Η Ιωάννα Τσάτσου, κόρη του δικηγόρου και διδάκτορα της Νομικής Σχολής του Παρισιού Στέλιου Σεφεριάδη και της Δέσπως, και αδελφή του ποιητή και Νομπελίστα Γιώργου Σεφέρη, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1909. Σημειώνω πως ο Γιώργος Σεφέρης είχε συντομεύσει το επώνυμό του από Σεφεριάδης σε Σεφέρης.

Με την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας το 1923, η οικογένεια της Ιωάννας και του Γιώργου εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.

Η Ιωάννα σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, και αναγορεύτηκε διδάκτωρ στην ίδια σχολή μετά τη μελέτη της με τίτλο «Επίδραση της εθνικότητας επί του κύρους του γάμου». Το 1930 παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, διπλωμάτη, πανεπιστημιακό, Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, λογοτέχνη, ακαδημαϊκό και δημοσιογράφο, με τον οποίο απέκτησαν δύο κόρες.

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής η Ιωάννα Τσάτσου είχε δράσει στο «Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης», και είχε πάρει μέρος σε αποστολές βοήθειας σε οικογένειες Ελλήνων, που μέλη τους είχαν εκτελεσθεί από τους Γερμανούς, καθώς και στη φυγάδευση Άγγλων στρατιωτών με την καθοδήγηση της Αρχιεπισκοπής Αθηνών.

Βοηθός του τότε Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, η Ιωάννα είχε οργανώσει, με τη βοήθεια της Εκκλησίας, και με άλλες Ελληνίδες, χιλιάδες συσσίτια για τα άπορα και ορφανά παιδιά. Αναζητούσε με όλες τις δυνάμεις της οικονομικούς και άλλους πόρους, για να θρέψει οικογένειες, και να ανακουφίσει οικογενειακά δράματα του πολέμου. Παράλληλα έκρυβε αντιστασιακούς Έλληνες πατριώτες, καθώς και Άγγλους, που βρίσκονταν στο στόχαστρο των γερμανικών δυνάμεων κατοχής. Το σπίτι τους στην Πλάκα ήταν πάντοτε ανοιχτό και δεχόταν κάθε κυνηγημένο που ζητούσε βοήθεια.

Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής η βαθιά και ουσιαστική πίστη της Ιωάννας Τσάτσου στην ορθόδοξη εκκλησία και στην προσφορά της, της έδινε δύναμη να αντέξει και να σταθεί όρθια στις δύσκολες στιγμές για το έθνος, αλλά και για την ίδια και την οικογένειά της.

Οι διωκτικές γερμανικές αρχές συχνά βεβήλωναν την οικογενειακή της εστία, αναζητώντας τον πατέρα της Στέλιο Σεφεριάδη, Καθηγητή τότε του Πανεπιστημίου, και τον άντρα της, για να τους συλλάβουν. Και εκείνη, αγέρωχη και υπερήφανη σαν κόρη και σύζυγος, αντιμετώπιζε τους Γερμανούς με άφοβη περιφρόνηση και απαξίωση.

Οι προσωπικοί αγώνες που έδινε καθημερινά τα δύσκολα εκείνα χρόνια είχαν μείνει ανεξίτηλα γραμμένοι στις ψυχές και τις συνειδήσεις μεγάλου αριθμού συμπατριωτών της που είχε σώσει τις ζωές τους, επούλωνε τα ψυχικά και σωματικά τους τραύματα, και τους εμψύχωνε να αντέξουν μέχρι την απελευθέρωση από τους κατακτητές.

Το 1947 κυκλοφόρησε το βιβλίο της ‘Εκτελεσθέντες επί Κατοχής’, στο οποίο γνωστοποίησε τα ονόματα οικογενειών που είχαν πληγεί κατά τη διάρκεια της κατοχής, προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν. Συνέχισε την ανθρωπιστική της δράση και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, ως μέλος του Κέντρου Βοήθειας του Παιδιού, του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών, της Φανέλας του Στρατιώτη, και της Διεθνούς Κοινωνικής Υπηρεσίας.

Κατά τη διετία 1950-1951 αγωνίστηκε υπέρ του δικαιώματος ψήφου των γυναικών. Για τη δράση της εκείνη είχε τιμηθεί με το Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων, το Χρυσό Σταυρό της Εποποιίας (1960), και το 1979 με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος της Αξίας.

Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1965 με την έκδοση του ημερολογιακού κειμένου «Φύλλα κατοχής», και το 1968 ακολούθησε η έκδοση της ποιητικής συλλογής της «Λόγια της σιωπής». Μέχρι το 1973 κυκλοφόρησαν και άλλες ποιητικές συλλογές της, και στη συνέχεια εξέδωσε το βιογραφικό πεζό «Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης», το οποίο διακρίνεται για το απλό, αλλά και εκφραστικό γράψιμο, και δείχνει την ποιοτική στάθμη του λόγου της. Το βιβλίο εκείνο τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Βιογραφίας.

Η Ιωάννα Τσάτσου είχε τιμηθεί επίσης με το χρυσό μετάλλιο της Γαλλικής Ακαδημίας το 1976, το βραβείο ποίησης Α. Ντε Βινιύ το 1978, το Πρώτο Διεθνές Βραβείο Ποίησης Sicilia το 1980, και το βραβείο Gramatikakis – Neuman της Γαλλικής Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών για το σύνολο του έργου της. Βιβλία της μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και ρουμανικά. Το 1996 τιμήθηκε με το Βραβείο Φρειδερίκου Μάθιους.

Η Δέσποινα Μυλωνά, πρωτότοκη κόρη της Ιωάννας Τσάτσου, έχει γράψει πως πίσω από τη ζεστασιά και τη γοητεία της μάνας, όπως την αποκαλούσαν, κρυβόταν μια σιδερένια θέληση για κάθε έργο στο οποίο έταζε τον εαυτόν της. Ο λογοτέχνης Γιώργος Θεοτοκάς, σε ένα άρθρο του για την Ιωάννα Τσάτσου, μεταξύ άλλων ανέφερε και τα ακόλουθα: «Είχε το θερμό θείο δώρο να μπορεί να ενθουσιάζεται και να πραγματοποιεί τους ενθουσιασμούς της».

Η Ιωάννα Τσάτσου πέθανε στις 30 Σεπτεμβρίου 2000, σε ηλικία 91 ετών.

ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΣΑΤΣΟΥ

Το λογοτεχνικό έργο της Ιωάννας Τσάτσου απαρτίζεται από τα ακόλουθα βιβλία:

Α. Ποίηση

*Λόγια της σιωπής, 1968. *Άτμητο φως, 1969.

*Έλεγχος, 1971. *Γυμνός τοίχος, 1975.

*Ο κύκλος του ρολογιού, 1976.

*Ποιήματα, 1977. *Χρέος, 1979.

*Χρόνος, 1981. *Πορεία, 1982.

*Ιχνηλασία, 1984. *Καταυγασμός, 1984.

*Ποιήματα, 1987. *Άγρυπνη αυγή, 1989.

*Φως τη σκοτία, 1992.

Β. Πεζογραφία

*Φύλλα Κατοχής, 1965. *Αθηναΐς, 1970.

*Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης, 1973.

*Από το τετράδιό μου, Ώρες του Σινά, 1981.

*Καταγραφές, 1983.

*Η ποίηση και ο Άδης, 1987.

*Στιγμές και μνήμες, 1988.

*Κυδαθηναίων 9, Αναμνήσεις, 1993.

Κλείνω την αναφορά μου αυτήν στην αγωνίστρια και λογοτέχνιδα Ιωάννα Τσάτσου, με το ακόλουθο ποίημά της, αφιερωμένο στον αδελφό της Γιώργο Σεφέρη:

Τα βήματα της Μοίρας

Δεν είναι απλό

να κατεβώ μαζί σου

στο σύνορο του Αχέροντα,

να σε γυρίσω πίσω,

ακουμπώντας την ψυχή σου,

ματωμένη φτερούγα

στη δική μου.

Ο θάνατος μ’ ακολούθησε

στον κάτω κόσμο,

είναι εκεί στα δάκτυλα, στη γεύση,

στην γκρίζα Πεντέλη,

στη στάχτη που ράντισε το χορτάρι.

Δεν είναι απλό

να θολώσει ο νους

μεσ’ στο σκοτάδι

κι έπειτα πάλι ν’ ανέβει,

να ξεχωρίζει αραιές κίτρινες κλωστές,

ακατανόητες,

που προσπαθούν να γίνουν φως.

Ακούμε τα βήματα της μοίρας μας

που χάσανε το δρόμο τους

και πάνε κι έρχονται.