκτιους «φορολογικούς παραδείσους».

Με τη μεταφορά των κεφαλαίων τους στους «φορολογικούς παραδείσους» οι κροίσοι της εποχής μας από τη μια δυσχεραίνουν το κυβερνητικό έργο στις χώρες τους για κοινωνικά προγράμματα και για την παροχή υπηρεσιών σε αναξιοπαθούντες συμπολίτες τους, ενώ από την άλλη δεν συμβάλλουν στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξή τους με επενδύσεις σε εσωτερικά προγράμματα της χώρας τους.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ

Ενόψει της κατάστασης αυτής απογοητευτική ήταν η ανακοίνωση στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου από το Παγκόσμιο Οικονομικό Συνέδριο στο Νταβός, σύμφωνα με την οποία αναγνωρίσθηκε ότι η αυξανόμενη ανισότητα υποσκάπτει τη δημοκρατία, αλλά καμιά απόφαση δεν λήφθηκε για την αντιμετώπιση του ανθρωπιστικού αυτού προβλήματος.

Κύριο θέμα του Συνεδρίου στο Νταβός ήταν η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, με άλλα λόγια το νέο κύμα τεχνολογικών εφαρμογών ως προέκταση της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης.

Δεδομένου ότι γίνεται αναφορά σε τρεις προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις, κρίνω πως απαιτείται μια σύντομη αναφορά σε αυτές.

Η πρώτη βιομηχανική επανάσταση άρχισε από τη Μεγάλη Βρετανία μεταξύ των ετών 1760-1860, με τη συστηματική χρήση της ατμοκίνησης.

Στα τέλη του 19ου αιώνα άρχισε η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, η οποία πήρε νέα μορφή, με τη χρησιμοποίηση νέων πηγών ενέργειας, όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το πετρέλαιο. Το 1890 δημιουργήθηκε το πρώτο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. Η ηλεκτρική ενέργεια μπορούσε να παραχθεί από υδατοπτώσεις και να παραδοθεί από τον τόπο παραγωγής της στον τόπο χρήσης της. Η νέα αυτή φάση της βιομηχανικής επανάστασης καλύπτει το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα, δηλαδή μέχρι τη δεκαετία του 1950.

Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση άρχισε από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 και φτάνει μέχρι την εποχή μας, με όλες τις εξελίξεις στην μικροτεχνολογία, στην πληροφορική, στην βιοτεχνία, στην γενετική και σε άλλες επιστήμες.

Οι επιστημονικές κατακτήσεις κατά τη διάρκεια της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης επηρεάζουν κάθε πτυχή του σύγχρονου ανθρώπου, με ευεργετικά αποτελέσματα, αλλά και κοινωνικές επιπτώσεις, όπως η αντικατάσταση του εργάτη από τις μηχανές.

Το μεγάλο ερώτημα για το τι επιφυλάσσει η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση στους χώρους της γενετικής και της τεχνητής νοημοσύνης για τον άνθρωπο γενικά, αλλά και για τους εργαζόμενους, παραμένει αναπάντητο, καθότι μετά τη λήξη του Παγκόσμιου Οικονομικού Συνεδρίου στο Νταβός τον περασμένο Ιανουάριο δεν δόθηκε ανακοίνωση για τις αποφάσεις που πάρθηκαν. Απλώς, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της διάσκεψης ο ιδρυτής του θεσμού, Κλάους Σβαμπ, ανακοίνωσε ότι το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ θα εξαγγείλει μέσα στις προσεχείς εβδομάδες μια πρωτοβουλία με στόχο τη δομή του παγκόσμιου δημοσιονομικού συστήματος. 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη που εξέφρασε κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ο Nicholas Davis, επικεφαλής του τμήματος «κοινωνίας και καινοτομιών» της Συνόδου, όπως αυτή καταχωρήθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης:

«Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση θα αυτοματοποιήσει διάφορες δουλειές και θα ρίξει στην ανεργία 7 εκατομμύρια άτομα σε παγκόσμια κλίμακα».

Η παγκόσμια κοινή γνώμη περιμένει με ενδιαφέρον να μάθει ποια θα είναι τα μέτρα που θα προτείνει το Συνέδριο του Νταβός για τις αντικοινωνικές επιπτώσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.

ΔΥΣΟΙΩΝΕΣ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Ήδη, στα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, βιώνουμε τις επιπτώσεις της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης, οι οποίες σίγουρα αποτελούν προάγγελο εκείνων που θα ακολουθήσουν στις επόμενες δεκαετίες.

Για παράδειγμα, ήδη παρατηρούμε την επιδείνωση της ανεργίας, την όξυνση των οικονομικών αντιθέσεων, την αύξηση της αστυφιλίας, με αποτέλεσμα τον υποβιβασμό της ποιότητας ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα και την εγκατάλειψη και τον μαρασμό της υπαίθρου.

Στο χώρο της αγοράς εργασίας, οι εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν προς το ακόλουθα συμπέρασμα: όποια εργασία δεν απαιτεί ιδιαίτερα νοητικά προσόντα θα αντικατασταθεί από ρομπότ. Στο άμεσο μέλλον μόνο εργασίες που απαιτούν κρίση, άριστη διαχείριση του λόγου και υψηλού επιπέδου εκπαίδευση έχουν μέλλον, καθώς αυτά τα προσόντα δεν μπορούν να αντικατασταθούν από εξελιγμένες μηχανές, τουλάχιστον από ό,τι γνωρίζουμε στις ημέρες μας.

Μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, κάθε γενιά ζούσε καλύτερα από την προηγούμενη. Από τα τέλη του 20ού αιώνα η τάση αυτή άρχισε να αλλάζει. Παράλληλα, στις φτωχές χώρες ο αριθμός των ατόμων που μαστίζονται από τη φτώχεια αυξάνεται ανησυχητικά, καθώς η διαφθορά, σε συνδυασμό με τη ληστρική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων από πολυεθνικές εταιρείες, οδηγούν κάθε χρόνο εκατομμύρια ανθρώπους στην εξαθλίωση. 

Έντονες μορφές ανισότητας, εκτός από το ότι δυσχεραίνουν την οικονομική ανάπτυξη σε παγκόσμια κλίμακα, υποσκάπτουν και την πολιτική και κοινωνική συνοχή μεμονωμένων χωρών.

Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το φαινόμενο της συνεχούς αύξησης της ανισότητας σε παγκόσμια κλίμακα. Για παράδειγμα, ενώ το 2010 σε 388 υπολογίζονταν τα άτομα που είχαν πλούτο ισοδύναμο με το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή 3,6 δισεκατομμύρια ανθρώπους, το 2015 ο αριθμός αυτός μειώθηκε στα 62 άτομα!

Με αλλα λόγια, με τη πάροδο του χρόνου ο αριθμός των ατόμων που ελέγχουν τον παγκόσμιο πλούτο μειώνεται συνεχώς, γεγονός που αποτελεί ένδειξη του συνεχώς διευρυνόμενου χάσματος μεταξύ των πλουτοκρατών και του υπόλοιπου πληθυσμού της Υφηλίου.

Δεδομένου ότι πλουτοκρατία και δημοκρατία είναι δύο ασυμβίβαστοι μεταξύ τους όροι, η διεύρυνση της ανισότητας σε παγκόσμια κλίμακα, παράλληλα με τις κοινωνικές επιπτώσεις έχει και πολιτικές, καθότι οι κεφαλαιοκράτες έχουν τη δυνατότητα να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη πολιτική επιρροή.