Η Γερουσία της Αυστραλίας επέπληξε   έναν ανεξάρτητο ακροδεξιό γερουσιαστή για τις δηλώσεις που έκανε μετά το μακελειό σε δύο τεμένη της Νέας Ζηλανδίας στο οποίο σκοτώθηκαν 50 άνθρωποι, σύμφωνα με τις οποίες ισχυρίστηκε ότι η σφαγή ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής της χώρας που επέτρεψε την είσοδο σε «φανατικούς μουσουλμάνους».

Ο Φρέιζερ Άνινγκ έκανε τις δηλώσεις αυτές την ίδια την ημέρα του μακελειού, στις 15 Μαρτίου, προκαλώντας αμέσως σφοδρές αντιδράσεις.

Αμέσως μετά την επίθεση του 28χρονου Μπρέντον Τάραντ εναντίον δύο τεμενών στο Κράισττσερτς ο Άνινγκ είχε δηλώσει: «Η πραγματική αιτία της αιματοχυσίας στους δρόμους της Νέας Ζηλανδίας σήμερα είναι το πρόγραμμα μετανάστευσης που επέτρεψε εξ αρχής σε φανατικούς μουσουλμάνους να μεταναστεύσουν στη Νέα Ζηλανδία».

«Δεν υπάρχει χώρος στην Αυστραλία για τον ρατσισμό. Δυστυχώς όσα είπε ο γερουσιαστής μετά το μακελειό στο Κράισττσερτς, αν και είναι σοκαριστικά, δεν είναι εκτός του χαρακτήρα του», σχολίασε ο μουσουλμάνος γερουσιαστής Μεχρίν Φαρούκι.

«Μόλις μία εβδομάδα προτού έρθω εδώ (στη Γερουσία), έκανε μια ομιλία ζητώντας να απαγορευθεί η είσοδος ανθρώπων όπως εγώ στη χώρα», πρόσθεσε.

Άλλοι γερουσιαστές καταδίκασαν τις δηλώσεις του Άνινγκ χαρακτηρίζοντάς τες «ντροπιαστικές» και «φρικτές».

Κατά την πρώτη της συνεδρίαση μετά την επίθεση η άνω βουλή της Αυστραλίας υιοθέτησε πρόταση επίπληξης του Άνινγκ, η πρώτη που επιβάλλεται σε κάποιον κοινοβουλευτικό εδώ και τέσσερα χρόνια. Η επίπληξη αυτή δεν έχει άμεσες νομικές επιπτώσεις, αλλά αποτελεί έκφραση της δυσαρέσκειας της Γερουσίας. Μόνο ένας γερουσιαστής, ο Κόρι Μπερνάντι, ψήφισε κατά της πρότασης, ενώ τρεις άλλοι, περιλαμβανομένου του Άνινγκ, απήχαν.

Ο Άνινγκ αρνήθηκε ότι κατηγόρησε τα θύματα για την επίθεση, ενώ κατήγγειλε ότι η πρόταση επίπληξης πλήττει τις πολιτικές του ελευθερίες και την ελευθερία του λόγου.

«Η πρόταση επίπληξης εναντίον μου είναι μια κατάφωρη επίθεση στην ελευθερία του λόγου», τόνισε.

Η γερουσιαστής  του Εργατικού κόμματος, Πένι Ουόνγκ απέρριψε τους ισχυρισμούς του Άνινγκ. «Υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της ελευθερίας του λόγου και της ρητορικής μίσους. Η πρώτη αποτελεί μέρος της δημοκρατίας μας, ενώ η δεύτερη επίθεση στη δημοκρατία», υπογράμμισε.

«Η πρόταση ξεκαθαρίζει ότι (ο Άνινγκ) δεν μιλά εκ μέρους μας. Δεν μιλά εκ μέρους της Γερουσίας. Δεν μιλά εκ μέρους αυτού του κράτους. Δεν εκπροσωπεί τις αυστραλιανές αξίες», συνέχισε η Ουόνγκ.

Ο Άνινγκ μπήκε στη Γερουσία το 2017 αντικαθιστώντας έναν γερουσιαστή που αποκλείστηκε, παρότι είχε λάβει μόλις 19 ψήφους στις εκλογές του 2016.

Πέρυσι ο Άνινγκ είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις επειδή χρησιμοποίησε τη φράση «τελική λύση», έναν όρο που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί όταν αναφέρονταν στο Ολοκαύτωμα, όταν ζήτησε να επιβληθούν περιορισμοί στους μετανάστες βάσει της θρησκείας τους.

Στο μεταξύ περισσότεροι από 1,4 εκατομμύριο άνθρωποι έχουν υπογράψει αίτηση με την οποία ζητούν την παραίτηση του Άνινγκ.