Τα κατορθώματά του στα κορτ είναι μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Σε αντίθεση με τις αταξίες του, που… γράφουν βιβλίο. Αν είχε το μυαλό του στο τένις, θα ήταν από τις πιο εμβληματικές μορφές του αθλήματος. Αλλά έγινε εξώφυλλο στο New York Times Magazine μόνον ως «κακό παιδί».Ο τρόπος με τον οποίο ο 27χρονος ελληνοαυστραλός, Νικ Κύργιος, χαράμισε την καριέρα του, είναι case study Sportscaster 5 ΙΟΥΛΙΟΥ 2022, 16:40 Δεν ήταν η πρώτη φορά, στον πρόσφατο αγώνα του εναντίον του Στέφανου Τσιτσιπά στο Γουίμπλεντον, που ο Νικ Κύργιος συζητήθηκε περισσότερο για την προκλητική του συμπεριφορά, παρά για τη νίκη του.

Από το 2013, που ο ελληνοαυστραλός τενίστας έγινε επαγγελματίας, ο «ντόρος» γύρω από το όνομά του αφορά, συνήθως, τον ιδιόρρυθμο και, ενίοτε, εξοργιστικό χαρακτήρα του, κι όχι το (αδιαμφισβήτητο) ταλέντο του στο τένις. Τα κατορθώματά του στα κορτ είναι μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Σε αντίθεση με τις αταξίες του, που… γράφουν βιβλίο.

Έχει πετάξει μπουκάλια και άλλα αντικείμενα στις καρέκλες των διαιτητών. Έχει διαλύσει τις περισσότερες ρακέτες από κάθε άλλον τενίστα. Έχει προσβάλει αντιπάλους και εκπροσώπους των media. Έχει βρίσει σκαιότατα θεατές, ακόμη και ball boys. Έχει αποκοιμηθεί την ώρα του τάιμ-άουτ. Πριν από λίγες μέρες, στο Λονδίνο, έτρωγε σούσι στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου. Οι δημοσιογράφοι τον περίμεναν υπομονετικά να καταπιεί, προτού απαντήσει σε κάποια ερώτηση. Και εμφανίστηκε στο κορτ με μαύρο τζόκεϊ, παραβιάζοντας το dress-code του τουρνουά, που ορίζει ότι όλοι οι συμμετέχοντες οφείλουν να φορούν λευκά ρούχα και αξεσουάρ.

Το πραγματικό του όνομα -Κύριος- δεν λέει την αλήθεια για εκείνον. Στον πρώτο του αγώνα στο εφετινό Γουίμπλεντον, απέναντι στον Πολ Τζαμπ, μερίδα θεατών τον αποδοκίμαζε έντονα. Όταν πέτυχε τον νικητήριο πόντο, πλησίασε την εξέδρα και έφτυσε προς το μέρος ενός εξ αυτών.

Γενικώς, δεν του αρέσει να τον αμφισβητούν. Τον Μάρτιο του 2019, στο Μαϊάμι, παράτησε το ματς (με τον Ντούσαν Λάγιοβιτς) για να «τα βάλει» με έναν θεατή που καθόταν στην πρώτη σειρά. Οι φωνές του ακούστηκαν σε όλο το γήπεδο: «Τι κάνεις εδώ, Κυριακή βράδυ; Δεν έχεις οικογένεια; Την άφησες σπίτι, Κυριακάτικα, και ήρθες να δεις εμένα; Γιατί; Τζάμπα μπήκες εδώ μέσα;».

Στον 2ο γύρο του εφετινού Γουίμπλεντον, πριν συναντήσει τον Τσιτσιπά, χρειάστηκε μόλις 85 λεπτά για να αποκλείσει τον Φίλιπ Κραΐνοβιτς. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, δεν ξέχασε τους δημοσιογράφους που είχαν σχολιάσει πόσο δύσκολα είχε νικήσει τον Τζαμπ, Νο.219 της παγκόσμιας κατάταξης: «Έχω αντιμετωπίσει τους 10 κορυφαίους τενίστες του Κόσμου, και τους έκανα να φαίνονται φυσιολογικοί. Μπορώ να κερδίσω όποιον θέλω, όποτε θέλω. Ξέρω τι προσφέρω στο άθλημα. Είμαι ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στο τένις. Αν το είχα συνειδητοποιήσει νωρίτερα, ίσως η καριέρα μου να ήταν διαφορετική».

Μέσα στο αλαζονικό του παραλήρημα, είπε την πιο μεγάλη αλήθεια. Οι ειδικοί συμφωνούν πως, αν είχε επικεντρωθεί στο τένις, θα ήταν από τις πιο εμβληματικές μορφές του αθλήματος. Έως το 2013, ως έφηβος, είχε «σαρώσει» τα τρόπαια στα σπουδαιότερα τουρνουά. Είναι ο νεαρότερος τενίστας, ever, που κέρδισε μια θέση στο top-200 (Νο.66). Το 2014, στα 19, είχε αποκλείσει τον Ράφα Ναδάλ, Νο.1 τότε, στον 4ο γύρο του Γουίμπλεντον. Έγινε ο πρώτος παίκτης εκτός top-100 (ήταν Νο.144), που νίκησε σε γκραν-σλαμ τον κορυφαίο του ranking. Και την επόμενη χρονιά κατατρόπωσε τον παιδικό του «ήρωα», Ρότζερ Φέντερερ, Νο.2 τότε, στο χώμα της Μαδρίτης. Τον αποκαλούν «φονέα των γιγάντων».

Επειδή έχει αναμετρηθεί με την «ελίτ» του τένις, και τους έχει νικήσει όλους, σε όλες τις επιφάνειες. Όταν, όμως, έχει απέναντί του κάποιον που δεν τον «εξιτάρει», το μυαλό του είναι αλλού. Πού; Στις γυναίκες (αλλάζει συντρόφους… σαν τα πουκάμισα), στην ντόλτσε βίτα και στο ποιον -και πώς- θα προκαλέσει. Remaining Time-0:01 Fullscreen Mute Στα 27 του χρόνια αυτός ο εξαιρετικός τενίστας, Νο.40 σήμερα, δεν έχει κερδίσει παρά μόνον έναν σημαντικό τίτλο: στο διπλό του εφετινού Αυστραλιανού Οπεν, μαζί με τον «κολλητό» του, Θανάση Κοκκινάκη.

Κατά τα άλλα, χθες προκρίθηκε στα προημιτελικά γκραν-σλαμ διοργάνωσης μόλις για τρίτη φορά στην καριέρα του, μετά τη νίκη του επί του Αμερικανού Μπράντον Νακασίμα στο Γουίμπλεντον. Είχε να τα καταφέρει από το Αυστραλιανό Όπεν του 2015. Δεν είναι ανεξήγητο, που το σπάνιο ταλέντο του πήγε χαμένο. Στο Γουίμπλεντον του 2019, την προηγούμενη μέρα του αγώνα του με τον Ναδάλ, διασκέδαζε σε παμπ του Λονδίνου μέχρι τις 4 τα ξημερώματα, όπως αποκάλυψε ο ίδιος. Έχει εξομολογηθεί ότι έπινε πολύ, έκανε χρήση ουσιών και είχε προβλήματα με την ψυχική του υγεία – έφτασε σε σημείο αυτοτραυματισμού. Είναι αμφίβολο, αν το τένις του δίνει χαρά. Ήρθε σε επαφή με το σπορ όταν ο πατέρας του, Γιώργος, ελαιοχρωματιστής με καταγωγή από την Ηπειρο (Λάκκα Σουλίου), και η μαλαισιανή μητέρα του, Νιλ, τον έβαλαν να κάνει το ball-boy του μεγάλου του αδελφού, που τελικά έγινε δικηγόρος. Ο Νικ, όμως, αγαπούσε το μπάσκετ – ήταν «φαν» των Μπόστον Σέλτικς. Το πώς βρέθηκε από τις μικρές εθνικές ομάδες της Αυστραλίας στο τένις, και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία (14), κανείς δεν το έχει καταλάβει.

Στη συνέντευξη Τύπου μετά τον αγώνα του με τον Τσιτσιπά εμφανίστηκε με t-shirt Ρόντμαν – «Ντένις Ρόντμαν του τένις» τον έχει «βαφτίσει» ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, και του αρέσει. Για κάποιον παράξενο λόγο, τον τίτλο του «κακού παιδιού» τον δέχεται αδιαμαρτύρητα. Ίσως, επειδή με αυτή την ιδιότητα είχε γίνει εξώφυλλο στο New York Times Magazine τον Αύγουστο του 2016, παραμονές του Αμερικανικού Όπεν. Το φημισμένο περιοδικό επέλεξε να προβάλει το Νο.16 του ranking επειδή, όπως εξήγησε στο κείμενό του ο αρθρογράφος, ο ατίθασος νεαρός είναι «το αλάτι που νοστιμίζει το τένις», «ένας σύγχρονος Τζον ΜάκΕνρο».

Παθιασμένος, οξύθυμος και αθυρόστομος, όπως ο αμερικανός θρύλος. Αλλά και ανυπόφορα «βρόμικος» στο παιχνίδι του. Ο Τσιτσιπάς γνώριζε καλά τα mind-games του. Επρεπε να τα περιμένει. Αλλά ο Κύργιος «το τερμάτισε». Ο «Στεφ» δεν άντεξε να ακούει τα ειρωνικά του σχόλια («good shot» σε κάποιο άστοχο χτύπημα, ή «good return» σε κάποια κακή επιστροφή), ούτε να τον βλέπει να… υποκλίνεται στο φιλέ. Εκνευρίστηκε, αποσυντονίστηκε και έπεσε στο επίπεδό του. Χτύπησε ένα μπαλάκι προς τις κερκίδες (πέτυχε -με καραμπόλα- στο κεφάλι έναν ηλικιωμένο κύριο), και με ένα άλλο σημάδεψε τον Κύργιο. Ήταν φίλοι, κάποτε. Ο Νικ έλεγε πόσο θαυμάζει την αφοσίωση του Στέφανου στο τένις, ο Στέφανος πόσο συμπαθεί τον Νικ. Πείραζαν, ο ένας τον άλλον, και έκαναν πλάκες μεταξύ τους. Το 2020 ο Τσιτσιπάς είχε δημοσιοποιήσει τον αριθμό του κινητού του Κύργιου, κι εκείνος δεν θύμωσε. Παρακαλούσε να πάψουν να του τηλεφωνούν, μέχρι που αναγκάστηκε να αλλάξει αριθμό. Επαιζαν μαζί στα διπλά, σχολίαζαν τις αναρτήσεις, ο ένας του άλλου, στα social media. Τώρα, όμως, φαίνεται πως… το γυαλί ράγισε. Θα φανεί σύντομα, στην επόμενη αναμέτρησή τους. «Είναι αυτό που λέμε στην Ελλάδα… κάγκουρας, στην κυριολεξία», τόνισε ο Τσιτσιπάς στο SDNA. Πέτυχε διάνα τη λέξη που τον περιγράφει καλύτερα από κάθε άλλη. Αλλά, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, ο Κύργιος έχει και την άλλη του πλευρά. Όποιος μαθαίνει για τη φιλανθρωπική του δράση, για τις ευαισθησίες του απέναντι στα παιδιά, είναι πρόθυμος να του συγχωρήσει τα πάντα.

*Πηγή: Protagon.gr