Υψηλά επίπεδα μολύβδου στους λαχανόκηπους της Μελβούρνης δείχνει το πόρισμα της έρευνας που διεξάγει το Πανεπιστήμιο Macquarie, μετά την ανάλυση δειγμάτων από το κηπευτικό χώμα στις μεγάλες πόλεις της Αυστραλίας.

Στη Μελβούρνη, συγκεκριμένα, εξετάστηκε το έδαφος από τους κήπους 800 κατοικιών, και οι ερευνητές κρούουν τον κώδωνα κινδύνου από τη διαπίστωση ότι το 35% των δειγμάτων παρουσιάζει ανησυχητικά υψηλά επίπεδα μολύβδου στο χώμα, και συγκεκριμένα 300 mg ανά κιλό εδάφους, που είναι πάνω από το ασφαλές όριο, σύμφωνα με τις Αρχές της Αυστραλίας.

ΠΟΙΑ ΠΡΟΑΣΤΙΑ ΤΗΣ ΜΕΛΒΟΥΡΝΗΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΝΤΑΙ

Το City of Yarra, βρίσκεται στην κορυφή της λίστας του πιο μολυσμένου, από μόλυβδο, εδάφους, και ακολουθούν τα προάστια Brunswick, Coburg, Darebin (North/South) και Marribyrong.

Τα δείγματα που συλλέχθηκαν μέσα από το πρόγραμμα Vegesafe έδειξαν ότι 18 από τις 40 περιοχές στη μητροπολιτική Μελβούρνη, είχαν τουλάχιστον ένα κήπο με επικίνδυνα επίπεδα μόλυβδου.

Όσο πιο κοντά στο κέντρο της πόλης κατοικείτε, και όσο πιο παλιό είναι το σπίτι σας, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πιθανότητα να υπάρχουν ανεβασμένα ποσοστά μολύβδου στο χώμα, εξηγεί ο καθηγητής Περιβαλλοντικών Επιστημών και Ανθρώπινης Υγείας, Mark Patrick Taylor, στην εφημερίδα«The Age», ο οποίος είναι και ο επικεφαλής του προγράμματος Vegesafe, που διεξάγει την έρευνα.

Επίσης, παίζει ρόλο, εάν το σπίτι σας έχει βαφτεί με μπογιές μολύβδου ή εάν είναι χτισμένο από σανίδες.

«ΜΗΝ ΠΑΝΙΚΟΒΑΛΛΕΣΤΕ» ΛΕΕΙ ΣΤΟΝ «ΝΕΟ ΚΟΣΜΟ» Ο ΟΜΟΓΕΝΗΣ ΓΕΟΠΟΝΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΟΥΚΑΣ

Δεν υπάρχει λόγος να πανικοβληθούμε με τα συμπεράσματα των ερευνητών, σχετικά με τον μόλυβδο στους λαχανόκηπούς μας, είπε στον «Νέο Κόσμο» ο γεωπόνος, Ιωάννης Παλούκας. Λύσεις υπάρχουν.

«Μπορούμε να συνεχίσουμε να καλλιεργούμε άφοβα λαχανικά και φρουτόδεντρα στον κήπο μας σεβόμενοι τη φύση ακολουθώντας τις ορθές καλλιεργητικές πρακτικές, την αποφυγή της αλόγιστης χρήσης χημικών λιπασμάτων, τον έγκαιρο εντοπισμό ασθενειών και εντομολογικών προσβολών και την εναλλαγή των καλλιεργούμενων λαχανικών».

Σχετικά με την κατανάλωση των λαχανικών από τον κήπο μας, στην περίπτωση που υπάρχει μόλυβδος, ο κ. Παλούκας εξηγεί ότι «η μεταφορά του μολύβδου στα υπέργεια όργανα του φυτού, συμπεριλαμβανομένου των αναπαραγωγικών οργάνων που θα δώσουν τους καρπούς, είναι πάρα πολύ μικρή».

Ενδεικτικά αναφέρει την έρευνα των Wilson & Cline σε καλλιέργεια καπνού που απέδειξε ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό ίσο με 0.003- 0.005% του συνολικού μολύβδου που βρίσκεται στο έδαφος προσλαμβάνεται από τις ρίζες.

«Επίσης», προσθέτει, «έχει αποδειχθεί ότι το 3% του μολύβδου που βρίσκεται στις ρίζες μεταφέρεται στον βλαστό. Η τοξικότητα στα φυτά συμβαίνει σε υψηλές τιμές μολύβδου στο έδαφος (100- 500 mg ανά κιλό εδάφους) και ως συμπτώματα έχει αναφερθεί ο μαρασμός των παλαιότερων φύλλων, η μικροφυλλία, η καχεκτική ανάπτυξη, φύλλα χλωρωτικά, κοκκινωποί χρωματισμοί και χλωρώσεις στα φύλλα, το έντονο πράσινο χρώμα των φύλλων, ο σχηματισμός μικρού ριζικού συστήματος καφέ χρώματος οι οποίες εν συνεχεία μαυρίζουν.

Όμως, λόγω του ότι η διαλυτότητα και η κινητικότητα του μολύβδου στο έδαφος είναι χαμηλή, ο μόλυβδος εμφανίζει χαμηλή φυτοτοξικότητα».

ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

«Ο μόλυβδος ανήκει στα βαρέα (τοξικά) μέταλλα και εντοπίζεται στα λίγα πρώτα εκατοστά του εδάφους και μειώνεται με το βάθος. Είναι από τους πιο γνωστούς περιβαλλοντικούς ρύπους με λίγους ανταγωνιστές όσον αφορά την ανθεκτικότητα», εξηγεί ο ομογενείς γεωπόνος.

«Στα φυτά η απορρόφηση του μολύβδου από το έδαφος καθώς και η ατμοσφαιρική εναπόθεση στα φύλλα, αποτελούν τις κύριες οδούς έκθεσης των φυτών στον μόλυβδο.

Όσον αφορά την ατμοσφαιρική εναπόθεση του μολύβδου στα φύλλα των φυτών, αυτός προέρχεται καθαρά από ανθρωπογενείς δραστηριότητες, όπως οι εκπομπές ρύπων των κινητήρων αυτοκινήτων και οι βιομηχανίες επιμετάλλωσης που κυρίως ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα.

Ενώ η ποσότητα του μολύβδου που θα εναποτεθεί στα φύλλα, εξαρτάται από τη μορφολογία και τα χαρακτηριστικά του φύλλου», όπως τραχύτητα και ηλικία.

Και προσθέτει ότι ο μόλυβδος και οι ενώσεις του μπορούν να επηρεάσουν, δυσμενώς, την ανθρώπινη υγεία «είτε μέσω της κατάποσής τους, με τη μορφή επιβαρυμένου με μόλυβδο εδάφους, σκόνης, βαφών κ.λπ., είτε με απευθείας εισπνοή.

Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο, ιδίως για τα μικρά παιδιά, που η συνήθειά τους να βάζουν τα χέρια στο στόμα τους συντελεί σε μεγαλύτερη λήψη δόσης μολύβδου, από το έδαφος και τη σκόνη».

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ

«Σε εδάφη που διαπιστωμένα έχουν υψηλά ποσοστά μολύβδου μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα προσθέτοντας γεωργική ασβέστη» προτείνει ως λύση ο ομογενής γεωπόνος.

Το πρώτο βήμα όμως, είναι να αξιολογήσουμε το κηπευτικό μας χώμα.

Οι ερευνητές του προγράμματος Vegesafe δέχονται δείγματα από όλες τις περιοχές της Αυστραλίας. Όποιος θέλει μπορεί να ελέγξει το κηπευτικό του χώμα, στέλνοντας δείγματα από τον κήπο του.

Στη συνέχεια, οι συντελεστές του προγράμματος ετοιμάζουν μία έκθεση με τα συμπεράσματά τους, μαζί με την ανάλυση των επιπέδων οχτώ διαφορετικών ρύπων, όπως και του αρσενικού, εκτός από τον μόλυβδο. Εάν διαπιστώσουν ότι το χώμα έχει υψηλά επίπεδα τοξικών μετάλλων, στέλνουν και τις συμβουλές τους για το πώς μπορείτε να το αντιμετωπίσετε.

Δείτε περισσότερα στην ιστοσελίδα τους εδώ

Εφόσον υπάρχει τρόπος να αντιμετωπιστεί η μόλυνση του εδάφους από τον μόλυβδο, ο κ. Παλούκας ενθαρρύνει του συμπάροικους να συνεχίζουν να φροντίζουν τον κήπο τους χωρίς φόβο.

«Άλλωστε, ζωντανά παραδείγματα της άρρηκτης σχέσης ανθρώπου και φύσης αποτελούν οι Έλληνες που μεταναστεύσανε στην Μελβούρνη κατά τις δεκαετίες ΄50 και ΄60 και ακόμη και σήμερα διατηρούν λαχανόκηπο, όπου βρίσκουν μια όαση από την καθημερινότητα, μια παρηγοριά στα προβλήματα της ζωής, φυσική άσκηση, καθαρό αέρα και φυσικά φρέσκα φρούτα και λαχανικά καθόλη τη διάρκεια του χρόνου.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το αποτέλεσμα πρόσφατης έρευνας που κατατάσσει τους Έλληνες μετανάστες της Αυστραλίας να είναι οι δεύτεροι πιο μακροβιότεροι στον κόσμο».