Η περαιτέρω αύξηση του προσδόκιμου της ζωής στην Αυστραλία τα επόμενα χρόνια -όπως περιγράφεται στη «Διαγενεακή Έκθεση» που έδωσε στη δημοσιότητα ο υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers- κάθε άλλο παρά άσχημα μαντάτα είναι για τους κατοίκους της χώρας. Βέβαια, το γήρας, ως γνωστόν, «ου γαρ έρχεται μόνον», ειδικά σε σχέση με τα προβλήματα υγείας.
Σύμφωνα με μελέτες πάντως δεν είναι λίγοι οι ηλικιωμένοι που εκτός από μακροζωία, μπορούν να έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής, κάνοντας -όσοι είναι σε θέση- κάποια «απλά πράγματα». Μάλιστα, ένα από αυτά, είναι ήδη αρκετά προσφιλές στην πλειοψηφία των ομογενών μας και μπορεί να αποτελεί «λαϊκή σοφία», όμως φαίνεται πως έχει και επιστημονική βάση.
Τι πρέπει να κάνουν; Κάποια σωματική δραστηριότητα -να παίζουν δηλαδή- με τα εγγόνια τους, στο μέτρο πάντα του εφικτού! Να λοιπόν ένα ακόμη από τα «μυστικά» της μακροημέρευσης των Ελλήνων μεταναστών της Αυστραλίας (αλλά και μία… καλή δικαιολογία για τα παιδιά τους να αφήνουν τα εγγόνια στους παππούδες και τις γιαγιάδες περισσότερο).
ΤΑ «ΜΥΣΤΙΚΑ»
Υπενθυμίζεται ότι οι Ελληνοαυστραλοί -σύμφωνα με τον γιατρό, ειδικό σε θέματα υγιεινής διατροφής και επί δεκαετίες ιατρικό συντάκτη, Norman Swan- έχουν το δεύτερο υψηλότερο προσδόκιμο ζωής στον Κόσμο, μετά τους Ιάπωνες που ζουν στη Χαβάη.
Σύμφωνα με τον κ. Swan, όπως έχει γράψει ο «Νέος Κόσμος», η μεσογειακή διατροφή διαδραματίζει κομβικό ρόλο για τους Έλληνες μετανάστες, χωρίς όμως να συνιστά από μόνη της το «κλειδί» της μακροζωίας:
«Έχουν τον δικό τους κήπο, μαγειρεύουν με φρέσκα υλικά … (στον κήπο), ασκούνται στον καθαρό αέρα, διαχειρίζονται το καθημερινό άγχος και αποκτούν μια δημιουργική ενασχόληση που αποτελεί πηγή καθημερινών στόχων και ικανοποίησης». Ένα επιπλέον «μυστικό», σύμφωνα με τον κ. Swan, είναι η θρησκευτική πίστη καθώς οι Έλληνες «νηστεύουν για περίπου 100 ημέρες τον χρόνο».
Ας μην ξεχνάμε και το αφιέρωμα του δημοσιογράφου της «The Australian», Cameron Stewart που παρουσίαζε τους Ελληνοαυστραλούς πρώτης γενιάς ως «μετανάστες-θαύμα». Οι περισσότεροι, έγραφε, προσπάθησαν να αντιγράψουν τη ζωή στο χωριό, φυτεύοντας στον κήπο τους -με την παράλληλη σωματική άσκηση- τρώγοντας παραδοσιακά. Εκεί φαίνεται να βρίσκεται και το «μυστικό» της μακροζωίας τους, επεσήμανε. Όχι μόνο επειδή τρώνε υγιεινά, αλλά επειδή αυτή η απασχόληση συνδέεται και με μία σειρά από συνήθειες που τους χαρίζει μια πλήρη και ευτυχισμένη ζωή.
Όπως και το παιχνίδι με τα εγγόνια, σύμφωνα με νέες επιστημονικές έρευνες που διεξάγονται.
ΜΑΚΡΟΖΩΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ
Οι μελέτες αυτές δείχνουν ότι οι παππούδες και οι γιαγιάδες που παίζουν τακτικά με τα εγγόνια παραμένουν ενεργοί και υγιείς για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ζουν περισσότερο, επεσήμανε πρόσφατα ο δοκιμιογράφος Bob Brody στην αμερικανική εφημερίδα Washington Post (έγινε αναδημοσίευση προ ημερών από την αυστραλιανή The Age).
Η άσκηση, τόνιζε ο κ. Brody, προάγει επίσης πλεονεκτήματα πολύ πέρα από τα «καθαρά» σωματικά:
«Μέσα από το παιχνίδι μαζί, παππούδες και εγγόνια μπορούν να γνωρίσουν, να κατανοήσουν και να εκτιμήσουν καλύτερα ο ένας τον άλλον. Είναι εγγενώς κοινωνικό, διανοητικά διεγερτικό, προσδίδει στη ζωή σας μια επιπλέον αίσθηση σκοπού και νοήματος και μπορεί να δημιουργήσει μια υγιή σχέση ζωής».
«Το παιχνίδι με τα παιδιά προσθέτει αξία όχι μόνο για τα παιδιά, αλλά και για τους ενήλικες που τα φροντίζουν», σύμφωνα με την Έκθεση «Η Δύναμη του Παιχνιδιού» (The Power of Play), που δημοσίευσε η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής το 2018.
Οι ενήλικες, ανέφεραν τα ευρήματα, μπορούν «να ξαναζήσουν ή να ξαναζωντανέψουν τη χαρά της δικής τους παιδικής ηλικίας και να αναζωογονηθούν … Το παιχνίδι επιτρέπει στα παιδιά και τους ενήλικες να βυθιστούν με πάθος και ολοκληρωτικά σε μια δραστηριότητα της επιλογής τους και να βιώσουν έντονη χαρά».
Κάτι που μπορούν κάλλιστα να επιβεβαιώσουν οι συμπάροικοι.
Το παιχνίδι μεταξύ παππούδων/γιαγιάδων και εγγονιών δεν έχει ερευνηθεί αρκετά ακόμη, επεσήμανε ο κ. Brody, αλλά μια μελέτη του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης έδειξε πώς οι γονείς των γονιών «συμβάλλουν σε μια οικογενειακή κουλτούρα σωματικής δραστηριότητας».
«Οι παππούδες και οι γιαγιάδες αναγνώρισαν το παιχνίδι ως βασικό στοιχείο του ρόλου της φροντίδας των εγγονιών. Το παιχνίδι αυτό οικοδόμησε δεσμούς μεταξύ των γενεών και παρακίνησε τους παππούδες και τις γιαγιάδες να παραμείνουν ακόμη περισσότερο δραστήριοι».
Ο καθηγητής Michael Rogers, Διευθυντής του Κέντρου για τη Σωματική Δραστηριότητα και τη Γήρανση στο Wichita State University, επεσήμανε μάλιστα ότι οι γιαγιάδες και οι παππούδες, «μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα στη μετάδοση ενός ενεργού τρόπου ζωής. Τον νομιμοποιούν για τις μελλοντικές γενιές ως μια αξιόλογη πρακτική για τη διατήρηση της υγείας».
Στο Βέλγιο, ερευνητές του Vrije Universiteit Brussel «τρέχουν» το πρόγραμμα Healthy Grandparenting Project. Μεταξύ των κατοίκων της χώρας ηλικίας 50 ετών και άνω, εκτιμάται ότι το 62% των ανδρών και το 70% των γυναικών είναι παππούδες και γιαγιάδες, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς (53%) φροντίζουν τα εγγόνια τους, για -κατά μέσο όρο- 13 ώρες σε μια «τυπική» εβδομάδα.
Η διετής μελέτη – πιθανώς η πρώτη του είδους της και πρόκειται να ολοκληρωθεί το επόμενο έτος – θα συγκρίνει τρεις πληθυσμούς: τους παππούδες/γιαγιάδες που φροντίζουν εγγόνια, αυτούς που δε φροντίζουν και αυτούς που δεν έχουν εγγόνια. Εξετάζονται 276 συμμετέχοντες, 50% άνδρες και 50% γυναίκες, που τα εγγόνια τους δεν είναι μεγαλύτερα από 5 ετών.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν να μετρήσουν τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας (ελαφριά, μέτρια και έντονη), καθώς και την καθιστική συμπεριφορά, τη σύσταση του σώματος και την ποιότητα ζωής.
Ακόμη, το Πανεπιστήμιο της Γάνδης (στο Βέλγιο επίσης), ανέπτυξε πρόσφατα μια διαγενεακή πρωτοβουλία, η οποία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί κατά το ήμισυ, με την ονομασία Grandpact Project. Στόχος είναι η προώθηση της σωματικής δραστηριότητας μεταξύ παππούδων και εγγονιών.
Σε δημοσιευμένη μελέτη οι ερευνητές ανέφεραν ότι το εν λόγω Πρόγραμμα αναμένεται να βελτιώσει όχι μόνο τη σωματική δραστηριότητα και τη γνωστική λειτουργία των ηλικιωμένων αλλά και τα κίνητρα, την ψυχοκοινωνική ευημερία και – το καλύτερο από όλα – την ποιότητα της σχέσης με τα εγγόνια τους.
Μία άλλη μελέτη κατέδειξε ότι οι παππούδες και οι γιαγιάδες -ιδίως οι γιαγιάδες- αποκτούν οφέλη για την υγεία απλώς και μόνο από το να «εμφανίζονται» με σκοπό να φροντίσουν τα εγγόνια, ακόμη και αν δεν είναι σωματικά δραστήριοι.
Σε έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από το Συμβούλιο Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών στη Βρετανία, ερωτήθηκαν 8.972 γιαγιάδες και 6.567 παππούδες ηλικίας 50 ετών και άνω, οι οποίοι είχαν τουλάχιστον ένα εγγόνι και ζούσαν στην Αυστρία, το Βέλγιο, την Ελβετία, τη Γερμανία, τη Δανία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Ολλανδία και τη Σουηδία.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι γιαγιάδες που παρείχαν φροντίδα για τα παιδιά – είτε συχνά είτε σπάνια – είχαν «σημαντικά υψηλότερες βαθμολογίες σωματικής υγείας» από εκείνες που δεν παρείχαν καμία φροντίδα.
Η φροντίδα των εγγονιών, σύμφωνα με το συμπέρασμα, μπορεί να εμπνεύσει τους παππούδες και τις γιαγιάδες να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν τις υγιεινές συμπεριφορές, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής δραστηριότητας.
Σε κάθε περίπτωση, επεσήμανε ο κ. Brody, οι παππούδες και οι γιαγιάδες θα πρέπει να ακολουθούν ορισμένες πρακτικές οδηγίες για να αποφεύγουν τους τραυματισμούς και να παραμένουν ασφαλείς.
«Το μέτρο είναι το ‘κλειδί’», δήλωσε ο καθηγητής Rogers του Wichita State University. «Θα πρέπει να αποφεύγετε να κάνετε υπερβολική δραστηριότητα για να αποφύγετε να αγχωθείτε, να νιώσετε εξουθενωμένοι και να υποστείτε τραυματισμό».
ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Σε κρατικό επίπεδο, κατά τη «Διαγενεακή Έκθεση», το γήρας «φέρνει» προκλήσεις για την ευρύτερη λειτουργία της οικονομίας κάτι που θα επηρεάσει και τον τρόπο ζωής της κοινωνίας.
Σε προσωπικό επίπεδο -όπως ξέρουν καλά οι παλαιότεροι συμπάροικοι- «φέρνει» προκλήσεις που αφορούν (κυρίως, αλλά όχι μόνο) προβλήματα υγείας -σωματικής ή/και ψυχικής- γνωστικής ικανότητας, αλλά και κινητικότητας.
Οι κυβερνώντες ανακοίνωσαν ήδη ότι θα προσπαθήσουν να ορίσουν τις πολιτικές εκείνες -και στον τομέα Φροντίδας- ώστε όλοι οι ηλικιωμένοι πολίτες «να έχουν πρόσβαση σε ασφαλείς και αξιοπρεπείς υπηρεσίες φροντίδας, τώρα και στο μέλλον».
Ο πολιτικός χρόνος όμως, συχνά, κυλά διαφορετικά από ό,τι τον πραγματικό και οι όποιες αλλαγές, ίσως χρειαστούν κάποιο καιρό. Ίδωμεν…
Στο μεταξύ, το μόνο σίγουρο είναι ότι το γήρας δεν περιμένει. Είναι αναπόφευκτο. Και ο κάθε ένας αντιμετωπίζει διαφορετικά τις προσωπικές προκλήσεις που του επιβάλλει το «βάρος» των χρόνων στην πλάτη του.
Ο «Νέος Κόσμος» έχει δημοσιεύσει ουκ ολίγες ιστορίες ηλικιωμένων ομογενών, που παρά τις όποιες αντιξοότητες συνεχίζουν να εργάζονται, να δημιουργούν, να βοηθούν, να προσφέρουν, να… να… να…
Μόλις προ ημερών η δημοσιογράφος μας, Κυριακή Κάππα, έγραψε για την περίπτωση του 83χρονου Γεώργιου Καπελέρη, ο οποίος δίνει τη δική του μάχη με τη νόσο του Πάρκινσον εδώ και 17 χρόνια, αλλά δεν το βάζει κάτω, με «εφόδιο» την αγάπη πάντα της οικογένειάς του και την Τέχνη.
Δεν ξεχνάμε βέβαια ότι υπάρχουν και οι περιπτώσεις συνανθρώπων μας που πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας δεν τους επιτρέπουν να είναι όσο ενεργοί θα ήθελε η καρδιά τους.