Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι ο εφευρέτης της ηθικής δεν είναι κάποιος αόρατος θεός ή ορατός θεάνθρωπος, αλλά ο άνθρωπος. Είναι ο άνθρωπος που θέτει ηθικούς κανόνες και είναι ο ίδιος που τους καταπατά. Έτσι συμβαίνει και με τη θρησκεία: είναι ο άνθρωπος που τη χτίζει και είναι ο ίδιος που την κατεδαφίζει για να χτίσει άλλη. (Η λέξη «θρησκεία» έχει τη ρίζα της στις «Θρήσσαις», δηλ. στις γυναίκες της Θράκης που επιδίδονταν σε ορφικές και διονυσιακές οργιαστικές θρησκευτικές τελετές – Πλούταρχος, «Αλέξανδρος», 2.8)

Στον πολιτικό βίο –που είναι το κύριο θέμα μας εδώ– λειτουργούν δύο λογικές: α) η λογική της πολιτείας και β) η λογική της ηθικής. Στο στενό πλαίσιο της πόλης-κράτος, η συνεργασία των δύο αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για τη διατήρηση της ενότητας και εσωτερικής ασφάλειας των πολιτών. Όμως στο ευρύτερο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής, ο πολιτικός άνδρας στρέφει τη λογική της πολιτείας εναντίον της λογικής της ηθικής.

Ποια είναι η λογική της πολιτείας; Είναι η αυτή που εξασφαλίζει την ευημερία των πολιτών της εις βάρος της ευημερίας των πολιτών μιας άλλης πολιτείας. Κι εδώ είναι που συναντούμε τον εξευτελισμό της ηθικής (γνωστό ως «εθνικό συμφέρον»).

ΚΛΑΣΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Παράδειγμα απόλυτου εξευτελισμού της ηθικής είναι ο δραματικός διάλογος μεταξύ Αθηναίων πρέσβεων και πολιτικών αρχόντων της Μήλου (μικρό νησί των Κυκλάδων, αποικία των Λακεδαιμονίων). Το 416 π.Χ. οι Αθηναίοι αποφασίζουν να εντάξουν το νησί αυτό στην αθηναϊκή συμμαχία. Όμως οι Μήλιοι επιθυμούν την ουδετερότητά τους στη σύγκρουση των δύο τότε υπερδυνάμεων, Αθήνας και Σπάρτης.

Οι Αθηναίοι εισβάλλουν στη Μήλο και στρατοπεδεύουν στο νησί. Προτού αρχίσουν την καταστροφή της χώρας, στέλνουν πρέσβεις για να συζητήσουν με τους άρχοντες της Μήλου. Όμως από την πρώτη κιόλας στιγμή οι Αθηναίοι περιορίζουν την ελευθερία του λόγου στους Μηλίους και με απροκάλυπτη ωμότητα διακηρύσσουν το δίκαιο της πυγμής, λέγοντας ότι «τα δίκαια, κατά τους ανθρώπινους υπολογισμούς, κρίνονται όταν τα αντίπαλα μέρη έχουν ίσα εξαναγκαστικά μέσα. Τα δυνατά όμως τα εκτελούν αυτοί που υπερέχουν στη δύναμη, ενώ οι αδύναμοι υποχωρούν» (Θουκυδίδης, «Ιστορίες», 5.89).

Όταν οι Μήλιοι επικαλούνται την τύχη και τη βοήθεια των θεών, γιατί, όπως οι ίδιοι λένε, «όσιοι εμείς αγωνιζόμαστε εναντίον σας που είστε άδικοι», οι Αθηναίοι έχουν την εξής εκπληκτική απάντηση:

«Ούτε εμείς νομίζουμε ότι θα στερηθούμε της ευμένειας των θεών . . . γιατί έχουμε τη γνώμη ότι και ο θεός, κατά την αντίληψη των ανθρώπων, και ο άνθρωπος, αποδεδειγμένα, άρχει σύμφωνα με τη φυσική ορμή εκεί όπου είναι ανώτερος. Κι εμείς τώρα μεταχειριζόμαστε αυτόν τον φυσικό νόμο χωρίς να τον έχουμε θέσει εμείς, ούτε και πρώτοι εμείς τον μεταχειριστήκαμε, αλλά τον παραλάβαμε ενώ υπήρχε και θα υπάρχει αιώνια ύστερα από μας. Γνωρίζουμε καλά ότι και σεις, και όσοι άλλοι φτάσουν στο σημείο της δικής μας δύναμης, θα κάνατε το ίδιο» (ό.π. 104-5).

Αποτέλεσμα: Οι Αθηναίοι κατέσφαξαν όσους Μηλίους συνέλαβαν (από έφηβους και πάνω) και πούλησαν ως δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Μία από αυτές τις γυναίκες νυμφεύτηκε ο αριστοκράτης Αθηναίος πολιτικός Αλκιβιάδης (ανιψιός του Περικλή) και μαζί της απόκτησε παιδί (Πλούταρχος, «Αλκιβιάδης», 16). Αυτός ο ίδιος ο θεόμορφος παρθενοπίπης Αλκιβιάδης ήταν, σε μεγάλο βαθμό, αίτιος για τη σφαγή των Μηλίων.

Την τύχη των Μηλίων θα είχαν και οι Μυτιληναίοι, όταν στην αθηναϊκή πολιτική σκηνή πρωταγωνιστούσε ο Κλέων. Αυτός ο βυρσοδέψης δημαγωγός, που τόσο ανελέητα διακωμωδεί ο Αριστοφάνης, πρότεινε γενική σφαγή. Ευτυχώς επενέβη ένας συνετός Αθηναίος, ο Διόδοτος, και η σφαγή περιορίστηκε στους πρωταίτιους της αποστασίας.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Είναι άραγε πραγματικός ο διάλογος των Αθηναίων πρέσβεων με τους Μηλίους ή πρόκειται για αποκύημα της φαντασίας του Θουκυδίδη; Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι τέτοιος διάλογος ουδέποτε έγινε, ενώ κάποιοι άλλοι πιστεύουν πως όντως έγινε, αλλά όχι με τον δραματικό τόνο που τον παρουσιάζει ο Θουκυδίδης. Εξάλλου ο ίδιος ο ιστορικός παραδέχεται ότι ήταν δύσκολο να θυμηθεί αυτολεξεί όσα η κάθε πλευρά των εμπολέμων είπε. Συγκεκριμένα, λέει:

«Τους διάφορους λόγους τούς ανέγραψα στη συγγραφή μου, όπως μου φαινόταν ότι θα μιλούσε ο καθένας, λέγοντας τα πρέποντα γύρω από διάφορα αναφυόμενα ζητήματα, και προσπάθησα να βρίσκομαι όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς την περιληπτική έννοια των όσων ειπώθηκαν» (ό.π., 1.22).

Συνεπώς, ο Θουκυδίδης μεταφέρει εν είδει διαλόγου ό,τι αυτός θεωρεί ως κύριο σημείο της συζήτησης. Έτσι οι διάφορες δημηγορίες που παραθέτει προφανώς έχουν τη δική του σφραγίδα. Π.χ. ο πραγματικός επιτάφιος λόγος του Περικλή είναι άγνωστος σε μας. Αυτό που γνωρίζουμε είναι τα λόγια του Θουκυδίδη βαλμένα στο στόμα του Περικλή.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ανεξάρτητα από τη γνησιότητα ή μη των διαλόγων που μεταφέρει ο ιστορικός, γεγονός παραμένει ότι η κύρια αιτία που καθοδηγούσε την εξωτερική δράση των Ελληνίδων πόλεων-κρατών, και κυρίως της ιμπεριαλιστικής Αθήνας, ήταν η λογική της πολιτείας, όχι η λογική της ηθικής. Ο εξευτελισμός της ηθικής κορυφώνεται όταν ο πολιτικός άνδρας επικαλείται την «άσπλαχνη φύση», που λέει ότι ο ασθενέστερος οφείλει να κυβερνάται από τον ισχυρότερο. Σήμερα οι ισχυροί πολιτικοί άνδρες δεν το λένε αυτό ανοιχτά, αλλά το πράττουν ανοιχτά.