Η Μεγάλη Οικονομική Ύφεση, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (ΗΠΑ), ξεκίνησε «επίσημα» την 1η Αυγούστου του 1929 και έληξε στις 28 Φεβρουαρίου του 1933, με άλλα λόγια τρία χρόνια και επτά μήνες αργότερα.
Πριν από τον Αύγουστο του 1929 οι ΗΠΑ ευημερούσαν.

Ο κόσμος δανειζόταν από τις τράπεζες για να επενδύσει στο Χρηματιστήριο της Wall Street. Ο δείκτης του Dow Jones, (δείκτης χρηματιστηριακής αγοράς που μετρά την απόδοση των μετοχών 30 μεγάλων εταιρειών εισηγμένων σε χρηματιστήρια στις ΗΠΑ) είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο του.

Το Φθινόπωρο του 1929 οι μεγάλοι επενδυτές, θέλοντας να εισπράξουν μέρος από τα κέρδη τους, άρχισαν να πουλούν μετοχές. Γρήγορα επικράτησε πανικός, κυρίως ανάμεσα στους μικροεπενδυτές, που έσπευσαν να πουλήσουν τις μετοχές τους.

Αποτέλεσμα εκείνης της τάσης ήταν η γενική κατάρρευση των τιμών μετοχών στο Χρηματιστήριο, η οποία ξεκίνησε στις 24 Οκτωβρίου 1929, γνωστή στην ιστορία ως «Μαύρη Πέμπτη». Το φαινόμενο εκείνο ονομάστηκε κραχ (crash), και ήταν η αρχή μιας οικονομικής κρίσης που ξαπλώθηκε ραγδαία σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο. Πλήθη επενδυτών είχαν μαζευτεί έξω από το Χρηματιστήριο της Wall Street, και η αστυνομία προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη.

Επενδυτικοί κύκλοι, φοβούμενοι την κάμψη των τιμών των μετοχών, άρχισαν να ρευστοποιούν τις μετοχές που κατείχαν, σε βαθμό που γύρω στα 13 εκατομμύρια μετοχές άλλαξαν χέρια, αριθμός ρεκόρ για τα χρηματιστηριακά χρονικά. Σε διάστημα λίγων εβδομάδων είχαν χαθεί πολλές περιουσίες.

Χιλιάδες επιχειρηματίες καταστράφηκαν, και εκατομμύρια εργαζόμενοι έμειναν άνεργοι.

Ο δείκτης Dow Jones των ΗΠΑ σημείωσε πτώση 6,3%. Με τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων να κάνουν λόγο για το «μεγάλο ξεπούλημα», στις 24 Οκτωβρίου 1929, λίγο μετά την έναρξη των δοσοληψιών, ο Dow Jones βρέθηκε στο -11%. Ήταν η Μαύρη Πέμπτη ή η αρχή της οικονομικής κρίσης, που πυροδότησε την Μεγάλη Ύφεση.

Οικονομικοί κύκλοι, φοβούμενοι την κάμψη των τιμών των μετοχών, άρχισαν να τις ρευστοποιούν.

Στις 28 Οκτωβρίου 1929 οι τιμές συνέχισαν την καθοδική τους πορεία, με τους επενδυτές να ξεφορτώνονται τα «χαρτιά» τους, με σκοπό να αναζητήσουν πιο κερδοφόρες επενδυτικές ευκαιρίες. Την επόμενη μέρα, 29 Οκτωβρίου 1929, γνωστή ως «Μαύρη Τρίτη», η Γουόλ Στριτ κατέρρευσε.

Πολλές τράπεζες που είχαν τοποθετήσει τα χρήματα των πελατών τους σε μετοχές για να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη, αντιμετώπισαν δυσεπίλυτα προβλήματα, και στις επόμενες ημέρες κήρυξαν πτώχευση.

Η χρηματιστηριακή κρίση χειροτέρευσε την ήδη εύθραυστη κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας, και συνέβαλε στην Μεγάλη Οικονομική Ύφεση της δεκαετίας του 1930, που έπληξε και την Ευρώπη, με πτωχεύσεις εταιρειών και μαζική ανεργία.
Η Γουόλ Στριτ ανέκαμψε προσωρινά στις αρχές του 1930, για να κατρακυλήσει ξανά στο επόμενο διάστημα.

Το 1931 η οικονομία των ΗΠΑ είχε σχεδόν καταρρεύσει. Την ίδια περίοδο μεγάλες επιχειρήσεις που είχαν αντέξει στην κρίση, εξαγόραζαν μικρότερες επιχειρήσεις. Έτσι συγκεντρωνόταν η οικονομική ισχύς σε λίγους κεφαλαιούχους, και σχηματίζονταν πανίσχυρα οικονομικά συγκροτήματα. Ωστόσο, για όλους τους άλλους οι εξελίξεις υπήρξαν καταστροφικές.

Οι αγρότες είδαν τα προϊόντα τους να μένουν απούλητα, και τα εισοδήματά τους να εξανεμίζονται.

Η γενικευμένη κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας, που σημειώθηκε σχεδόν σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο κατά την περίοδο 1929-1933 ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης του 1929 στις ΗΠΑ, ονομάστηκε Μεγάλη Οικονομική Ύφεση.

Οι βιομηχανικοί εργάτες, και οι εμποροϋπάλληλοι, βρέθηκαν αντιμέτωποι με μειώσεις των μισθών τους, περιορισμό των ωρών εργασίας, καθώς και απολύσεις. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες υποχρεώθηκαν να πουλήσουν ή να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, ενώ οι δημόσιοι υπάλληλοι αναγκάστηκαν να αποδεχτούν δραστικές μειώσεις στους μισθούς τους.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 οι Αμερικανοί υπέστησαν μεγάλη οικονομική οδύνη και ταλαιπωρία, καθώς η ανεργία στις ΗΠΑ είχε πλησιάσει το 25%, η οικονομική ανάπτυξη είχε συρρικνωθεί ραγδαία, οι εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων διαταράχθηκαν, και η φτώχεια αυξήθηκε απότομα.

Ένα κύμα εξαθλίωσης κάλυψε τις ΗΠΑ, και στη συνέχεια την Ευρώπη και πολλές άλλες χώρες του δυτικού κόσμου. Ειδικά στις ΗΠΑ υπολογίστηκε ότι 12.000.000 άνθρωποι έμειναν άνεργοι, πάνω από 1.600 τράπεζες πτώχευσαν, 20.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις έκλεισαν, ένας στους 20 γεωργούς έχασε την περιουσία του, και το πιο τραγικό απ’ όλα, 23.000 άτομα αυτοκτόνησαν.

Το 1931 το Κογκρέσο των ΗΠΑ συγκρότησε την Επιτροπή Πεκόρα για να μελετήσει τις αιτίες της χρηματιστηριακής κρίσης, και βάσει των πορισμάτων της ψήφισε το νόμο Γκλας – Σίγκαλ του 1933, με τον οποίο διαχωρίστηκαν οι τράπεζες σε εμπορικές και επενδυτικές.

Η Μεγάλη Ύφεση ακρωτηρίασε την προεδρία του Χέρμπερτ Χούβερ, και οδήγησε στην εκλογή του Φράνκλιν Ρούσβελτ το 1932, ο οποίος πίστευε ότι το κράτος θα έπρεπε να παρεμβαίνει στην οικονομία, κάνοντας μεγάλες επενδύσεις.

Έτσι οι άνεργοι θα έβρισκαν δουλειά, με τα εισοδήματά τους θα αγόραζαν προϊόντα, και στη συνέχεια θα αναθερμαινόταν η οικονομία συνολικά.

Πράγματι, η πολιτική εκείνη, η οποία είχε υλοποιηθεί κυρίως με την ανάθεση μεγάλων δημόσιων έργων από την αμερικανική κυβέρνηση σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, έφερε αποτελέσματα, και η οικονομική κατάσταση στις ΗΠΑ είχε αρχίσει από το 1934 να βελτιώνεται.

Πολλοί ήταν οι παράγοντες που είχαν οδηγήσει στην Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση του 1929, ωστόσο ο σημαντικότερος θεωρείται ότι ήταν ο ατέρμονος δανεισμός κεφαλαίων, με κύριο σκοπό το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.

ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΥΦΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Η μεγάλη οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 1929 από τις ΗΠΑ, μέσα σε λίγους μήνες ξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, γεγονός που βύθισε τις περισσότερες χώρες σε μια πρωτοφανή ύφεση: οι πλούσιοι κλονίστηκαν, ενώ οι φτωχοί εξαθλιώθηκαν από το κλείσιμο επιχειρήσεων και τραπεζών, με συνέπεια την κατάρρευση νομισμάτων, και το οικονομικό χάος.

Στρατιές ανέργων, πεινασμένες οικογένειες σε πόλεις και χωριά, και γενικευμένη φτώχεια, συνέθεταν την καθημερινή εικόνα.

Στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του 1900 η άνοδος ακραίων ομάδων με ριζοσπαστικό ιδεολογικό περιεχόμενο, όπως η εθνικιστική ρητορική, και η επίκληση φυλετικών χαρακτηριστικών στην Γερμανία και στην Ιταλία, ήταν τα παράπλευρα αποτελέσματα της οικονομικής ύφεσης που έπληττε τις ΗΠΑ.

Η εξαθλίωση των ανθρώπων στην Ευρώπη κατά την περίοδο εκείνη ήταν φανερή από τις οικτρές συνθήκες διαβίωσης.

Χιλιάδες άνθρωποι έμεναν στους δρόμους ή σε πρόχειρα καταλύματα στις παρυφές των πόλεων. Η αναζήτηση τροφής αποτελούσε τον καθημερινό αγώνα επιβίωσης.

Πώς όμως ξαπλώθηκε τόσο γρήγορα, και έλαβε τέτοιες διαστάσεις στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη η κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 1929;

Οι ΗΠΑ, η ισχυρότερη οικονομική δύναμη του κόσμου κατά την περίοδο εκείνη, αποτέλεσαν έναν αδύνατο κρίκο στην παγκόσμια οικονομία ήδη από τα μέσα του 1928, όταν άρχισαν να μειώνονται οι αμερικανικές επενδύσεις και πιστώσεις στην Ευρώπη, με συνέπεια πολλά ευρωπαϊκά κράτη να αναγκαστούν το 1929 να καταβάλουν περισσότερα σε τόκους, και ετήσιες δόσεις για τις επενδύσεις που είχαν λάβει τον προηγούμενο χρόνο από τις ΗΠΑ.

Επομένως, η οικονομική κρίση στην Αμερική οδήγησε στην κατάρρευση και σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, καθώς η αλληλεξάρτηση που είχε δημιουργήσει ο δανεισμός επιτάχυνε τη μετάδοση της κρίσης.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, βασικός πιστωτής μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία των ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να αποτρέψει την πλήρη κατάρρευση, και να τιθασεύσει κάπως την κρίση στην χώρα της, προχώρησε σε κατακόρυφη μείωση των εξαγωγών κεφαλαίων στην Ευρώπη, καθώς και μείωση των εισαγωγών προϊόντων από ευρωπαϊκές χώρες.

Οι επιπτώσεις της πολιτικής εκείνης σε χώρες της Ευρώπης ήταν άμεσες και επώδυνες, καθότι από τη μια μειώθηκε η εισροή αμερικανικών κεφαλαίων, ενώ από την άλλη αυξήθηκε κατακόρυφα το κόστος τους, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες έπρεπε να πληρώνουν περισσότερα σε τόκους, και σε ετήσιες δόσεις, για τα κεφάλαια που είχαν λάβει τα προηγούμενα χρόνια.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω τα επόμενα χρόνια, καθώς οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία είχαν μειώσει τις πιστώσεις τους από περίπου 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια σε 30 εκατομμύρια δολάρια το 1931, και σε 32 εκατομμύρια το 1932, προχωρώντας ουσιαστικά στην παύση χορήγησης βραχυπρόθεσμων δανείων.

Βέβαια με την πάροδο του χρόνου η παγκόσμια οικονομία βελτιώθηκε σημαντικά, σε βαθμό που η Οικονομική Ύφεση του 1929 να αποτελεί μια σύντομη, αν και οδυνηρή, περίοδο της σύγχρονης ιστορίας.