To Paragon Cafe, το εμβληματικό ελληνικό καφέ που γιόρτασε το 2016 τα εκατό του χρόνια και είναι γνωστό σε όλη την Αυστραλία, φτάνει στο τέλος της πορείας του στις 27 Μαΐου. Η ιδιοκτήτρια Robyn Parker, δήλωσε ότι δεν κατάφερε να ανανεώσει τη μίσθωση του κτιρίου και, επιπλέον, υπήρχαν μεγάλα ζητήματα σχετικά με τη συντήρησή του. Η κ. Parker θα κρατήσει την εμπορική επωνυμία και τη διάσημη σοκολάτα της εταιρείας, αλλά το περίφημο Paragon, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, δεν θα είναι πια εκεί. Στις 17 Μαρτίου στις 2 το μεσημέρι έχει προγραμματιστεί μια αποχαιρετιστήρια διάλεξη με τον κοινωνικό ιστορικό Leonard Janiszewski και την φωτογράφο ντοκουμέντων Effy Alexakis.

Το διάσημο καφέ το ίδρυσε, το ανέπτυξε και το διαχειρίστηκε, στο μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας του, η οικογένεια Σίμου. Παραμένει συνεπές στο όνομά του στο χώρο της εστίασης και θεωρείται διόλου τυχαία ένα από τα ωραιότερα και πιο καλοδιατηρημένα ελληνικά καφέ της Αυστραλίας του 20ού αιώνα: το ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό στυλ, τα Art Deco έπιπλα με την υπογραφή σπουδαίων σχεδιαστών και καλλιτεχνών και, βέβαια, η σταθερά καλή φήμη για τα υψηλής ποιότητας γαστρονομικά προϊόντα του -τις χειροποίητες σοκολάτες και τα γλυκά- που το διατηρούν σε αυτή τη θέση, προσφέροντας στους πελάτες ένα περιβάλλον βγαλμένο από άλλη εποχή. ]

Η Joyce Thomson στο Paragon Cafe, στην Katoomba της Νέας Νότιας Ουαλίας (2016). Φώτο: Effy Alexakis (από το βιβλίο “In Their Own Image: Greek-Australians” National Project Archives, Macquarie University

Η ανάπτυξη της επιχείρησης κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα συμβαδίζει και με την ανάπτυξη των ελληνικών καφέ στην Αυστραλία, με επιρροές από την Αμερική. Το Paragon ξεκίνησε το 1916 ως «Paragon Cafe and Oyster Palace» από τον Jack (Ζαχαρία) Θεόδωρο Σίμο και πολύ σύντομα εξελίχθηκε στο απόλυτο ζαχαροπλαστείο για παγωτό αμερικανικού τύπου. Μέχρι το 1921 που πολιτογραφήθηκε ο Jack, το μαγαζί διαφημιζόταν πλέον ως «Paragon Sundae and Candy Shop» και τα αδέλφια του, ο Γιώργος και ο Πέτρος, βοηθούσαν στην αρτοποιία και τη ζαχαροπλαστική. Με την προσθήκη αναψυκτηρίου, αμερικανικών ψυγείων για γάλα και παγωτό και κάποιες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, το Paragon, με σήμα τον ορφανό βράχο της Katoomba, έγινε ο προορισμός της καλής κοινωνίας.
Το 1922 χαρακτηρίστηκε ως το «απαύγασμα της καλής γεύσης και των σύγχρονων ιδεών από ένα επιχειρηματία που πιστεύει μόνο στο καλύτερο».

Το 1926 έγιναν σημαντικές ανακαινίσεις στο χώρο από τους καταστηματάρχες Harry και Ernest Sidgreaves: διευρύνθηκε η κυρίως αίθουσα, προστέθηκαν νέα μαρμάρινα σιντριβάνια, γυάλινα ράφια, διακοσμητικά πάνελ τοίχου, ενώ τοποθετήθηκαν νέα φώτα.

Ο θεατρικός αρχιτέκτονας Henry Eli White, κατά τη διάρκεια του 1930 έκανε με τις προσθήκες του το Paragon να έχει μια σύγχρονη αίθουσα συμποσίων με όρο-κολομβιανή επιρροή στα σχέδια ζωγραφικής της ζωφόρου, με μια εξαίσια σάλα Art Deco, εισαγόμενο εξοπλισμό από την Αμερική, τη Βρετανία και τη Γαλλία, και μια μπροστινή τραπεζαρία διακοσμημένη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με σκαλιστές αλεξαστροφόρες ζωές που απεικονίζουν στοιχεία την ελληνική μυθολογία από τον Δανό γλύπτη Otto Steen. Οι εσωτερικό χώροι παραμένουν αναλλοίωτοι και σήμερα όπως αρχικά σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν, μοναδικοί στον αυστραλιανό χώρο εστίαση. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1975 μπήκε στη λίστα του National Trust και το 1977 στο National Trust Νέας Νότιας Ουαλίας, συμπειλαμβανόμενο έτσι στο Εθνικό Μητρώο Αυστραλιανής Κληρονομιάς.

Ο Jack πέθανε το 1976, αλλά η σύζυγός του Μαρία, συνέχισε να διαχειρίζεται την επιχείρηση για άλλα 11 χρόνια. Το 2003, το καφέ πέρασε στην Barbara Allatt που είχε στόχο να το αναζωογονήσει, ωστόσο, ο σκληρός τοπικός ανταγωνισμός και το πλήθος των μοντέρνων καφέ που επικρατούσαν, μετρίασαν τα μεγαλόπνοα σχέδιά της. Το 2011, το Paragon ανέλαβε η Robyn Parker. Στόχος της ήταν να αποκαταστήσει την ατμόσφαιρα της δεκαετίας του 1920-1930: «Δεν είμαστε ένα μοντέρνο καφέ, έτσι πρέπει να εργαστούμε πολύ πιο δύσκολα και πολύ πιο έξυπνα» δήλωνε.

Το Paragon είναι πράγματι μια πλούσια κομψή και διακεκριμένη επιχείρηση στο χώρο της εστίασης. Για περισσότερο από έναν αιώνα τώρα, έχει γίνει συνώνυμο με την Katoomba, προσφέροντας την κομψότητα, την πολυτέλεια και τη γοητεία της Αυστραλίας των δεκαετιών ’30 και ’40. Σε αντίθεση με τα άλλα καταστήματα καφέ κατά μήκος της οδού Katoomba, δεν έχει αφομοιωθεί στον σύγχρονο κόσμο και έχει κρατήσει τον χαρακτήρα του. Αλλά και αυτό τώρα όπως φαίνεται, μάλλον θα αλλάξει.
*Περισσότερες πληροφορίες και κρατήσεις για την εκδήλωση στις 17 Μαρτίου στο https://www.stickytickets.com.au/65237/greek_cafes__milk_bars_of_australia.aspx