Είμαι ένας τακτικός αναγνώστης της εφημερίδας «Νέος Κόσμος» για πολλά χρόνια και ευκαιριακά σας ευχαριστώ πολύ για την ενημέρωση και την παράπλευρη προσφορά σας στον εδώ απόδημο Ελληνισμό της Μελβούρνης για δεκαετίες.

Σας παρακαλώ πολύ να δημοσιεύσετε την παρακάτω επιστολή μου.

Κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου, ο απανταχού Ελληνισμός γιορτάζει και τιμά τους προγόνους μας που άρχισαν την Επανάσταση του 1821 ενάντια στον τουρκικό ζυγό, χύνοντας ποτάμια αίμα, με σκοπό την απελευθέρωση της πατρίδας της Ελλάδας.

Αυτά διδάσκουμε στα παιδιά μας αυτές τις ημέρες, τον ηρωισμό, την αυταπάρνηση, τον κατακτητή, τις θυσίες των προγόνων μας, την απαράμιλλη παλικαριά των Ελλήνων και τη μεγάλη αγάπη που είχαν για την πατρίδα και τη λευτεριά. Έτσι θα τονώσουμε το ελληνικό φρόνημα των παιδιών και εγγονιών μας ώστε να ορθώνουν με υπερηφάνεια το ανάστημά τους και να καμαρώνουν για την ελληνική τους καταγωγή.

Όπως πολλοί συμπάροικοι, έτσι και εγώ, την ημέρα αυτή που είναι και διπλή γιορτή, εθνική και θρησκευτική, πήρα τα παιδιά και τα εγγόνια μου, ντυμένα με στολές τσολιά και Αμαλίας και πήγα στην εκκλησία, στον Άγιο Ευστάθιο South Melbourne, στην ενορία που ανήκω. Η εκκλησία ήταν κατάμεστη από κόσμο. Η ατμόσφαιρα γιορτινή. Πολύ το χάρηκα αυτό. Σε λίγο, όμως, το σκηνικό άλλαξε. Είδα συμπάροικους εξαγριωμένους, να φωνάζουν, να χειρονομούν εχθρικά και να αποδοκιμάζουν τον επίσημο καλεσμένο επισκέπτη απ’ την Ελλάδα, τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και Β’ Αντιπρόεδρο της Ελληνικής Βουλής, κ. Γ. Βαρεμένο και να λένε «στον Καιάδα», «Προδότες», «Ντροπή και αίσχος για τη Συμφωνία των Πρεσπών» και πολλά άλλα υβριστικά.

Μπροστά σ’ αυτό το πανδαιμόνιο, τη νευρικότητα και θολούρα χωρίς να καταλάβουν ότι βρίσκονται μέσα σε εκκλησία, τα εγγόνια μου φοβισμένα σφίχτηκαν πάνω μου και με ρωτούσαν «τι έγινε παππού; Γιατί φωνάζουν και μαλώνουν;»

Εκείνη τη στιγμή ένιωσα τόση ντροπή, τόση ταπείνωση και πίκρα που δεν θυμάμαι να έζησα ποτέ στη ζωή μου! Πήρα την οικογένειά μου και πήγα σπίτι.
Το κακό συνέχισε, λίγες ώρες μετά, σε άλλο χώρο και μάλιστα με μεγαλύτερες διαστάσεις.

Σε έναν χώρο ιερό, ιστορικό και σημαντικό που μας θυμίζει τους αγώνες και θυσίες των προγόνων μας για λευτεριά και ειρήνη. Είναι το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη το Shrine of Remembrance. Μπροστά σε επισήμους Αυστραλούς και Έλληνες και σε χιλιάδες Ελληνόπουλα, ντυμένα στα γαλανόλευκα να παρελαύνουν, να ανεμίζουν τις ελληνικές σημαίες και να δείχνουν την ελληνική λεβεντιά και εκεί είχαμε αποδοκιμασίες, βρισιές και εχθρότητα και με συνθήματα «Είστε προδότες», «Πουλήσατε τη Μακεδονία μας», «Ντροπή, αίσχος» και μάλιστα ορισμένοι πετούσαν αντικείμενα στον επίσημο καλεσμένο και αντιπρόσωπο της Ελλάδας κ. Γ. Βαρεμένο.

Και διερωτώμαι. Ποιοι είναι αυτοί που φανατίζουν, πολιτικοποιούν και σπέρνουν το διχασμό και το μίσος ανάμεσά μας; Άραγε, έχουν συνειδητοποιήσει τι μεγάλο κακό έκαναν μπροστά στα μάτια των νέων μας, σ’ αυτά τα καταξιωμένα παιδιά που όλοι τα καμαρώνουν, Έλληνες και μη, για την αγάπη τους για την πατρίδα μας, την Ελλάδα, για την πρόοδο και την προκοπή τους; Τι θέλουν να δείξουν ορισμένοι πρόεδροι μακεδονικών σωματείων ότι μόνο αυτοί είναι φιλόπατρεις και πιο Έλληνες απ’ όλους εμάς τους άλλους που καταγόμαστε από άλλα διαμερίσματα της γενέτειρας, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Κρήτη κ.λπ;

Δεν νομίζω ότι αυτοί οι λίγοι ονομαστοί έχουν το δικαίωμα και την εξουσιοδότηση της Ελληνικής παροικίας να κατευθύνουν, να φανατίζουν και να ξεσηκώνουν τον εδώ Ελληνισμό, όπως αυτοί θέλουν και μάλιστα να παίρνουν τέτοιες πρωτοβουλίες, ώστε να απαγορεύουν ακόμη και στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας να επισκεφθεί την Αυστραλία εξαιτίας της υπογραφής της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Καλώς ή κακώς αυτό έγινε. Υπεύθυνοι αυτής της Συμφωνίας δεν είναι ο Πρόεδρος της Ελλάδας, ούτε οι πολιτικοί μας. Είναι όλοι οι Έλληνες που για χρόνια κώφευαν στο ζήτημα αυτό. Είναι οι Αμερικανοί, είναι όλη η Ευρώπη. Εξάλλου, η Μακεδονία είναι εκεί που ήταν για χιλιάδες χρόνια πριν. Είναι ο τόπος που γεννήθηκαν και μεγαλούργησαν οι Έλληνες πρόγονοί μας. Εκεί είναι τα μνημεία τους. Σ’ αυτόν τον τόπο που λέγεται Ελλάδα ζουν οι παππούδες μας, οι πατεράδες μας και θα ζουν αιωνίως οι απόγονοί μας. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτε. Είναι κάτι που αναγνωρίζει όλη η ανθρωπότητα.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΙΑΠΛΗΣ 
(Port Melbourne)