Πόσα μονοπάτια μπορεί να ακολουθήσει κανείς μέσα σε μια ζωή; Πόσα όνειρα και πόσους στόχους μπορεί να πετύχει μέχρι να κατασταλάξει;

«Όσα τραβάει η ψυχή του» απαντά η ομογενής συγγραφέας, Βίβιαν Παγκουρέλια-Βασιλειάδη, γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, Βίβιαν Βας, μέσα από το νέο της βιβλίο με τον τίτλο «Spinning Plates Changing Hats», το οποίο παρουσιάστηκε σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Δίκτυο Ελληνίδων Μελβούρνης Βικτωρίας «Ηλιάδες», σε συνεργασία με την ΕΕΑΜΑ στην αίθουσα της ΕΕΑΜΑ Stars International, την Κυριακή, 19 Σεπτεμβρίου.

Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε μέσα σε μια ζεστή και φιλική ατμόσφαιρα μεταξύ φίλων και στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία. Τελετάρχης ήταν η πάτρωνα του Δικτύου, κα Ρένα Φραγκιουδάκη, με το δικό της μοναδικό τρόπο, τονίζοντας «πόσο σημαντικό είναι να καταγράφονται αυτές οι προσωπικές εμπειρίες και βιώματα της μετανάστευσης ώστε και οι νεότερες και επερχόμενες γενιές να μαθαίνουν, να κατανοούν και να διδάσκονται μέσα από αυτές τις καταθέσεις ζωής».

Το βιβλίο που είναι το δεύτερο της κας Παγκουρέλια, είναι, όπως η ίδια είπε στον «Νέο Κόσμο» «ένα κομμάτι μόνο της ζωής μου και όχι η αυτοβιογραφία μου».

Η ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΔΙΑΡΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

Το «Spinning Plates Changing Hats», όπως το βάπτισε η νύφη της συγγραφέα, Erin, γραφόταν επί μια 15ετία και είναι η ιστορία μιας νεαρής μετανάστριας που μεγάλωσε στη χώρα της αφθονίας και μέσα σε 57 χρόνια άλλαξε 70 θέσεις εργασίας ακολουθώντας 10 διαφορετικές καριέρες!

«Είναι κόρη, μητέρα, σύζυγος, αδελφή, εγγονή, επιχειρηματίας και φοιτήτρια ταυτόχρονα. Αλλάζει πολλά καπέλα και ασχολείται με πολλά διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα καθώς υπερπηδάει τα εμπόδια του διαζυγίου, της απώλειας αγαπημένων προσώπων και των προβλημάτων ψυχικής υγείας. Κοιτάζει κατάματα τις προκλήσεις των εργασιακών εμπειριών και με περίπου 10 αλλαγές καριέρας, επιβιώνει από την οικονομική ύφεση, τον εκφοβισμό, τον εκβιασμό, τον ρατσισμό, τον σεξισμό και όλα τα συναφή κοινωνικά φαινόμενα», περιγράφει η συγγραφέας.

Μέσα από τη δική της εμπειρία, η Βίβιαν Βας καταγράφει μια ολόκληρη εποχή από το 1963 έως το 2012. «Μπορεί να αναγνωρίσετε μερικά σημαίνοντα ή γνωστά πρόσωπα της κοινότητάς μας και κάποιους πολιτικούς ηγέτες που επηρέασαν την πορεία που ακολούθησε η χώρα», λέει η ίδια.

Η μητέρα της από την Αθήνα, ο πατέρας της από το Κάιρο με καταγωγή από το Πήλιο, ήταν πάντα δίπλα της για να την παρακινούν να μορφώνεται και να προχωρά.

«Ατίθασο πνεύμα» την αποκαλούσε ο πατέρας της και η πορεία της Βίβιαν δεν τον διέψευσε.

«Ξεκίνησα από τη λογιστική και αφού ολοκλήρωσα τις σπουδές μου άσκησα το επάγγελμα για δύο χρόνια. Γρήγορα ένιωσα πως το είχα μάθει τόσο καλά που δεν μου πρόσφερε πλέον κάτι. Ήθελα μια άλλη πρόκληση, διψούσα για γνώση. Έτσι πέρασα στην ψυχολογία, στην έρευνα, στη διερμηνεία, στη δημοσιογραφία, στην διδασκαλία, στις επιχειρήσεις, άλλαξα δέκα καριέρες», λέει στον «Νέο Κόσμο» η συγγραφέας.

Η συγγραφέας Βίβιαν Παγκουρέλια-Βασιλειάδη με τον σύζυγό της, Σωκράτη. 

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πριν παντρευτεί, ταξίδεψε πολύ, δούλεψε στο εξωτερικό κι αυτό ήταν για εκείνη μια ευκαιρία να βάλει τον εαυτό της στο μικροσκόπιο και να προσπαθήσει να αποκρυπτογραφήσει την ταυτότητά της. Μια ακόμα πρόκληση για την Βίβιαν Βας που περιλαμβάνεται στο βιβλίο.

Η ίδια εξηγεί: «Το άλλο στοιχείο που τονίζεται [στο βιβλίο] είναι, τι σημαίνει να είσαι Έλληνας μέσα από τα δικά μου μάτια. Στα πρώτα μου χρόνια ως νεαρή ενήλικη ήμουν μπερδεμένη σχετικά με την ταυτότητά μου τόσο πολιτισμικά και προσωπικά εξαιτίας μιας σειράς περιστατικών, που μου συνέβησαν. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι εδώ στην Αυστραλία που με ρωτούσαν από πού κατάγομαι: ‘Έχεις προφορά; Είσαι από την Κεϋλάνη;’ Από την άλλη, στην Ελλάδα με ρωτούσαν στα αγγλικά από πού κατάγομαι; Και στην Αγγλία, όταν απαντούσα στο τηλέφωνο στη δουλειά άκουγα: ‘Ω, πρέπει να είσαι το νέο κορίτσι από την Αυστραλία; Εγώ ρωτούσα: ‘πώς το ξέρετε;’ Κι εκείνοι απαντούσαν: ‘Από τον τρόπο που μου είπες “Γεια σου”!’».

«Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε η προσωπική σύγχυση λόγω της ανατροφής και της σχολικής μου εκπαίδευσης και υποθέτω ότι ο εγκέφαλός μου είχε υποσυνείδητα προγραμματιστεί ώστε να πηγαίνω απλά στη δουλειά και μόνο. Επομένως, όλη μου τη ζωή εργαζόμουν. Είχα επικεντρωθεί στο να κερδίζω χρήματα για να βάζω ψωμί στο τραπέζι. Δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι επειδή ήμουν γυναίκα έπρεπε να μείνω στο σπίτι και να μεγαλώνω τα παιδιά. Ένιωθα ότι ήμουν υπεύθυνη όχι μόνο για να συντηρήσω τον εαυτό μου αλλά και την οικογένειά μου. Με άλλα λόγια, ένιωθα ότι έδινα κάθε μέρα μάχη για τον επιούσιο, ένιωθα σαν το αρσενικό της οικογένειας. Δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι αυτό που έκανα και ο τρόπος που ζούσα δεν ήταν ο κανόνας».

«Όλα αυτά τα περιστατικά αποτέλεσαν την αφορμή να αναρωτηθώ για τον εαυτό μου και να σκεφτώ ‘ποια και τι στο καλό είμαι’. Ήμουν διχασμένη. Ελληνίδα, Αυστραλή, άνδρας, γυναίκα. Ταυτιζόμουν με όλους αυτούς τους χαρακτήρες, αλλά ένιωθα ότι ήμουν λίγο από το ένα και λίγο από το άλλο. Τι είμαι εγώ, ένα φρικιό; Δεν ανήκω εδώ!», ήταν τα βασανιστικά ερωτήματα που απασχολούσαν τη συγγραφέα και τα οποία, όπως λέει η ίδια την ωθούσαν διαρκώς στον αγώνα για ολοκλήρωση.

«Ήταν σα να βρισκόμουν σε μια φρενίτιδα αλλάζοντας διαρκώς δουλειές και ψάχνοντας το τι θα κάνω μετά, τι θα σπουδάσω μετά, τι θέλω να γίνω μετά;». Έτσι άλλαζε κατεύθυνση σπουδών, δουλειές, επαγγέλματα. «Ήταν σαν ένα ποτήρι δίχως πάτο, αναζητούσα μανιωδώς την ολοκλήρωση», λέει.

«Όπως όλοι, όταν είσαι μέσα στη φωτιά προσπερνάς τα εμπόδια όπως έρχονται. Είσαι μέσα και δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς, να κάνεις ένα βήμα πίσω, να κάνεις έναν απολογισμό και να ανασυνταχθείς, ας πούμε. Όταν είσαι μέσα στη φωτιά, η πρώτη σκέψη που σου έρχεται στο μυαλό είναι πώς να σωθείς, με κάθε τρόπο. Και όπως μου είπε πρόσφατα ο γιος μου, εγώ απλά ορμούσα στη φωτιά», περιγράφει γλαφυρά εκείνη την περίοδο της ζωής της.

«ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΜΠΝΕΥΣΩ»

Η συγγραφέας, εξηγεί ότι το βιβλίο «Spinning Plates Changing Hats», «όπως και όλα τα γραπτά μου έχουν ως στόχο να εμπνέουν και να παρακινούν. Αν μπορέσω να αγγίξω έναν άνθρωπο, μια ψυχή μέσα από τις σελίδες του βιβλίου μου, τότε αυτή είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή μου. Όταν ένας άνθρωπος μπορεί να μοιραστεί ή μπορεί να ταυτιστεί με την εμπειρία μου και αν εμπνευστεί και βρει αξία σε αυτό που διάβασε τότε έχω πετύχει τον σκοπό μου στη ζωή».

Μητέρα δύο παιδιών και γιαγιά πέντε εγγονιών, ζει με τον δεύτερο σύζυγό της, Σωκράτη, με τον οποίο λέει χαριτολογώντας ότι αποτελούν «ομάδα» και ήδη έχει ξεκινήσει τη συγγραφή του επόμενου βιβλίου της στο οποίο πραγματεύεται τις προσωπικές σχέσεις φιλτραρισμένες μέσα από τις δικές της εμπειρίες.

Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του βιβλίου «Spinning Plates Changing Hats»

Παράλληλα, στοχεύει στην απόκτηση ενός διδακτορικού στη συγγραφή στο Monash University.

Η πολυπράγμων συγγραφέας, λέει για τον εαυτό της: «είμαι μεγάλη τρελάρα, πηγαία αισιόδοξη, μου αρέσει να γελάω δυνατά, έχω πείσμα και επιμένω μέχρι να επιτύχω το στόχο μου».

Η επιμονή της την έχει δικαιώσει πάντα και η συμβουλή της είναι να μην εγκαταλείπει κανείς τα όνειρά του.

ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΟ ΦΩΣ

Για τον επίλογο επέλεξα ένα απόσπασμα από την εισαγωγή του βιβλίου «Spinning Plates Changing Hats», το οποίο αναφέρεται σε ένα τραυματικό βίωμα των παιδικών χρόνων της συγγραφέα:

«Βαθιά κάτω από το φλοιό της γης καίει μια φωτιά. Εκεί ζουν οι δαίμονες. Χιλιάδες από αυτούς. Ο Θεός τιμώρησε τον Διάβολο και τον εξόρισε στην Κόλαση για τις αμαρτίες του. Εκεί, αυτός και οι δαίμονές του καίγονται για πάντα και για πάντα. Αλλά όταν το ρολόι χτυπάει μεσάνυχτα, οι δαίμονες βγαίνουν έξω, και αν βρουν μικρά παιδιά που δεν κοιμούνται, τα παίρνουν κάτω στους λάκκους της φωτιάς και τα καταβροχθίζουν. Γι’ αυτό, καλύτερα να κοιμηθείς τώρα, Βασούλα, πριν έρθουν οι διάβολοι και σε αρπάξουν». Η Marija, η υπηρέτρια που ήταν και η μπέιμπι σίτερ μου τις νύχτες που η μαμά και ο μπαμπάς έβγαιναν για φαγητό, μου το έλεγε αυτό. Τα λόγια τρύπωσαν στα αυτιά μου, σκορπίζοντας τον πανικό πριν να βυθιστούν μέσα στην ψυχή μου και να γίνουν ένα με αυτήν για πάντα. Ήμουν τριών ετών.

Για τα επόμενα 40 χρόνια, πέρασα κάθε νύχτα τα μεσάνυχτα ξύπνια, απολιθωμένη. Το ότι κάποιος πρέπει να πεθάνει, ότι όλα έχουν ένα τέλος, ήταν αδιανόητο.

«Πέφτεις με ελεύθερη πτώση στην άβυσσο της αιωνιότητας και τι θα συμβεί μετά;» Αναλογιζόμουν χωρίς να βλέπω απάντηση».

Η απάντηση τελικά βρήκε η ίδια την Βίβιαν Παγκουρέλια–Βας, με τη μορφή της εσωτερικής της Μούσας, που την έβγαλε από τα σκοτάδια, παρασύροντάς την σε ένα τρελό στριφογύρισμα στη ζωή, με το αστείρευτο πείσμα της να γυρίσει τα ρολόγια από τα μεσάνυχτα στο καταμεσήμερο.