Πάνω από 2,5 εκατομμύρια άτομα στην Αυστραλία «τράβηξαν» συνολικά 38 δισ. δολ. από τα συνταξιοδοτικά τους ταμεία (super) στο πλαίσιο των μέτρων που έλαβε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να διευκολύνει αυτούς που θα είχαν οικονομική ανάγκη καθώς η πανδημία COVID-19 κορυφωνόταν.

Το ποσό αυτό σημαίνει ότι το το έκτακτο πρόγραμμα απόσυρσης χρημάτων από τα super κατέστη έτσι το δεύτερο μεγαλύτερο σε συνολική αξία εν μέσω της υγειονομικής κρίσης, μετά το JobKeeper, το οποία ανήλθε στα 90 δισ. δολ.

Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από έρευνα των Steven Hamilton (George Washington University), Tristram Sainsbury (Australian National University) και Geoffrey Liu (Harvard University), η οποία κατέδειξε ότι μεγάλο μέρος των μετρητών που… έφυγαν από τα super χρησιμοποιήθηκε για βραχυπρόθεσμους σκοπούς.

Μάλιστα, μεταξύ αυτών που είχαν πρόσβαση στο εν λόγω πρόγραμμα, μόνο οι δαπάνες για τυχερά παιχνίδια αυξήθηκαν κατά σχεδόν 300 δολάρια. Με τον κόσμο να κλείνεται στο σπίτι υψηλά ήταν και τα έξοδα για έπιπλα, εξοπλισμό γραφείου, σούπερμαρκετ και φαγητό.

Οι ερευνητές, ανέφερε η The Age, χρησιμοποίησαν ανώνυμα δεδομένα από την Αυστραλιανή Φορολογική Υπηρεσία (ATO) και το Υπουργείο Κοινωνικής Ασφάλισης για να προσδιορίσουν πού ζούσαν αυτοί οι άνθρωποι πριν και πόσα χρήματα έπαιρναν από τους λογαριασμούς τους.

Τα ανώνυμα δεδομένα από το πιστωτικό γραφείο Illion επέτρεψαν στους ερευνητές να παρακολουθήσουν τις μεγάλες αλλαγές στις δαπάνες που καταγράφηκαν σε όλη τη χώρα καθώς το super… πέρασε στην οικονομία.

Σύμφωνα με την έρευνα αυτοί που έκαναν χρήση της εν λόγω «διευκόλυνσης» ζούσαν σε ορισμένες από τις λιγότερο εύπορες περιοχές, με τα χαμηλότερα υπόλοιπα συντάξεων.

Το μέτρο, που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο του 2020 από την κυβέρνηση Συνασπισμού, προβλεπόταν να χρησιμοποιηθεί από 1,5 εκατ. άτομα που θα έπαιρναν από τα super τους συνολικά 27 δισ. δολ.

Οι πολίτες θα μπορούσαν να αποσύρουν μέχρι 10.000 δολάρια από το super τους μέχρι τις 30 Ιουνίου (2020) και στη συνέχεια άλλα 10.000 δολάρια από την 1η Ιουλίου. Αντ’ αυτού, όπως προαναφέρθηκε, 2,6 εκατ. απέσυραν 38 δισ. δολ..

Για να πληροί κάποιος τις προϋποθέσεις, έπρεπε να είναι επιλέξιμος για να λάβει το JobSeeker, να έχει απολυθεί, να έχει μειώσει τις ώρες εργασίας του κατά τουλάχιστον 20% ή να είναι ατομική επιχείρηση της οποίας η επιχείρηση είχε κλείσει ή είχε υποστεί μείωση του κύκλου εργασιών κατά 20%.

Η έρευνα κατέδειξε και μεγάλες διαφορές μεταξύ των διαφόρων επαγγελματιών.

Περισσότεροι από το 40% των ατόμων που απασχολούνταν ως εργάτες στις κατασκευές και στα ορυχεία χρησιμοποίησαν το πρόγραμμα.

Μεταξύ των χειριστών βαρύ εξοπλισμού, όπως εκσκαφείς, μπουλντόζες και graders, σχεδόν το 37% απέρυσαν χρήματα από το συνταξιοδοτικό τους κομπόδεμα. Οι εργαζόμενοι σε εργοστάσια ήταν οι επόμενοι (35%).

Οι εκπαιδευτικοί ήταν οι λιγότερο πιθανό, σε ποσοστό μόλις 6,3%. Άλλοι κλάδοι με μικρό ποσοστό περιλάμβαναν την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών (7,2%), τους νομικούς (9,4%) και τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας (10,5%).

Στο σύνολο, πέντε στους έξι έκαναν ανάληψη όσα περισσότερα χρήματα μπορούσαν.

Κατά μέσο όρο, μείωσαν το υπόλοιπο του αποθεματικού τους κατά 51%.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι για όσους απέσυραν το σύνολο των 20.000 δολαρίων που είχαν στη διάθεσή τους σε δύο αναλήψεις, το μακροπρόθεσμο κόστος για τις αποταμιεύσεις τους στο super θα είναι 120.000 δολάρια.

Οι λογαριασμοί έως και του ενός τετάρτου των αιτούντων άδειασαν μέσα σε λίγες ημέρες από την έναρξη του προγράμματος.

Ο εκ των ερευνητών, κ. Hamilton, πρώην αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών, δήλωσε ότι τα ευρήματα θα πρέπει να αποτελέσουν προειδοποίηση για κάθε πολιτικό που θέλει να επιτρέψει στους ανθρώπους να έχουν πρόσβαση στο super για οτιδήποτε άλλο εκτός από τη συνταξιοδότηση.

Όσοι έκαναν ανάληψη προχώρησαν γρήγορα σε δαπάνες, λαμβάνοντας κατά μέσο όρο 1.064 δολάρια από ΑΤΜ σε μια εποχή που η χρήση μετρητών μειώθηκε σημαντικά.

Ο τζόγος ήταν μια από τις μεγαλύτερες δαπάνες για τα χρήματα που αποσύρθηκαν, με μέσο όρο ανά άτομο 293 δολάρια.

Οι μισθωτοί με το χαμηλότερο εισόδημα ήταν πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν την ανάληψή τους για τυχερά παιχνίδια, οι έχοντες υψηλότερα εισοδήματα ήταν πιο πιθανό να αποταμιεύσουν την ανάληψή τους.

Εκείνοι που έκαναν ανάληψη από το super ξόδεψαν τουλάχιστον το 43%, ή περίπου 4000 δολάρια, της πρώτης τους ανάληψης μέσα σε οκτώ εβδομάδες. Οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 129% το πρώτο δεκαπενθήμερο από την έναρξη λειτουργίας του προγράμματος.

Τα τέσσερα υψηλότερα ποσοστά απόσυρσης ήταν σε περιοχές της χώρας όπου πάνω από το 80% των κατοίκων είναι αυτόχθονες Αυστραλοί. Σε αυτά περιλαμβάνονταν οι περιοχές του βόρειου Κουίνσλαντ, Northern Peninsula, Yarrabah, Palm Island και οι νήσοι Torres Strait.

Ακόμη, οι άνθρωποι στα βορειοδυτικά προάστια της Μελβούρνης είχαν σχεδόν 10 φορές περισσότερες πιθανότητες από αυτούς στα εύπορα ανατολικά προάστια της πόλης να εξαντλήσουν τις συντάξεις τους για να τα βγάλουν πέρα κατά την πανδημία COVID-19.

Περίπου ένας στους τρεις σε περιοχές όπως το Meadow Heights, το Campbellfield και το Craigieburn πήρε χρήματα από το super. Άλλα σημεία με πολλές αναλήψεις ήταν τα αναδυόμενα δυτικά προάστια, όπως το Melton, ενώ στα νοτιοανατολικά της πόλης, ένα υψηλό ποσοστό κατοίκων γύρω από το Cranbourne έκανε χρήση των λογαριασμών του.