Άλλο ένα πεντάμηνο έζησα στη γενέτειρα. Πώς την είδα; Η Ελλάς άνευ Νεοελλήνων εξαιρετική! (για να θυμηθώ έναν φιλάρχαιο φίλο μου). Έχει τον πιο καταγάλανο ουρανό, τον πιο λαμπερό ήλιο, τα πιο γραφικά νησιά, τα πιο γελαστά ακρογιάλια. Ζω κάθε φορά το ίδιο ανάλλαχτο ομηρικό τοπίο και τρέχει στις φλέβες μου ο Διόνυσος! (παραφράζω Ελύτη).

Παράλληλα, η Ελλάδα έχει και το μαύρο της χάλι: απαίδευτο λαό, σπουδαρχίδες πολιτικούς που αλληλοσφάζονται στην ποδιά της Εξουσίας, πακτωλό παντοειδών σκανδάλων, δημόσια κτήρια στο έλεος ανεγκέφαλων βανδάλων, πανεπιστήμια-ορμητήρια ηλίθιων αναρχικών, σφαγή στους δρόμους από ανεξέλεγκτες ταχύτητες τροχοφόρων, μόνιμο νυχτερινό «γλέντι» με ρίψεις μολότοφ κατ’ αστυνομικών στα στέκια των γνωστών-αγνώστων κουκουλοφόρων…

Πολλοί λένε: «Η Ελλάδα διέρχεται περίοδο οικονομικής κρίσης». Λάθος. Η Ελλάδα διέρχεται περίοδο βαθύτατης παρακμής. Η Πολιτική απεμπόλησε την Ηθική κ’ έγινε «πανουργική» (όρος του Κοραή). Και με την «πανουργική» των πολιτικών, αλλά και των πολιτών, η χώρα υποδουλώθηκε (για άλλη μια φορά) στους αόρατους αυτοφίλαυτους διεθνείς τοκογλύφους.

Υπάρχει λύση; Και βέβαια, φτάνει ν’ αναλάβει τα ηνία της χώρας κάποιος πεφωτισμένος ηγέτης, που να μην είναι αρχηγός κανενός πολιτικού κόμματος. Ο ολιγογράμματος λαός πρέπει κάποτε ν’ ακούσει τον Σωκράτη, που λέει: Η δυστυχία των ανθρώπων θα πάψει να υπάρχει, μόνο όταν ηγηθούν οι φιλόσοφοι ή όταν φιλοσοφήσουν οι ηγέτες. Καλή η δημοκρατία αλλά μόνο για ώριμο λαό, όχι για όχλο.

Όμως σταματώ εδώ το γλυκό μου ονειροπόλημα και αλλάζω θέμα.

Ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ

Ο «πανυπερπρωτοσεβαστοϋπέρτερος» επίσκοπος Αντιοχείας Θεόφιλος (2ος αι. μ.Χ.), στην Προς Αυτόλυκον απολογητική του επιστολή, μεταξύ άλλων, λέει και τα εξής:

«Τι γαρ ωφέλησεν Όμηρον συγγράψαι τον Ιλιακὸν πόλεμον και πολλούς εξαπατήσαι, ή Ησίοδον ο κατάλογος της θεογονίας; [. . .] τι ωφέλησεν Ευριπίδην και Σοφοκλέα ή τους λοιπούς τραγωδιογράφους αι τραγωδίαι, ή Μένανδρον και Αριστοφάνην και τους λοιπούς κωμικούς αι κωμωδίαι, ή Ηρόδοτον και Θουκυδίδην αι ιστορίαι αυτών [. . .] ή Διογένην η κυνική φιλοσοφία, ή Επίκουρον το δογματίζειν μη είναι πρόνοιαν, ή Εμπεδοκλέα το διδάσκειν αθεότητα, ή Σωκράτην το ομνύειν τον κύνα και τον χήνα; [. . . ] προς τι δε και εκών απέθνησκεν, τίνα και οποίον μισθόν μετά θάνατον απολαβείν ελπίζων; τι δε ωφέλησεν Πλάτωνα η κατ’ αυτόν παιδεία; [. . .] ταύτα δέ φαμεν εις το επιδείξαι την ανωφελή και άθεον διάνοιαν αυτών» (3.2.10-20).

Δηλαδή: «Τι ωφέλησε τον Όμηρο που έγραψε για τον Τρωικό πόλεμο κ’ εξαπάτησε πολλούς ανθρώπους ή τον Ησίοδο που έγραψε τον κατάλογο της Θεογονίας; [. . .] Τι ωφέλησαν τον Ευριπίδη και τον Σοφοκλή ή τους άλλους τραγωδιογράφους οι τραγωδίες ή τον Μένανδρο και τον Αριστοφάνη και τους άλλους κωμικούς οι κωμωδίες ή τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη οι ιστορίες τους [. . .] ή τον Διογένη η κυνική φιλοσοφία ή τον Επίκουρο το δόγμα του περί ανυπαρξίας της θείας πρόνοιας ή τον Εμπεδοκλή η διδασκαλία του περί αθεΐας ή τον Σωκράτη ο όρκος του στον κύνα και στη χήνα; [. . .] και για ποιο λόγο πέθανε αυτοθέλητα, ελπίζοντας να κερδίσει μετά θάνατον, τι πράγμα; Τι ωφέλησε τον Πλάτωνα η δική του παιδεία; [. . .] Ρωτάμε όλ’ αυτά για να δείξουμε την ανώφελη και άθεη διάνοιά τους».

Μάλιστα. «Ανωφελής» η διάνοια των αρχαίων προγόνων μας, κατά τον «θεοφιλή» Θεόφιλο (φιλόθεος μπορεί να ήταν, αλλά όχι απαραίτητα και Θεόφιλος. Υπάρχει διαφορά).

Λίγο πριν από τον Θεόφιλο, είχε έρθει ο απόστολος Παύλος για να δηλώσει ότι «η σοφία του κόσμου τούτου μωρία παρά τω Θεώ εστιν» (Προς Κορινθίους, 3:19). Προφανώς, στις μέρες τού Παύλου η «σοφία τού κόσμου τούτου» ήταν η των Ελλήνων σοφία, γνωστή και ως «θύραθεν σοφία» (η απ’ έξω από την Εκκλησία σοφία).
Κ’ ενώ η σοφία λ.χ. του Ευριπίδη ήταν «μωρία παρά τω Θεώ», ο «Απόστολος των εθνών» Παύλος δεν διστάζει να υφαρπάξει τον στίχο τού Αθηναίου ποιητή, που λέει «φθείρουσι ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί» (σπάραγμα 1024) και αυτολεξεί να τον ενθέσει στην Προς Κορινθίους Α΄ επιστολή του («μη πλανάσθε, φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί», 15:33), χωρίς την οφειλόμενη αναγνώριση «ως Ευριπίδης έφη»!

Άρα εδώ έχουμε μια καραμπινάτη λογοκλοπή που παρέσυρε και τον ανυποψίαστο καθηγητή Γλωσσολογίας Γιώργο Μπαμπινιώτη στο ν’ αποδώσει (εσφαλμένα, βέβαια) την εν λόγω ρήση τού Ευριπίδη στον απόστολο Παύλο! (βλ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, λήμμα «ήθος»).

Κλείνοντας, να θυμίσουμε ότι ο απόστολος Παύλος κατασκεύασε και την ανύπαρκτη για τους Έλληνες λέξη «ειδωλολάτρης». Βέβαια, οι πρόγονοί μας ήσαν κυρίως φυσιολάτρες. Ένα παράδειγμα φυσιολατρίας: Νιώθω τη δυσκαvταμάχητη ορμή τού έρωτα και θέλω να τον λατρέψω. Όμως πώς μπορώ να λατρέψω το αόρατο και να θυσιάσω σ’ αυτό; Απλά, συμβολίζω τον έρωτα ως ένα ημίγυμνο γυναικείο αφράτο κορμί και τ’ ονομάζω Αφροδίτη! (Οι χριστιανοί συμβόλισαν το αόρατο Άγιο Πνεύμα ως περιστερά.)

Συνεπώς, αυτό που λατρεύω δεν είναι η κρύα ανθρωπόμορφη πέτρα, αλλά το σύμβολο του αόρατου έρωτα – την «καλλίπυγο» Αφροδίτη. Όταν ο Σωκράτης θυσίαζε πετεινό («αλεκτρυόνα») στον Ασκληπιό, θυσίαζε στην Υγεία, όχι σ’ ένα κομμάτι μάρμαρο.