Ο διχασμός ανάμεσα στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Νότιας Αυστραλίας και την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας, σίγουρα δεν αποτελεί το μοναδικό πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η παροικία μας, αλλά αποτελεί -δίχως αμφιβολία- ένα από το μεγαλύτερα.

Όταν τον περασμένο μήνα, μετά από ειδική άδεια που παραχώρησε η Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας ύστερα από αίτημα του Ιδρύματος Ελληνικών Σπουδών (The Foundation for Hellenic Studies), οι ομογενείς καλωσόρισαν, για πρώτη φορά στην Αδελαΐδα, εννέα μέλη της ελληνικής Προεδρικής Φρουράς και δύο αξιωματικούς συνοδούς τους, κανείς δεν περίμενε ότι αυτό θα έδινε την αφορμή να ξεκινήσει μια συζήτηση μεταξύ διαφόρων μελών της παροικίας, όσον αφορά το εκκλησιαστικό και κοινοτικό ζήτημα που ταλαιπωρεί την παροικία της Νότιας Αυστραλίας από τις αρχές της δεκαετίας 1960.

Ένας εξ αυτών και ο πρώην πρόεδρος της ΕΟΚΝΑ και διαχειριστής του Ιδρύματος Ελληνικών Σπουδών και επιχειρηματίας Θεοφάνης Μάρας.

«Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ημερών που διήρκησε η επίσκεψη των ευζώνων στην Πολιτεία μας, έγινε κάτι που κανείς δεν περίμενε ότι θα συμβεί. Όλοι, νέοι και ηλικιωμένοι, αισθανθήκαμε περήφανοι που είχαμε τα παιδιά αυτά εδώ και αυτό που εγώ προσωπικά αισθάνθηκα ήταν ότι υπήρχε μια δίψα στους κόλπους του ελληνισμού να είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι και, ουσιαστικά, η παρουσία των ευζώνων ήταν η πρώτη σταγόνα προς αυτή την κατεύθυνση» λέει ο ομογενής επιχειρηματίας σε αποκλειστική συνέντευξή του στο «Νέο Κόσμο».

«Τα παιδιά αυτά που ήρθαν εδώ με ευγένεια, αγάπη και σεβασμό προς εμάς και την πατρίδα μας και αυτό που αντικρίσαμε ήταν μια εικόνα, που εμένα προσωπικά με κάνει να αισθάνομαι περηφάνια για την καταγωγή μου, ενώ συνάμα μου δίνει ελπίδα ότι αν ο ελληνισμός έχει τέτοιας ποιότητας ανθρώπους τότε έχει και μέλλον και η πατρίδα μας. Τα νεαρά αυτά παιδιά κατάλαβαν τι μας πονάει και τι μας λείπει από την Ελλάδα. Και όχι μόνο το κατάλαβαν, αλλά μας έδωσαν και τέτοια αγάπη που εγώ ο ίδιος στα 69 μου χρόνια δεν έχω αισθανθεί ούτε από τους γονείς μου» λέει συγκινημένος ο επιχειρηματίας.

Κατά τη διάρκεια της νοτιοαυστραλιανής επίσκεψης τους, οι εύζωνες έδωσαν το παρών στο γήπεδο Adelaide Oval ενώπιον 45.000 οπαδών που βρίσκονταν εκεί για να παρακολουθήσουν την αναμέτρηση μεταξύ των ομάδων Port Adelaide και Carlton.

Μετά από ένα ολιγόλεπτο βίντεο σχετικά με την ιστορική επέτειο των ANZACs, οι εύζωνες παρέλασαν στη μέση του γηπέδου με μέλη των αυστραλιανών ενόπλων δυνάμεων με αφορμή την επέτειο του ANZAC DAY και την επέτειο της Μάχης της Κρήτης.

«Εκείνη την Παρασκευή το βράδυ σηκώσαμε την ελληνική σημαία και δείξαμε τι εστί ελληνισμός μπροστά σε 46.000 κόσμο που ήταν εκεί και καταχειροκρότησε τα παλικάρια μας και για την παρουσία των ευζώνων. Τις ιστορικές αυτές στιγμές οφείλουμε να ευχαριστήσουμε και τον πολιτειακό Θησαυροφύλακα κ. Τομ Κουτσαντώνη, για την οικονομική ενίσχυση και την αμέριστη συμπαράστασή του ώστε να γίνει αυτή η επίσκεψη, ένα ακόμα όνειρό μας, πραγματικότητα» λέει ο κ. Μάρας.

Ταυτόχρονα, στις σελίδες της ομογενειακής ιστορίας θα γραφεί δίχως αμφιβολία και η συγκινητική στιγμή που είχαν τη χαρά να βιώσουν οι ομογενείς της Αδελαΐδας το Σάββατο, 22 Απριλίου, όταν τα μέλη της Προεδρικής Φρουράς παρέλασαν στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, στο κέντρο της πόλης.

Εκεί παραβρέθηκε, μεταξύ άλλων, για να αποτίσει φόρο τιμής στους Έλληνες και Αυστραλούς στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο πρόεδρος της Διακοινοτικής Επιτροπής της Τρίτης Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας κ. Κωνσταντίνος Ντάλας, ο οποίος κλήθηκε να καταθέσει στεφάνι στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη μαζί με τον πρόεδρο της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Νότιας Αυστραλίας, κ. Βασίλειο Γκόνη παρουσία πλήθους κόσμου και επισήμων μεταξύ των οποίων και ο κυβερνήτης της Πολιτείας Hieu Van Le, ο ομογενής αρχιδικαστής Χριστόφορος Κουράκης, ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Νότια Αυστραλία Ανδρέας Κωνσταντίνος Γούρας, και ο πολιτειακός θησαυροφύλακας Τομ Κουτσαντώνης, ο οποίος, μάλιστα, στο άκουσμα των δύο ονομάτων καταχειροκρότησε τους δύο άντρες για την κίνηση αυτή, ενώ πολλά μέλη της παροικίας μας φάνηκε να νιώθουν το ίδιο, με το πλήθος να ξεσπά σε χειροκροτήματα επιδοκιμασίας.

«Όταν βλέπει κανείς αυτά τα παιδιά να ενώνουν ταυτόχρονα όλον τον απλό κόσμο που ήρθε για να τιμήσει με την παρουσία του την ενότητα του ελληνισμού στη Νότια Αυστραλία και όταν στα χείλη όλων βλέπει κανείς να έχει ζωγραφιστεί μια και μόνο λέξη, η λέξη επιτέλους, τότε ο καθένας συνειδητοποιεί πως οι καιροί έχουν αλλάξει και πως πρέπει να αλλάξουμε και εμείς και να επιδιώξουμε την επίλυση του ζητήματος αυτού» λέει ο κ. Μάρας.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά ολόκληρης της Αυστραλίας που επιτράπηκε σε μέλη ξένου στρατού να φρουρήσουν αυστραλιανό μνημείο Αγνώστου Στρατιώτη σε ολόκληρη την χώρα.

«Αν και εγώ δεν είχα την τύχη ως πρόεδρος της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Νότιας Αυστραλίας, να καταθέσω στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη πλάι-πλάι με όλους τους ελληνικούς φορείς της παροικίας, η χαρά μου ήταν απερίγραπτη όταν είδα πολλούς από τους παραβρισκόμενους να αγκαλιάζουν την κίνηση αυτή ως μια πρώτη ένδειξη ελπίδας και αισιοδοξίας ότι, ενδεχομένως, να υπάρχει τελικά ελπίδα γεφύρωσης των διαφορών που υπάρχουν ανάμεσα στις δύο πλευρές και οι οποίες διαιωνίζονται και διχάζουν την παροικία μας.

«Ο κόσμος της Αδελαΐδας είπε ξεκάθαρα με την παρουσία, τα λόγια και τις πράξεις του ότι χρειαζόμαστε επιτέλους την ενότητα και θεωρώ ότι ήρθε η ώρα να αφήσουμε τις παλιές διαφορές και τις δυσκολίες του παρελθόντος και να προχωρήσουμε μπροστά χωρίς να καταλογίσουμε το φταίξιμο σε κανέναν. Ήρθε η ώρα να αναζητήσουμε ηγέτες και αρχηγούς που είναι πραγματικοί Έλληνες και θέλουν το καλό του ελληνισμού βάζοντας στην άκρη τα πολιτικά, τα κομματικά και τα ατομικά συμφέροντα και να έρθουμε όλοι μαζί και να πούμε πως είμαστε Έλληνες. Αυτό δεν αφορά μόνο τους ομογενείς της Αυστραλίας, αλλά και κάθε μέλος που εκπροσωπεί την ελληνική κυβέρνηση και το έθνος μας και οφείλει να βοηθήσει» συνεχίζει ο κ. Μάρας.

«Η φωνή μου απηχεί τα λόγια και τις σκέψεις χιλιάδων άλλων και η διάθεση αυτή αποτυπώθηκε ακόμα και σε στατιστικές αναφορές που λάβαμε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα εκατομμύρια «views» που είχε η επίσκεψη των ευζώνων εδώ. Αυτό είναι που μου δίνει την ευχαρίστηση και το θάρρος να πω ότι αυτοί που δεν θέλουν το μέλλον του ελληνισμού να είναι ενωμένο, τότε αυτοί πρέπει να βρεθούν με την ντροπή πάνω τους, γιατί τα πράγματα είναι ολοφάνερο ότι έχουν αλλάξει και εμείς ως Έλληνες του εξωτερικού έχουμε ακόμα μια υποχρέωση απέναντι στη χώρα μας. Να είμαστε περήφανοι για τους προγόνους μας που έγιναν θυσία και συνάμα να βοηθήσουμε.

«Αν είμαστε χωρισμένοι, καμία κυβέρνηση και κανένα κράτος δεν βοηθάει. Κοιτάξτε πόσα μπορούμε και καταφέρνουμε όταν είμαστε όλοι μαζί. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στα εγγόνια και τα παιδιά μας να μην κρίνουμε και να μην κατακρίνουμε κανέναν για το παρελθόν αλλά να κοιτάξουμε το μέλλον. Προσωπικά θέλω να σταματήσει επιτέλους αυτό το ζήτημα του διχασμού» λέει ο κ. Μάρας αν και πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι υπάρχουν αρκετές «γκρίζες» ζώνες τις οποίες επικαλούνται κατά καιρούς οι δύο πλευρές για να μην κάτσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

«Πετάμε φοβέρες και ρίχνουμε «κανονιές» για να φοβίσουμε τον κόσμο; Ήρθε ο καιρός να σοβαρευτούμε. Η ένωση έχει ήδη επιτευχθεί στις άλλες Πολιτείες της Αυστραλίας και δεν έχω δει καμία Κοινότητα να έχει χαθεί, δεν έχω δει και καμία εκκλησία έως σήμερα να έχει κλείσει. Οι Κοινότητες που έχουν συνεργασία με την Αρχιεπισκοπή έχουν ως πλεονέκτημα την εξύψωση του πολιτιστικού τους προσώπου» εξηγεί ο πρώην πρόεδρος της ΕΟΚΝΑ.

«Για το καλό των παιδιών μας και του ελληνισμού και για να μπορέσουμε να κρατήσουμε τη γλώσσα, τη θρησκεία, την ιστορία, την κουλτούρα και τα έθιμά μας, χρειάζεται να δουλέψουμε όλοι μαζί.

«Αυτό που έγινε, έδειξε ότι ο Έλληνας θέλει ξεκάθαρα ένα πράγμα: ενότητα. Και όχι μόνο το θέλει, αλλά και, ενδεχομένως, το γεγονός ότι φέραμε τους εύζωνες μπορεί να είναι η αρχή και η σπίθα που χρειαζόταν για να ανάψει αυτή η φωτιά που θα μας φέρει όλους ξανάμαζί. Η αρχή έγινε και εγώ αισθάνομαι υποχρέωση να πω τα πράγματα με το όνομα τους. Είμαι περήφανος Έλληνας και δεν μπορεί να με κατηγορήσει κανείς πως αυτό που λέω θα κάνει κακό στα εγγόνια μου και τα παιδιά μου.

«Δεν μπορεί δέκα άνθρωποι να κρατήσουν τον ελληνισμό και το πνεύμα του ελληνισμού αιχμάλωτους.

«Αρκετά» καταλήγει ο επιχειρηματίας.