Σε μια ανάρτησή του την Τρίτη, ο γνωστός ομογενής ιατρός, Δρ Στέφανος Ηροδότου, που υπηρετεί στην πρώτη γραμμή των δημόσιων νοσοκομείων της Μελβούρνης εδώ και 40 ολόκληρα χρόνια, θέλησε να δώσει το μήνυμα ελπίδας που όλοι ανυπομονούμε να ακούσουμε.

Στην ανάρτησή του, προβλέπει το τέλος του πρώτου σταδίου της πανδημίας και τονίζει ότι πεποίθησή του είναι πως η επιστήμη έχει κερδίσει τη μάχη και η ανθρωπότητα, παρά τις αδυναμίες της, έχει κερδίσει. Οι δηλώσεις του, όπως εξηγεί, βασίζονται σε αυτά που βλέπει και αισθάνεται ότι συμβαίνουν γύρω του.

«Φίλοι μου», γράφει, «κάνετε υπομονή για λίγο ακόμα, και αυτή η δήλωση θα βγει και επίσημα και από τα χείλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, και τότε όλοι μας θα γιορτάσουμε ξανά την ελευθερία μας».

Το δεύτερο στάδιο της πανδημίας θα είναι η τεράστια προσπάθεια που χρειάζεται να γίνει, για την επιδιόρθωση της μεγάλης ζημιάς, υλικής και μη, που έχει επέλθει παγκοσμίως.

Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός οικονομικά μη αναπτυγμένων χωρών που οι οικονομικές επιπτώσεις αλλά και οι επιπτώσεις στο σύστημα υγείας τους είναι πολύ καταστροφικές.

Το ποσοστό εμβολιασμού σε αυτές τις χώρες είναι πολύ μικρό και, άρα, υπάρχει ο κίνδυνος και για τους πολίτες των χωρών αυτών, αλλά και για τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, μιας πιθανής μετάλλαξης ή εμφάνισης καινούργιας ίωσης, που θα συνεχίζει να απειλεί την παγκόσμια υγεία.

Το μήνυμα του Δρ Ηρόδοτου είναι σημαντικό, καθώς προέρχεται από ένα μάχιμο γιατρό του Τμήματος Επείγουσας Ιατρικής, ο οποίος κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει ζήσει από πρώτο χέρι τα κύματα του κορονοϊού και τον τρόπο που «χτύπησαν» το σύστημα υγείας.

Με αφορμή τις αισιόδοξες δηλώσεις του, ήρθαμε σε επαφή μαζί του, για να μας διαφωτίσει και να μας εξηγήσει πάνω σε τι βασίζει την αισιοδοξία του, τη στιγμή που ακόμα αρκετοί ειδικοί προειδοποιούν να μη θεωρούμε ότι η πανδημία έχει τελειώσει με την έλευση της «Όμικρον».

«Τη δήλωση την έκανα, γιατί αυτό αισθάνομαι» είπε ο Δρ Ηροδότου στον «Νέο Κόσμο». «Ξέρω ότι δεν έχει τελειώσει ακόμα η πανδημία, αλλά πιστεύω ότι φτάνουμε σε αυτό το στάδιο».

«Οι ιοί πάντα ακολουθούν την ίδια πορεία. Είτε ο ιός αρχίζει και γίνεται πιο ήπιος είτε ο κόσμος αποκτά την ανοσία που χρειάζεται.

Απ’ ό,τι φαίνεται, έχουμε αποκτήσει αυτή την ανοσία, καθώς έχει εμβολιαστεί ο περισσότερος πληθυσμός, στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Και νέες μεταλλάξεις του ιού να δούμε στο μέλλον, η βάση θα είναι ίδια. Όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με την κοινή γρίπη, η οποία μπορεί να μεταλλάσσεται κάθε χρόνο, αλλά έχει την ίδια βάση, στην οποία έχουμε αποκτήσει ανοσία επειδή έχουμε έρθει σε επαφή με αυτό τον ιό».

«Η Covid-19 ήταν μια εντελώς καινούργια ίωση και κανένας στον κόσμο δεν είχε έρθει σε επαφή με αυτόν τον ιό, οπότε δεν είχαμε κανέναν βαθμό ανοσίας. Γι’ αυτό και από την αρχή λέγαμε ότι η μόνη λύση και η μόνη μας ελπίδα είναι να βρεθεί το κατάλληλο εμβόλιο» προσθέτει ο Δρ Ηροδότου.

Το κατάλληλο εμβόλιο βρέθηκε, και όχι μόνο ένα, αλλά πολλά, με την επιστήμη να εφαρμόζει την τεχνολογία mRNA.

Όπως εξηγεί ο ομογενής ιατρός, η «Όμικρον» ήταν μία μετάλλαξη του ιού που μεταδόθηκε σε τόσους πολλούς, χωρίς όμως μεγάλη ικανότητα λοίμωξης.

«Ναι μεν, στο νοσοκομείο ο αριθμός είναι πολύ μεγάλος, αλλά το ποσοστό των ανθρώπων που έχουν ανάγκη εισαγωγής στα νοσοκομεία είναι πολύ μικρός σε σχέση με το σύνολο των κρουσμάτων, όπως και ο αριθμός των θανάτων είναι επίσης πολύ μικρός σε σχέση με τον αριθμό των νοσούντων».

Στο νοσοκομείο βλέπουν, επίσης, ότι οι εμβολιασμένοι περνούν ελαφρά την «Όμικρον», και ότι και στους ανεμβολίαστους που μπορεί να αρρωστήσουν βαριά, η νέα μετάλλαξη δεν έχει τον ίδιο βαθμό επικινδυνότητας που είχε η «Δέλτα».

«Και αυτό ακριβώς περίμεναν οι επιστήμονες να συμβεί» τονίζει ο Δρ Ηροδότου. «Όταν αρχίσει να συμβαίνει αυτό, ξέρουμε ότι μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για το τέλος. Το πόσο κοντά είμαστε στο τέλος; Δεν μπορούμε να το προβλέψουμε με ακρίβεια…»

Απαντώντας στο μεγάλο ερώτημα που ανησυχεί πολλούς, αν δηλαδή πρόκειται να εμφανιστεί μια πιο επικίνδυνη μετάλλαξη του ιού, ο Δρ Ηροδότου εξηγεί ότι φυσικά αυτό κανείς δεν το ξέρει.

Ωστόσο, είναι αισιόδοξος. Εφόσον έχουμε αποκτήσει ανοσία και νέα μετάλλαξη να παρουσιαστεί, η κεντρική πρωτεΐνη του ιού θα είναι πάντα η ίδια, η βάση του δηλαδή, οπότε και τα εμβόλια θα είναι αποτελεσματικά.

«Αυτό που μας δίνει ελπίδα, επίσης, είναι ότι μπορούμε να φτιάχνουμε εμβόλια για την κάθε μετάλλαξη του ιού αυτού. Αυτή η τεχνολογία του mRNA είναι μια τεράστια επιστημονική ανακάλυψη και είχε γίνει πριν ακόμα εμφανιστεί ο κορονοϊός».

Η ανακάλυψη αυτή είχε δημοσιευθεί στις ιατρικές επιθεωρήσεις πριν από 4-5 χρόνια, ίσως και περισσότερα, σύμφωνα με τον Δρ Ηροδότου, και ήταν η λύση που η ιατρική κοινότητα ήλπιζε να εφαρμοστεί στην περίπτωση που προέκυπτε μια πανδημία.

«Τότε δεν είχαμε δώσει πολύ σημασία γιατί ακριβώς δεν είχε αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά του, εφόσον ακόμα δεν είχε εμφανιστεί ένας νέος ιός όπως ο κορονοϊός για να δοκιμαστεί».

Η τεχνολογία mRNA είναι μια απίστευτη επιστημονική ανακάλυψη, υπογραμμίζει ο Δρ Ηροδότου. «Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολλές περιπτώσεις, όχι μόνο για τις ιώσεις… για την αντιμετώπιση άλλων παθήσεων, όπως για παράδειγμα του διαβήτη. Μιλάμε για λύσεις ιατρικές που μόνο στη φαντασία μας υπάρχουν, όπως μιλούσαμε παλιά για τα ταξίδια στο διάστημα. Τέτοια ανακάλυψη είναι το mRNA».

«Με τον κορονοϊό αποδείχθηκε ότι είναι αποτελεσματικό και αυτό είναι το σημαντικότερο γεγονός!» προσθέτει ο έμπειρος ιατρός.

Ωστόσο, επειδή η τεχνολογία mRNA, είναι σχετικά καινούργια, προκάλεσε στην αρχή κάποια δυσπιστία. «Αλλά πιστεύω ότι αυτές οι αμφιβολίες υπερκεράστηκαν και φτάσαμε σήμερα να έχει εμβολιαστεί στην Αυστραλία το 90-95% του πληθυσμού. Και σε άλλες χώρες όπως η Ισπανία, η Μάλτα κλπ, τα ποσοστά είναι πολύ ψηλά. Δυστυχώς, η πανδημία θα γίνει ενδημική στις χώρες όπου το ποσοστό εμβολιασμού του πληθυσμού είναι μικρό και εκεί είναι που άρχισε να εστιάζει τώρα τις προσπάθειές του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας»

Τέλος, ο Δρ Ηροδότου πιστεύει ότι ο κόσμος έχει μεγάλη ανάγκη να ακούσει και κάτι θετικό. «Έχουν όλοι κουραστεί. Ακούμε από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση συνεχώς για τα κρούσματα, για το ποσοστό θανάτων. Κανείς δεν μιλάει για τις θετικές εξελίξεις».

«Νομίζω ότι είναι καιρός να αρχίσουμε να μιλάμε και για τα θετικά, για να ξαναχτίσουμε την εμπιστοσύνη του κόσμου για την επιστήμη, και για την ικανότητα των ανθρώπων να λύνουν τα προβλήματα και να επιβιώνουν.

Και ελπίζω ότι αυτή η εμπειρία και αυτή η αγωνία των τελευταίων δύο και πλέον χρόνων, να φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά ο ένας στον άλλο, υπενθυμίζοντας σε όλους μας ότι η μοίρα μας είναι κοινή. Ελπίζουμε ότι θα διδάξει σε εμάς και στους ηγέτες μας, ότι η συνεργασία είναι μακράν πολύ, πολύ καλύτερη από τον πόλεμο μεταξύ μας».