Χωρίς μουσική και κουβέντα δεν περνάει η ζωή, τα χρόνια και οι στιγμές της.

Είναι μια διαπίστωση που δεν χρειάζεται καμμία αμφισβήτηση, μα και ούτε και δεύτερη κουβέντα. Έτσι με την καλή παρέα το λόγο, τον ήχο και τις φωνές γίνονται ένα. Αλλά και κατά μόνας, προχωράς, ξεφυλλίζεις τα δρώμενα της καθημερινότητας, την ιστορία, τον πολιτισμό του τόπου, κοινωνείς στις πτυχώσεις τους, αναδεικνύεις τα σημεία τα ορατά και τα αόρατά τους, αλλά και εγκιβωτίζεσαι στο ρυθμό του πόνου, του παραπόνου, της αγάπης, του πάθους τους, χορεύουντας, μα και σιγοψυθιρίζοντας τα αναδεικνύεις. Είναι διαρκές το ταξίδι και το εισιτήριό τους δεν λήγει. Και ο καθείς από την αφετηρία του συναντιέται μέσα στα ρεφρέν, το μεδούλι των κυμάτων τους, το ρουφάει και όλοι οι συγκερασμοί που αυτά φέρνουν στο άκουσμά τους, με την αυθορμησιά τους σε καθηλώνουν, σε μαγεύουν.

Στο κέντρο της μνήμης και της καρδιάς μας εδώ και δεκαετίες βρίσκονται τα τραγούδια του Γιώργου Νταλάρα, αλλά και όλα εκείνα τα τραγούδια άλλων δημιουργών που τα ερμηνεύει και αυτά με πολύ μεράκι και μαεστρία.

Ακτινωτά και καίρια μας συναντούν οι μελωδίες που η φωνή του τις κεντάει και χρώματα τις δίνει.

Όπου Γης, σε όποια γωνιά αποδημίας, ενδημίας, δεν υπάρχει κάποιος/α που να μην έχει συντροφεύσει το τοπίο και το χρόνο της ψυχής του, τις μεγάλες ή μικρές στιγμές του με τα εμβληματικά του τραγούδια που τα εκπέμπει από σκηνής, από συχνότητες ραδιοφώνου μα και από μια έστω κασετούλα ή από κάποια αποθήκη κινητού.

Φωτογραφία: Chris Pelekanis

Με σχεδόν ενενήντα προσωπικούς δίσκους στο ενεργητικό του, με συνεργασίες συνθετών, στιχουργών, ποιητών, όπως Μ. Θεοδωράκη, Ο. Ελύτη, Γ. Ρίτσου, Μ. Αναγνωστάκη, Ν. Καββαδία, Μάνου Λοΐζου, Σ. Κουγιουμτζή, Λ. Παπαδόπουλου, Μ. Γκανά, Γ. Ζήκα, Χ. και Π. Κατσιμίχα, Μ. Ελευθερίου, Α. Καλδάρα, Πυθαγόρα και τόσων άλλων, με πωλήσεις, με εκατομμύρια αντίτυπα ανά τον κόσμο, αλλά και με τις συμμετοχές του, ως ερμηνευτής, παραγωγός, μουσικός, σε δίσκους άλλων δημιουργών και με συναυλίες σε μεγάλες και μικρές σκηνές εντός και εκτός Ελλάδας, τον τοποθετούν πολύ ψηλά στο μουσικό γίγνεςθαι ως έναν επιτυχημένο δημιουργό και πρεσβευτή του πολιτισμού, της κουλτούρας μας.

Ένας δημιουργός που μετράει πενήντα και πλέον χρόνια στο τραγούδι, στις μουσικές σκηνές και που έχει πει, υμνήσει τα πάντα από το χώρο και τις χροιές του τραγουδιού, είναι κάτι που δεν το αφήνεις απαρατήρητο να περάσει. Από ρεμπέτικα, λάτιν, ποπ, μπαλάντες, παραδοσιακά, λαϊκά, αλλά και με μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες, μικρά σχήματα, τα πάντα έχουν μέςα τους το είναι της φωνής και της παρουσίας του.

Μερικοί δίσκοι -για την ιστορία και από μνήμης- σταθμοί στην πορεία του Γ. Νταλάρα είναι “Μικρά Ασία”, “Στα ψηλά τα Παραθύρια”, “Οι Μάηδες οι Ήλιοι μου”, “50 χρόνια ρεμπέτικο”, “Ζωντανή ηχογράφηση στην Ιερά Οδό”, “Αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη”, “Μεσόγειος”, “Τα τραγούδια μου”… Υπάρχουν βέβαια και άλλες αξιολογότατες δημιουργίες του, αλλά και είμαι απόλυτα σίγουρος ότι όλοι/ες έχουν τραγούδια του και στην δισκοθήκη και στην καρδιά και στα χείλη τους.

Από πού, όμως, λοιπόν, να αρχίσεις και τι να αφήσεις απ’ έξω και για τον πολίτη άνθρωπο Γ. Νταλάρα, που με τις διακρίσεις και τα βραβεία που του έχουν απονεμηθεί κατά καιρούς και δείχνουν και ένα άλλο κομμάτι του είναι, της πορείας του και της ευρείας αποδοχής του; Ως παράδειγμα επιλέγω τον Οκτώβριο του 2006, το ότι με την έγκριση του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ αλλά και του Ύπατου Αρμοςτή για τους Πρόσφυγες, ανακηρύχθηκε ως ένας από τους επτά Πρεσβευτές Καλής Θέλησης για τους πρόσφυγες παγκοςμίως.

Μένουμε, όμως, επιστρέφουμε στα τραγούδια και τη μουσική του παρουσία, που εδώ και χρόνια από τα πρώτα του βήματα, με πολύ επαγγελματισμό και πολύ αγάπη μας την προσφέρει.

Στο “Πάμε για αλλού”, αλλά και στα “Παραπονεμένα λόγια” του όπου με βάρκα την Ελλάδα, τις μικρές Ελλάδες μας ανοίγουν ένα παράθυρο στο κόσμο, στον Ήλιο, στο όνειρο, στη Φαντασία, στου κάτω κόσμου τα πουλιά, στην νοσταλγία, αλλά και στο παρών στην καθημερινότητά μας, είναι και γίνονται μια διαρκής μαθητεία. Αποκούμπι οι μελωδίες τούτες όπου με την φωνή του Γιώργου Νταλάρα τις νιώθεις, σε αγγίζουν και περνούν ακαριαία εντός σου. Γραντζούνισμα και μέθεξη ψυχής και σώματος ταυτόχρονα γίνεται ο χρόνος, τα νοήματα και ο τόπος τους. Από την άλλη, όπου και αν εμφανιστεί, συνεπαίρνει και συνταξιδεύει το κοινό, τον ακροατή και εικόνες και ντελίριο ψυχής -ψυχαγωγίας με το Ψ κεφαλαίο- φέρνει και τον γεμίζει. Που σημαίνει ότι μας ενώνει η όλη συνακρόαση των τραγουδιών αυτών και ως νόημα και προέκτασή τους φτιάχνουμε τον μύθο και την αλήθεια των εσώψυχών μας. Για παράδειγμα, σκόρπια λόγια και τίτλοι από τα τραγούδια του φτιάχνουν το αφήγημα της στιγμής.

Έχουμε και λέμε: το Διδυμότειχο γίνεται Λεβερκούζεν, οι μικρές Κυκλάδες παίρνουν το πουκάμισο το θαλασσί, με δυό παπούτσια πάνινα στα μάρμαρα που δεν πιάνουν σκουριά και, φυσικά, αν υπάρχει λόγος με αγάπη αφηρηρημένη ακόμη τα καράβια βγαίνουν στην στεριά και θα επιστρέψουν εκείνα τα χρόνια τα παλιά. Και όχι μόνο μέχρι εκεί μας φτάνουν ο ήλιος, η αυγή, της νύχτας το φεγγάρι και το πέλαγός τους. Ανοίγουν και τους ορίζοντές μας τους βιωματικούς και προς άλλες κατευθύνσεις. Η δύναμη, ο λυρισμός, ο λόγος του τραγουδιού, γίνεται πατρίδα ψυχής και ως όριο, σκαλοπάτι και συνέχεια μας, μας περνάει απέναντι σε άλλο πεδίο σημαινόμενων και μαγωδίας.

Όπως και έγιναν όλα αυτά το Σάββατο που μας πέρασε, με την ορχήστρα του επί σκηνής να μαγεύει το κοινό της Μελβούρνης από την πρώτη κιόλας πενιά, από την πρώτη νότα.

Ή όπως λέει και μια στροφή ενός τραγουδιού σαν ένα χελιδόνι που πέρασε, πέταξε κάποια στιγμή από μπροστά μου, μα όταν συνάντησε την αγάπη ως ταξίδι και ανάγκη ζωής, η παγωνιά του καιρού -και του μαύρου ουρανού της εποχής- της Μελβούρνης άλλαξε και ζεστάθηκε. Και με χρώματα και αφηγήματα γέμιζε η όλη ατμόσφαιρα βρήκαν τα λόγια τον τόπο, την λαλιά και την αλφαβήτα τους εντός μας. Είναι κάτι σαν της ανάγκης τα θρανία που σε μαθαίνουν πολλά. Μεταφορικά και κυριολεκτικά η θερμοκρασία των μελωδιών, τραγούδι το τραγούδι ανέβαινε στην νύχτα στο χώρο της συναυλίας και η όποια απόσταση μεταξύ σκηνής και θεατών δεν υπήρχε.

Τα τραγούδια αυτά με το ήθος, το ύφος και το πεπρωμένο τους, αλλά και το κύμα τους, έγιναν -αλλά και θα γίνονται για πολλά χρόνια- ταξίδια, φάροι, διαδρομές διαρκείας φωτεινές μα και στο χρόνο και στο χώρο της ψυχής και των αισθήσεών μας θα είναι σε θέση λαμπρή, πολύ ψηλά.

Επί σκηνής, η Α. Στρατηγού και Α. Τζουγανάκης -που συνόδευσαν το όλο πρόγραμμα- απέδωσαν εκπληκτικά τα τραγούδια και καταχειροκροτήθηκαν, όπως και η δεκαμελής ορχήστρα. Δεν είναι δε και τυχαίο ότι το πρώτο και το τελευταίο τραγούδι της συναυλίας, ήταν πάνω σε σύνθεση του Μ. Θεοδωράκη.

Το ίδιο εικάζω ή, ακόμη περισσότερα από τα παραπάνω, ακαριαία και εν την πορεία συναισθανθήκαμε και όλοι/ες ανεξαρτήτως ηλικίας που παρευρεθήκαμε σε αυτή την πολύ πετυχημένη εκδήλωση-συναυλία του Γιώργου Νταλάρα στο Margaret Court Arena (σε συνεργασία και με το Ελληνικό Μουσείο της πόλης μας), ο οποίος έχει έρθει αρκετές φορές για συναυλίες στην πόλη μας, που και αυτές έχουν μείνει στην ιστορία και για τον παλμό, το χειροκρότημα, την ομορφιά των μελωδιών, αλλά και το πολυποίκιλο κοινό.

Στο τέλος της συναυλίας εκ μέρους του Ελληνικού Μουσείου, ο κ. Σ. Αλατσάς, πέραν των ευχαριστιών του για το φανταστικό πρόγραμμα, πρόσφερε αναμνηστικά δώρα στους τρεις καλλιτέχνες μέσα σε κλίμα εγκαρδιότητας και χειροκροτημάτων.

Οι επόμενες συναυλίες του Γ. Νταλάρα και του όλου σχήματος, θα δοθούν στο Σίδνεϊ και στο Περθ.