Πλήρης ημέρων στην ηλικία των 97, άφησε την τελευταία της πνοή αυτή την εβδομάδα, η ομογενής κοινωνιολόγος και ακτιβίστρια Ντόροθι Μπάκλαντ (Δωροθέα Δημητροπούλου).

Η κηδεία της αναμένεται να πραγματοποιηθεί το Σάββατο 20 Ιουλίου στο Σίδνεϊ.

Πρόκειται για μια γυναίκα που έγραψε ιστορία όσο λίγοι στα χρονικά της κοινωνικής δικαιοσύνης, του πολυπολιτισμού, αλλά και της ελληνικής παρουσίας στην Αυστραλία.

Συμμετείχε δε ενεργά στην Ελληνική Κοινότητα της Νέας Νότιας Ουαλίας, που της απένειμε τον τίτλο του ισόβιου μέλους το 2001 για την προσφορά της.

Η “ΑΝΤΑΡΤΗΣ” ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
Γεννήθηκε το 1922 στο Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου από Έλληνες γονείς ενώ στο Σίδνεϊ έφτασε το 1961 αφότου πέρασε πάνω από μια δεκαετία στην Αγγλία.

Ήδη από την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που βρισκόταν στο Κάιρο, ήταν αφοσιωμένη στο κοινωνικό έργο βοηθώντας τους πιο ευάλωτους και στηρίζοντας Ελληνες που πολεμούσαν στη Μέση Ανατολή, γράφοντας τα γράμματα που έστελναν μέσω του Ερυθρού Σταυρού στις οικογένειές τους.

Στην Αγγλία βρέθηκε μετά τον γάμο με τον Βρετανό σύζυγό της, ενώ κατά την παραμονή της εκεί εργάστηκε μεταξύ άλλων στο ραδιόφωνο, αλλά και στο ελληνικό τμήμα των επιχειρήσεων Νιάρχου.

Ερχόμενη στην Αυστραλία επανενώθηκε με τα αδέλφια της που είχαν ήδη μεταναστεύσει εκεί και λίγο μετά στην ηλικία των 45 ετών πήρε την απόφαση να σπουδάσει κοινωνιολογία.

Σε παλαιότερη συνέντευξή της στο “Εθνος της Κυριακής” η ίδια δήλωνε ότι ήταν ο “αντάρτης” της οικογένειας.

“Στην Αυστραλία όταν πήγα πανεπιστήμιο ήμουν πάνω από 40 ετών και τότε οι άντρες, όταν πήγαιναν να σπουδάσουν σε αυτή την ηλικία, έπαιρναν υποτροφία. Όχι όμως και οι γυναίκες…”
“Αυτό με έκανε φεμινίστρια”.

ΜΙΑ ΖΩΗ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Διαβάζοντας κανείς το εκτενές βιογραφικό της Δωροθέας είναι σαν να παρακολουθεί το χρονικό της εξέλιξης του πολυπολιτισμού στην Αυστραλία.

Ενδεικτικά, το 1974 καθιέρωσε τον πρώτο Σύλλογο Μεταναστριών Αυστραλίας, υπήρξε ακόμη ιδρυτικό μέλος του Συμβουλίου Εθνικών Κοινοτήτων της χώρας, ενώ το 1977 αναδείχθηκε ως η μία από τους 7 Επιτρόπους της Επιτροπής Υποθέσεων Εθνικών Κοινοτήτων.

Μετά την ολοκλήρωση και των μεταπτυχιακών σπουδών της επιδόθηκε σε έρευνα μεταξύ άλλων για το πολιτειακό υπουργείο Υγείας, εργάστηκε στο πανεπιστήμιο της ΝΝΟ, ενώ το ερευνητικό της έργο, που παρουσιάστηκε και στο κοινοβούλιο το 1978 στο πλαίσιο σχετικής έκθεσης, θεωρήθηκε πρωτοποριακό σε θέματα δικαιωμάτων και αναγκών μεταναστριών.

Η δράση της συνεχίστηκε τη δεκαετία του ’80 μέσα από διάφορους ρόλους όπου μεταξύ άλλων συνέβαλε στην προβολή και αντιμετώπιση του ζητήματος της σεξουαλικής παρενόχλησης γυναικών από διαφορετικά γλωσσικά και πολιτισμικά υπόβαθρα στον χώρο εργασίας.

Συμμετείχε επίσης ενεργά στη Διεθνή Ένωση Γυναικών για την Ειρήνη και την Ελευθερία, στην οποία διετέλεσε και πρόεδρος από το 2002 έως το 2004.

Υπήρξε πάντοτε αφοσιωμένη στην προσπάθεια συμφιλίωσης με τους Πρώτους Κατοίκους της Αυστραλίας και φωνή περιβαλλοντικής συνείδησης, ενώ έλαβε βραβεία και διακρίσεις από πάμπολλους φορείς της ομογένειας και της ευρύτερης κοινότητας.

Αυτό όμως που την κάνει να ξεχωρίζει ακόμη περισσότερο είναι ότι ποτέ δεν σταμάτησε τη δράση και την προσφορά της.

Να θυμίσουμε ότι λίγο μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, είχε επικοινωνήσει με τις προξενικές αρχές της Ελλάδας στην Αυστραλία, προκειμένου να διαθέσει χρήματα που είχε συλλέξει για την ενίσχυση της χώρας και των Ελλήνων, όχι ως ελεημοσύνη όπως τόνιζε, αλλά “ως μια χειρονομία συμπαράστασης και αγάπης”.

“Θα συνεχίσω τη δράση για ίσα δικαιώματα για όλους, και για τη βελτίωση της κοινωνίας μας για όσο είμαι ζωντανή”, έλεγε η Δωροθέα. Και αυτό έπραξε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: “Δεν είναι κίνηση ελεημοσύνης, αλλά αγάπης και συμπαράστασης”