ΤΟ φλέγον εκκλησιαστικό ζήτημα της Ουκρανίας έχει φέρει σε σφοδρή σύγκρουση την Ρωσική Εκκλησία με την Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, με το Πατριαρχείο Μόσχας να απειλεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο με αντίποινα –ουσιαστικά, με νέο σχίσμα– σε περίπτωση που το τελευταίο παραχωρήσει «τόμο» αυτοκεφαλίας στους Ουκρανούς ορθοδόξους, σημαντικό μέρος των οποίων ανήκει πνευματικώς στην πανίσχυρη Εκκλησία της Ρωσίας.

Το θέμα άρχισε να ταλανίζει τις σχέσεις Μόσχας-Κωνσταντινούπολης από τον περασμένο Απρίλιο, οπότε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανακοίνωσε επισήμως ότι αποδέχθηκε αίτημα εκκλησιαστικών και πολιτικών παραγόντων της Ουκρανίας –συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου της, κ. Πέτρο Ποροσένκο– μέσω του οποίου ζητείται από το Φανάρι διευθέτηση του προβλήματος με στόχο την ανατροπή του αντικανονικού εκκλησιαστικού καθεστώτος που από το 1992 επικρατεί στη χώρα, και συγκεκριμένα η ύπαρξη τριών ορθόδοξων Εκκλησιών εκ των οποίων μόνο μία, αυτή που υπάγεται στο Πατριαρχείο Μόσχας, αναγνωρίζεται από τις υπόλοιπες κατά τόπους ορθόδοξες Εκκλησίες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο τόμος αυτοκεφαλίας είναι σχεδόν έτοιμος και προβλέπει την ίδρυση μιας ενιαίας τοπικής εκκλησίας στην οποία θα ανήκουν όλοι οι Ουκρανοί ορθόδοξοι, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε άλλες ορθόδοξες χώρες. Για να συγκροτηθεί όμως αυτή η νέα εκκλησία, θα πρέπει να ενωθούν οι δύο από τις τρεις υφιστάμενες, το λεγόμενο Πατριαρχείο Κιέβου και η Αυτοκέφαλη Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, κάτι το οποίο δεν επιθυμεί με κανέναν τρόπο η Μόσχα, καθώς θεωρεί αυτές τις εκκλησίες σχισματικές και μάλιστα εχθρικές προς το Ρωσικό Πατριαρχείο. Έτσι, τυχόν αναγνώρισή τους από την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, και ακολούθως από τις υπόλοιπες ελληνόφωνες εκκλησίες, θα ερμηνευθεί από τη Μόσχα ως επιβράβευση αμετανόητων σχισματικών που επί δεκαετίες πολεμούν την Ρωσική Εκκλησία και διχάζουν τον ορθόδοξο λαό της Ουκρανίας.

Παρ΄ ότι το Πατριαρχείο Μόσχας έχει διαμηνύσει πως έκδοση τόμου αυτοκεφαλίας μπορεί να δημιουργήσει νέο σχίσμα μεταξύ ελληνόφωνων, από τη μία, και σλαβόφωνων και «ρωσόφιλων» (Πατριαρχεία Αντιοχείας, Γεωργίας) εκκλησιών, από την άλλη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο φαίνεται πως είναι αποφασισμένο να ικανοποιήσει το αίτημα των Ουκρανών ορθοδόξων μέχρι το τέλος της χρονιάς.

Μάλιστα, πριν λίγες ημέρες, μία εβδομάδα μετά την επίσκεψη του πατριάρχη Μόσχας κ. Κυρίλλου στο Φανάρι στις 31 Αυγούστου, η Ιερά Σύνοδος ανακοίνωσε τον διορισμό δύο επισκόπων ουκρανικής καταγωγής από τη Βόρεια Αμερική (του Παμφίλου κ. Δανιήλ και του Έντμοντον κ. Ιλαρίωνος) ως εξάρχων του Οικουμενικού Θρόνου στην Ουκρανία προκειμένου να γίνει πλήρης έλεγχος της κατάστασης και στη συνέχεια να ετοιμαστεί ο τόπος για την επικείμενη υλοποίηση της απόφασης, η οποία κατά πάσα πιθανότητα θα υποβαθμίσει την σημερινή κανονική εκκλησία σε απλή Εξαρχία του Πατριαρχείου Μόσχας, περιορίζοντας έτσι και από εκκλησιαστική άποψη την επιρροή της Ρωσίας στην γειτονική χώρα.

Τέλος, αλλαγές στον εκκλησιαστικό χώρο της Ουκρανίας ενδέχεται να επηρεάσουν την εκκλησιαστική κατάσταση και εδώ στην Αυστραλία. Η νεοσύστατη ενορία του Αγίου Σάββα του εν Καλύμνω στο Σίδνεϊ, η οποία δεν αναγνωρίζεται από την Ιερά Αρχιεπισκοπή καθώς ο ιερατικώς της προϊστάμενος καθαιρέθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 2001, υπάγεται στο σχισματικό Πατριαρχείο Κιέβου. Εάν στους προσεχείς μήνες τελικά ανακηρυχθεί αυτοκέφαλη εκκλησία στην Ουκρανία αναγνωρισμένη από το Φανάρι και αποτελούμενη, μεταξύ άλλων, από το Πατριαρχείο Κιέβου, τότε η ενορία του Αγίου Σάββα λογικά θα έχει και αυτή το δικαίωμα να αναγνωρίζεται από τις κανονικές δικαιοδοσίες της Αυστραλίας, συμπεριλαμβανομένης και της Ιεράς Αρχιεπισκοπής. Και αυτό σίγουρα θα δυσκολέψει τα πράγματα, καθώς είναι σχεδόν αδύνατον η Αρχιεπισκοπή να δεχθεί την ύπαρξη κανονικής ελληνόφωνης ενορίας στην Αυστραλία εκτός της πνευματικής της δικαιοδοσίας.