Το «Άξιον Εστί», σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη, ένα λαϊκό ορατόριο για αφηγητή, σολίστ, ψάλτη, χορωδία, συμφωνική και λαϊκή ορχήστρα, ένα σύγχρονο υπερθέαμα επικών διαστάσεων που ενσαρκώνει το πνεύμα και τον πολιτισμό του ελληνικού λαού, είχε συμπεριληφθεί να παρουσιαστεί ως «χορόδραμα» στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ της Πέρθης το 1991.

Το Φεβρουάριο του 1991, ο Ελληνοκύπριος μουσικοσυνθέτης, Στέλιος Τσιόλας, κλήθηκε από τον παραγωγό Τόλη Παπάζογλου, ως βοηθός μαέστρος του Μίκη Θεοδωράκη, να προετοιμάσει την συμφωνική ορχήστρα της Δυτικής Αυστραλίας, τη Χορωδία, τη Λαϊκή Ορχήστρα, τους σολίστ και τους αφηγητές για την παρουσίαση της μουσικής σύνθεσης του Μίκη Θεοδωράκη.

Η προετοιμασία, που τελούσε υπό την αιγίδα του Φεστιβάλ Myer του Περθ, διήρκησε δύο εβδομάδες και όλες οι πρόβες πραγματοποιήθηκαν στο χώρο του Πανεπιστημίου Περθ. Αποστολή του Στέλιου, ως επικεφαλής, ήταν όχι μόνο να προετοιμάσει αλλά και να εξηγήσει στη μεγάλη καλλιτεχνική αυστραλιανή ομάδα το μνημειώδες αυτό έργο του Μίκη Θεοδωράκη που «παντρεύει» με έναν μοναδικό τρόπο τη βυζαντινή, τη συμφωνική και την ελληνική λαϊκή μουσική.

Από τη φωνητική απόδοση όλων των στίχων των τραγουδιών του λαϊκού ορατορίου, μέχρι και τη διδασκαλία της μουσικής παρτιτούρας, ο μουσικοσυνθέτης Στέλιος Τσιόλας εξασφάλισε το τέλειο αποτέλεσμα προς τιμήν του σπουδαιότερου Έλληνα μουσικοσυνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη.

Η εμπειρία της συνεργασίας του Στέλιου με τον ίδιο τον Θεοδωράκη στις τελικές πρόβες πριν την παράσταση, ήταν, όπως ο ίδιος τη χαρακτηρίζει, αξέχαστη.

Φώτο: Supplied

«Η συνεργασία με αυτόν τον σπουδαίο δημιουργό, με άγγιξε τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά. Οι στιγμές ήταν μοναδικές. Κάθε πρόβα ήταν για μένα και ένα μεγάλο μάθημα. Αλλά οι εμπειρία μου δεν σταμάτησε εκεί. Είχα την τιμή να δεχτώ αρκετές προσκλήσεις από τον μεγάλο Καθηγητή για να περάσω χρόνο μαζί του μετά τις πρόβες. Έτσι, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τον άνθρωπο Μίκη Θεοδωράκη.

Ανακάλυψα τον μεγάλο Έλληνα αγωνιστή για τον πολιτισμό και την εκπαίδευση. Τον παγκόσμιο αγωνιστή που προσπαθούσε πάντα να ανυψώσει τον άνθρωπο και να τον εξισώσει με το ιδεώδες.
Μέσα από την ανάγνωση, τη συγγραφή και την προσαρμογή των παρτιτούρων, μέσα από τα κείμενα που μοιραζόμαστε εκείνον τον καιρό, έζησα τον άνθρωπον, τον αγωνιστή, τον μεγάλο Έλληνα. Μας διηγούνταν περιστατικά από την εποχή της δικτατορίας και μας μιλούσε με εμπιστοσύνη και αγάπη.

Σε κάποιο σημείο του έργου υπήρχε μια διαφορά μεταξύ της παρτιτούρας και της ηχογράφησης. Όταν τον ρώτησα σχετικά, μου εξήγησε, ότι τότε που ηχογραφήθηκε το έργο, τον κυνηγούσανε και για αυτό προείχε η ολοκλήρωση της ηχογράφησης.
Τη μεγαλύτερη τιμή την αισθάνθηκα όταν πριν από πέντε χρόνια που γιόρτασα τα 60ά γενέθλιά μου, έλαβα ένα ευχετήριο μήνυμα από τον ίδιο τον Μίκη ο οποίος θυμόταν ακόμα και μετά από τόσα χρόνια την συνεργασία μας. Στο καλό Μίκη και σ΄ευχαριστούμε για όσα μας χάρισες», καταλήγει ο κ. Τσιόλας.

Μέσα από τη δράση του ομογενούς μουσικοσυνθέτη, Στέλιου Τσιόλα, οι Έλληνες της νεότερης γενιάς που γεννήθηκαν στην Αυστραλία είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν μερικές από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του ελληνικού καλλιτεχνικού στερεώματος, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης.

Φώτο: Supplied

Ένας από αυτούς είναι ο τραγουδιστής Μιχάλης Κύριος, ο οποίος είναι επίσης ψυχίατρος και λέκτορας. Την ημέρα του θανάτου του μεγάλου Μίκη Θεοδωράκη, ο κ. Κύριος έστειλε στον κ. Τσιόλα το ακόλουθο μήνυμα:

«Όπως κι εσύ αδερφέ μου, θρηνούμε για τον Μίκη Θεοδωράκη. Μέσα από σένα, ανακάλυψα το βάθος και την επαναστατική του καρδιά. Η επίδρασή του στη ζωή μου και στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μου ως Έλληνας είναι αδιαμφισβήτητη. Είμαι περήφανος που η μουσική του είναι στο DNA μου και έχει περάσει στα παιδιά μου. Κι όλα αυτά, χάρη σε εσένα. Είμαι πολύ περήφανος που τραγούδησα μαζί σου το «Ένα το χελιδόνι».