Με βαριά καρδιά και πολλούς δισταγμούς αποφάσισα να γράψω αυτό το γράμμα σήμερα.

Βαριά καρδιά γιατί το θέμα είναι σοβαρότατο και αγγίζει πτυχές και δραστηριότητες της παροικιακής ζωής που αφορούν όλους μας. Δισταγμούς γιατί δεν θα ήθελα ποτέ μου να ρίξω πετρέλαιο σε μια φωτιά που φαίνεται να σιγοκαίει και να απειλεί ό,τι καλό έχουμε να δείξουμε ως παροικία. Να πω εξαρχής ότι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα να κάνω είναι να κάμω περισσότερη ζημιά απ’ ό,τι έχει ήδη γίνει.

Οι φόβοι μου άρχισαν να εκδηλώνονται την περασμένη Πέμπτη όταν παραβρέθηκα στην Ετήσια Γενική Συνέλευση (ΕΓΣ) της Πρόνοιας, γνωστής και ως Αυστραλοελληνικής Κοινωνικής Πρόνοιας. Χάρηκα που είδα παλιούς συναδέλφους και φίλους με τους οποίους γνωρίστηκα και συνεργάστηκα για πολλά χρόνια. Ως ο πρώτος Ταμίας της Πρόνοιας, κατά τα χρόνια που δεν είχε δεκάρα στο λογαριασμό της, αισθάνθηκα ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση διαβάζοντας πως ο σημερινός ετήσιος προυπολογισμός της είναι πάνω από 8 εκατομύρια το δε προσωπικό της είναι πάνω από 50 άτομα συν τις πολλες δεκάδες εθελοντών που προσφέρουν πάμπολλα, ενώ για πληρωμή τους έχουν μόνο την ικανοποίηση για το ότι βοηθούν όσο μπορούν έναν άλλο συμπάροικο που χρειάζεται τη συμπαράστασή τους. Πάνε τα χρόνια που η Ρίτα Πάκερ καθόταν ολομόναχη προσπαθώντας να βρει άκρη στις ατέλειωτες ουρές συμπαροίκων που έτρεχαν στην Πρόνοια για βοήθεια. Πάνε τα χρόνια που άνθρωποι σαν το γιατρό Σπύρο Μωραΐτη με τη σύζυγό του Μάργαρετ έτρωγαν αμέτρητες ώρες/μέρες να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες μιας παροικίας που μεγάλωνε από μέρα σε μέρα ή άνθρωποι σαν το Γιώργο Παπαδόπουλο που για χρόνια πολλά δούλεψαν σκληρά, συχνά με επιζήμιο αντίκτυπο στο δικό τους τομέα εργασίας και οικογένειας, για να δουν τη καινούρια τότε Πρόνοια να ορθοποδήσει και να προκόψει. Πάνε τα χρόνια που άνθρωποι σαν τον Νίκο Πολίτη έτρεχαν να πάρουν το πτυχίο Κοινωνικού Λειτουργού γιατί μόνο έτσι θα μπορούσε η Πρόνοια να πάρει μια μικρή οικονομική βοήθεια από την κυβέρνηση! Και πάνε τα χρόνια εκείνα που άνθρωποι σαν τον γιατρό Κωνσταντίνου ξόδευαν ώρες απέτρητες στις προσπάθειές τους να ορθοποδήσει η σήμερα καταξιωμένη Φροντίδα για τους ηλικιωμένους μας.

Γιατί τα λέω αυτά; Γιατί η καρδιά μου ένοιωσε μια βαθειά, πικρή απογοήτευση όταν παρουσία στην τελευταία ΕΓΣ των μελών και του Δικαστή κ. Κύρου, του πάτρωνα της Πρόνοιας, ορισμένα άτομα άρχισαν, πριν ακόμα ο προεδρεύων της Συνέλευσης κηρύξει την έναρξή της, να προβάλλουν αξιώσεις και σε οργισμένο ύφος να απαιτούν την ακύρωση/αναβολή της συνεδρίασης.

Στη μακρόχρονη ιστορία της, η παροικία μας έχει να επιδείξει πολλές, καλές και αξιέπαινες πρωτοβουλίες. Παρά τις πολλές μας διαφορές και την τάση αυτοπροβολής που μας κάνει να πιστεύουμε ότι εμείς και μόνο εμείς έχουμε όλες τις σωστές απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα της ζωής, έχουμε κατορθώσει πολλά για τα οποία μπορούμε, δικαιολογημένα, να νοιώθουμε περήφανοι. Πάνω απ’ όλα, στέκουν, κατά τη γνώμη μου, τρεις επιτυχίες:

– Η ίδρυση της Πρόνοιας
– Η ίδρυση της Φροντίδας, και
– Η ίδρυση του Ιδρύματος «Αγάπη»

Σήμερα, όταν πολλές από τις εθνικοτοπικές Αδελφότητες περνούν περίοδο παρακμής, οι παραπάνω οργανισμοί όχι μόνο εκφράζουν τις πιο ανθρωπιστικές πτυχές της ύπαρξής μας αλλά έχουν καταφέρει να παραμείνουν, κατά ένα μεγάλο μέρος, μακριά από τις ατέλειωτες έριδες και τους διαπληκτισμούς που συχνά ταλαιπωρούν την παροικία μας.

Αυτό, μέχρι τώρα. Γι’ αυτό και έχουν να επιδείξουν αξιοζήλευτο έργο, ένα έργο του οποίου μοναδικός σκοπός ήταν η κατά το δυνατόν απάλειψη του πόνου και της δυστυχίας του συνανθρώπου μας.

Τώρα όμως; Τι έχει αλλάξει κι έχουμε φτάσει στο σημείο που περιέγραψα παραπάνω;

Δεν θα προσπαθήσω, σ’ αυτή τη φάση να δώσω απαντήσεις στο ερώτημα αυτό. Θα περιορισθώ μόνο και μόνο στο να κάνω μια έκκληση προς όλους τους υπεύθυνους να σκεφτούν σοβαρά τη θέση τους και να αναλογισθούν τις ευθύνες τους.

Δουλέψαμε σκληρά, μπορεί να κάναμε λάθη, αλλά –αναμφίβολα- δημιουργήσαμε και κάτι ωραίο και αξιοζήλευτο ως παροικία. Ας το σεβαστούμε, ας το στηρίξουμε, ας το έχουμε ως κάτι για το οποίο εμείς και οι απόγονοί μας θα αισθανόμαστε περήφανοι!