Δεν αποτελεί μυστικό ότι το κόστος στέγασης ανά την Αυστραλία βρίσκεται σε επίπεδα μη προσιτά για πολλούς ανθρώπους σήμερα, σε σχέση με τα εισοδήματά τους.

Ωστόσο, εκείνο που δεν είναι ευρέως αντιληπτό συχνά είναι ότι αυτό στοιχίζει όχι μόνο σε κοινωνικό επίπεδο, αλλά όπως φαίνεται, σε όλη την οικονομία και εντέλει στους φορολογούμενους.

Πόσο; Έως 25 δισ. δολ. το χρόνο έως το 2051, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, σύμφωνα με νέα μελέτη της εταιρίας συμβούλων για τη δημόσια πολιτική SGS Economics and Planning.

Γιατί; Ένας από τους λόγους είναι το πλήγμα στην παραγωγικότητα και ως εκ τούτου στην περαιτέρω ανάπτυξη.

Για παράδειγμα, υπάρχουν επιχειρήσεις για τις οποίες καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να βρουν, αλλά και να κρατήσουν, υπαλλήλους οι οποίοι αντέχουν οικονομικά να ζήσουν σε μία αποδεκτή απόσταση όσον αφορά στις μετακινήσεις καθημερινά από τον χώρο εργασίας.

Μάλιστα κάποιες εταιρίες έχουν αναλάβει οι ίδιες πρωτοβουλίες προσφέροντας την επιλογή στέγασης/διαμονής χαμηλού κόστους για να προσελκύσουν εργαζόμενους, που δεν είναι διατεθειμένοι να περνούν την ημέρα τους στις μετακινήσεις.

Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, που επικαλείται η The Age η σημαντική έλλειψη κατοικιών που θεωρούνται προσιτές προέκυψε μετά από 4 δεκαετίες υποεπενδύσεων για την διόρθωση του προβλήματος.

Το αποκαλούμενο social housing -στέγαση σε κρατικά σπίτια ή άλλες μορφές επιδοτούμενης ή χαμηλού κόστος διαμονή- αποτελεί σήμερα μόλις το 4% των διαθέσιμων κατοικιών σε όλη τη χώρα, επίπεδο αρνητικό ρεκόρ. Ενδεικτικά το 1996 ήταν 6%.

Έως το 2051, χωρίς παρέμβαση, εκτιμάται ότι πάνω από 2 εκατ. σπίτια που νοικιάζονται από ιδιώτες θα καταστούν μη προσιτά επίσης, με κριτήριο ότι οι δαπάνες για την ενοικίασή τους θα απορροφούν τουλάχιστον το 30% του εισοδήματος ενός νοικοκυριού.

Αν υποθέσουμε ότι ο πληθυσμός της Αυστραλίας τότε θα είναι 37,4 εκατ. το πρόβλημα θα αφορά το 14% του συνόλου (για 2,6 άτομα ανά νοικοκυριό κατά μέσο όρο).

Πώς θα βρεθούν «χρεωμένοι» με 25 δισ. δολ. κάθε χρόνο οι φορολογούμενοι;

Οι κρατικές δαπάνες για προβλήματα που σχετίζονται με τη μη εύρεση στέγης ή την οικονομική πίεση, όπως για την υγεία, σωματική και πνευματική, για τις υπηρεσίες κατά της ενδοοικογενειακής βίας, θα αυξηθούν, όπως επίσης η αντικοινωνική συμπεριφορά και οι χαμένες ευκαιρίες εκπαίδευσης.

Παράλληλα, όπως προαναφέρθηκε το πιο «άμεσο» κόστος θα είναι λόγω σημαντικών απωλειών στην παραγωγικότητα.

Είναι «δαπανηρό τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο και η παραγωγικότητα της αγοράς εργασίας» και η οικονομία εν γένει υποφέρει, αναφέρει η μελέτη.

«Τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης για παιδιά σε νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα που αναγκάζονται να μετακινούνται τακτικά λόγω του κόστους στέγασης μπορεί να διακυβεύονται. Η έλλειψη ασφαλούς στέγασης και σταθερού οικιακού περιβάλλοντος μπορεί να ευνοήσει την αντικοινωνική συμπεριφορά και την εγκληματική δραστηριότητα, προκαλώντας κοστοβόρες κυβερνητικές παρεμβάσεις στο σύστημα αστυνόμευσης και δικαιοσύνης».

Σημειώνεται ότι τη μελέτη αυτή ζήτησε η Housing All Australians (HAA), μία ομάδα στελεχών επιχειρήσεων και ακαδημαϊκών που υποστηρίζουν ότι η προσιτή στέγαση δε θα πρέπει να θεωρείται ότι μόνο σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και οικονομικό επίσης.

Ο ιδρυτής και διευθυντής της HAA, Rob Pradolin, πρώην κατασκευαστής, επεσήμανε ότι η έλλειψη προσιτών κατοικιών δεν αποτελεί μεγάλη πρόκληση μόνο για νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, αλλά έχει καταστεί κύριο οικονομικό ζήτημα για επιχειρήσεις που δε βρίσκουν προσωπικό αρκετά κοντά.

«Επιχειρήσεις ήδη μας λένε ότι δίνουν μάχη να παραμείνουν σε λειτουργία λόγω της αύξησης στις τιμές ενοικίου στέγασης που έχει ως συνέπεια εργαζόμενοι να αναζητούν σπίτια όλο και πιο μακριά και εντέλει πέρα από λογική ακτίνα μετακίνησης», εξήγησε στην The Age.

Ο Graeme Samuel, καθηγητής στο Business School του Monash University και πρώην επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού και Προστασίας του Καταναλωτή, είπε πως η έλλειψη προσιτής στέγασης είναι ένα θέμα ίσης, αν όχι μεγαλύτερης σημασίας για τον επιχειρηματικό τομέα, δεδομένου ότι πρόκειται να χειροτερεύσει χωρίς συντονισμένη «απάντηση» σε εθνικό επίπεδο, από την κυβέρνηση και τις επιχειρήσεις.

Η μελέτη επεσήμανε ότι θα κοστίσει περί τα 55 δισ. δολ. για τη γεφύρωση του χάσματος στην αγορά στέγασης, αλλά το όφελος εκτιμάται σε 110 δισ. δολ. σε σχέση με τα προαναφερθέντα (εξοικονόμηση χρημάτων για την υγεία, μείωση της ενδοοικογενειακής βίας και της εγκληματικότητας, βελτίωση της παραγωγικότητας).

Δηλαδή, για κάθε 1 δολάριο που θα δαπανηθεί, θα υπάρχει «επιστροφή» 2 δολαρίων και υπολογίζεται ότι τα επόμενα 30 χρόνια η Βικτώρια θα «γλυτώσει» 7,8 δισ. δολ., η Νέα Νότια Ουαλία 2,2 δισ. δολ. και το Κουίνσλαντ 5,4 δισ. δολ.

Από την πλευρά του, ο οικονομολόγος Brian Haratsis, δήλωσε στην The Age ότι το έλλειμμα προσιτών κατοικιών θα χειροτερέψει μόνο καθώς η Αυστραλία «ανοίγει» και πάλι.

«Ναι, χρειαζόμαστε το εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό, αλλά που θα ζήσουν αυτοί; Οι επιχειρήσεις θα τα βρουν δύσκολα να προσελκύσουν προσωπικό, αν αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να βρουν ένα μέρος να μείνουν και αν δεν αντέχουν οικονομικά το ενοίκιο εκεί όπου υπάρχουν διαθέσιμα σπίτια», υπογράμμισε.