ΑΥΡΙΟ  ψηφίζουμε στην Αυστραλία. Καλούμαστε να ψηφίσουμε «ΝΑΙ» σε μια συμβολική αναγνώριση των δικαιωμάτων που έχουν στην χώρα τους οι πρώτοι της κάτοικοι ή «ΟΧΙ». Δηλαδή να ζουν στην μιζέρια και την εξαθλίωση στην ίδια τους την χώρα.

ΟΛΕΣ οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως το «ΟΧΙ» θα υπερισχύσει.

Η παραπληροφόρηση έχει οργιάσει αυτές τις μέρες. Ακόμα και στις τάξεις της παροικίας μας.

ΔΕΝ είναι λίγοι οι ομογενείς που πιστεύουν πως αν υπερισχύσει το «ΝΑΙ» οι Αβορίγινες «θα μας πάρουν τα σπίτια και θα μας διώξουν από την Αυστραλία»!

ΚΑΠΟΙΟΙ τηλεφώνησαν στον «Νέο Κόσμο» να μας πουν πως θα ψηφίσουν «ΟΧΙ» γιατί οι Αβορίγινες τάχθηκαν υπέρ των… Σκοπίων στη διαμάχη τους με τους… Έλληνες.

Μιλάμε για παραμύθια που βρήκαν απήχηση στο εκλογικό σώμα.

ΕΥΚΑΙΡΙΑ, λοιπόν, να καταρρίψουμε κάποιους μύθους..

Έγραφε, πριν λίγα χρόνια, ο Γιάννης Καμπουράκης, όταν ήρθε από την Ελλάδα «για να γνωρίσει την Αυστραλία»:

Η ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ είναι χωρίς αμφιβολία μια πλούσια χώρα. Οι πόλεις, διάσπαρτες στις αχανείς εκτάσεις της ηπείρου διασφαλίζουν μια πολύ καλή ποιότητα ζωής για τους κατοίκους τους μέσω κοινωνικών παροχών, οργανωμένου συστήματος υγείας, αποτελεσματικού δικτύου μεταφορών, καλών μισθών, μεγάλων πάρκων και δημοσίων χώρων κλπ. Σπάνια αντικρίζει κανείς τη φτώχεια που υπάρχει στην Ευρώπη. Άλλωστε, αυτή είναι η εικόνα που έχει ο κόσμος για την Αυστραλία: μια γη των ευκαιριών, όπου οι δυνατότητες προσωπικής ανέλιξης μοιάζουν τεράστιες και όπου η πιθανότητα μιας καλής και ήσυχης ζωής σχεδόν βέβαιη για τους εργατικούς και φιλόδοξους.

Στο περιθώριο αυτού του κοσμοπολίτικου οικονομικού παραδείσου αναφύεται ένα ζήτημα σε μεγάλο βαθμό άγνωστο στη διεθνή κοινότητα, άρρηκτα όμως συνδεδεμένο με την ιστορία της Αυστραλίας: το ζήτημα των Αβορίγινων, του ιθαγενούς πληθυσμού της Αυστραλίας.

ΟΙ ΑΒΟΡIΓΙΝΕΣ βρίσκονται στον αντίποδα της πραγματικότητας που περιγράφηκε, σε μια παράλληλη διάσταση μέσα στην ίδια χώρα. Ζουν συνήθως σε καταυλισμούς οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι στη μέση έρημων εκτάσεων (εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από οργανωμένους οικισμούς), σε λυόμενα σπίτια ή σε παραπήγματα όπου οι συνθήκες είναι εξαιρετικά δύσκολες, έχουν εντυπωσιακά μικρό προσδόκιμο ζωής (περίπου 60 χρόνια για τους άνδρες και 69 για τις γυναίκες), αντιμετωπίζουν έντονο το πρόβλημα του αλκοολισμού, του αναλφαβητισμού και της κοινωνικής απομόνωσης, προβλήματα τα οποία καθίστανται ακόμα πιο ορατά για αυτούς που κατοικούν στις μεγάλες πόλεις.

ΟΙ ΛΕΥΚΟΙ είναι περήφανοι να επιδεικνύουν στα γραφεία τους, στα μαγαζιά των σουβενίρ και στις γκαλερί την τέχνη των Αβορίγινων αλλά στην πράξη δηλώνουν παντελή άγνοια για τις τριτοκοσμικές καταστάσεις στις οποίες αυτοί διαβιώνουν.

Οι Αβορίγινες κατοικούν στην Αυστραλία τουλάχιστον 40.000 χρόνια (υπάρχουν εκτιμήσεις ακόμα και για 125.000 χρόνια). Η ζωή τους λίγο έχει αλλάξει στα χρόνια αυτά. Μέχρι και την άφιξη των δυτικών, οι Αβορίγινες παρέμεναν κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες.

Δεν όργωναν τη γη, δεν έφτιαχναν μόνιμα καταλύματα, δεν εξημέρωναν ζώα, δεν είχαν γραφή. Ζούσαν σε αυτό που εμείς θα αποκαλούσαμε ανθρώπινη προϊστορία

ΦΥΣΙΚΑ οι άποικοι δεν εκτίμησαν τον ιδιαίτερο πολιτισμό των Αβορίγινων, τους οποίους θεώρησαν σαν ένα είδος λίγο ανώτερο από τα υπόλοιπα άγνωστα ζώα που κατοικούσαν στις ανεξερεύνητες εκτάσεις της νέας γης. Η Αυστραλία κηρύχτηκε terra nullius κι οι λευκοί άποικοι επιδόθηκαν σε σφαγές, βιασμούς και αρπαγές κατά του γηγενούς πληθυσμού. Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα έως και το 1970 (!) παιδιά Αβορίγινων (αυτά που ήταν λιγότερο μαύρα), αρπάζονταν από τις οικογένειές τους προκειμένου να δεχθούν την κατάλληλη παιδεία, τον χριστιανισμό και εν γένει να «εξανθρωπισθούν». Υπάρχουν συνταρακτικές ιστορίες που περιγράφουν μητέρες να βάφουν με κάρβουνο τα πρόσωπα των παιδιών τους «για να μην τα πάρουν οι λευκές κυρίες».

ΓΝΩΣΤΟ είναι και το ζήτημα “black death in custody” που αντανακλούσε την πεποίθηση πως τα μεγάλα ποσοστά θνησιμότητας των Αβορίγινων στις φυλακές (κυρίως τη δεκαετία του ’80) ήταν εξ αιτίας της αστυνομικής βίας. Όπως είπε ενδεικτικά κι ένας ακτιβιστής στην κοινότητα Αβορίγινων Manyallaluk, «μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα μπορούσες να σκοτώσεις ένα μαύρο κι ήταν σα να σκότωνες σκύλο». Οι Αβορίγινες πρώτη φορά θεωρήθηκαν μέρος του πληθυσμού το 1967 (κατόπιν συνταγματικής τροποποίησης) και ο συστηματικός ρατσισμός που αντιμετώπισαν σε όλο το διάστημα της αποικιοκρατίας είναι δύσκολο να περιγραφεί σε ένα άρθρο.

ΜΙΑ βασική και καθολική πολιτική της Αυστραλιανής κυβέρνησης για το ζήτημα του ιθαγενούς πληθυσμού: όλοι όσοι μπορούν να αποδείξουν την ιθαγένειά τους ως Αβορίγινες, δικαιούνται τακτικές εισφορές από την κρατική πρόνοια. Το λεγόμενο “lazy money” βασίζεται στην πεποίθηση της μη προσαρμοστικότητας των Αβορίγινων στο καθεστώς της μισθωτής εργασίας.

EINAI δύσκολο να κατανοήσουμε πραγματικά το πόσο εντυπωσιακή είναι η περίπτωση των Αβορίγινων. Πρόκειται για ένα πληθυσμό που ζούσε στη δικιά μας «προϊστορία» και ξαφνικά (στις περισσότερες περιπτώσεις τον 19ο αιώνα) ήρθε σε επαφή με έναν άλλο πληθυσμό που ήταν στα πρόθυρα της νεωτερικότητας. Η προσαρμογή στο μέλλον, που εκπροσωπεί η λευκή Αυστραλία, φαντάζει για την ώρα αδύνατη για την πλειοψηφία των ιθαγενών που μοιάζουν να θέλουν να διατηρήσουν τις παραδοσιακές δομές και τον τρόπο ζωής τους, ο οποίος περιλαμβάνει ελάχιστες ώρες δουλειάς (2-3 κυνήγι τη μέρα) και την υπόλοιπη μέρα ανάπαυση. Πράγματι, οι Αβορίγινες είναι παράδειγμα για το πώς γίνεται κανείς να ζει ελαχιστοποιώντας τον κόπο και είναι χαρακτηριστικό ότι περνάνε τις περισσότερες ώρες της ημέρας αράζοντας, χωρίς καν να μιλάνε. Οι γυναίκες λένε και καμιά κουβέντα, οι άντρες απλώς κάθονται στη σκιά και συνήθως δεν κάνουν τίποτα μέχρι το τέλος της ημέρας. Τα θέλγητρα του δυτικού πολιτισμού δεν τους ελκύουν και είναι μεμονωμένες περιπτώσεις αυτοί που επιδιώκουν την ενσωμάτωσή τους και την προσωπική τους εξέλιξη.

ΦΑΙΝΕΤΑΙ ότι μας σοκάρει πως κάποιος μπορεί να μη θέλει να γίνει σαν εμάς. Οι Αβορίγινες απέχουν παρασάγγας από την εντατικοποιημένη δυτική κοινωνία με τις υλικές της ανέσεις και το υψηλό βιοτικό επίπεδο.

Επιδιώκουν τη γαλήνη και την ξεγνοιασιά του να ζεις για το σήμερα κι όχι για το αύριο.

Ποια είναι η αντιμετώπιση που επιφυλάσσει ο δυτικός πολιτισμός για το αίνιγμα αυτών που όχι μόνο δυσκολεύονται να τον κατανοήσουν, αλλά δεν προσπαθούν κιόλας να το κάνουν; Μέχρι τώρα οι πολιτικές της αυστραλιανής κυβέρνησης είναι αποσπασματικές. Με το να τους δίνει χρήματα απλώς και μόνο λόγω φυλετικής καταγωγής φουντώνει τον ρατσισμό και την υποτίμηση που δέχονται από τους λευκούς, τους καθιστά μονίμως παρίες, στο περιθώριο της κοινωνικής δράσης, τους μαθαίνει στην αδράνεια και στον πατερναλισμό. Από την άλλη, η προοπτική του να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στις οποίες να προωθούνται κυρίως οι Αβορίγινες ώστε να συνηθίσουν στη μισθωτή εργασία και στην εργασία γενικότερα, κρύβει επίσης έναν πολιτισμικό ρατσισμό.

Γιατί, μολονότι έτσι πιθανώς να αυξάνονται οι πιθανότητες για ευκολότερη ενσωμάτωση των «μαύρων» στη δυτική Αυστραλία, πρόκειται για μια ενσωμάτωση που δεν επεδίωξαν ποτέ οι ίδιοι. Πρόκειται απλώς για τη δικιά μας απόφαση να τους βοηθήσουμε «να γίνουν άνθρωποι», όπως εμείς εννοούμε τους ανθρώπους.

Εν τέλει λοιπόν καλούμαστε να αποφασίσουμε για αυτούς, αλλά αυτό δεν είναι παρά αποτέλεσμα της δύναμης της επιβολής μας και της ανυπαρξίας χώρου που αφήνει ο δυτικός πολιτισμός σε οτιδήποτε δεν είναι αρκετά ισχυρό ώστε να του αντισταθεί. Δεν είναι οι καλές ή οι κακές μας προθέσεις. Είναι οι συνέπειες ενός πολιτισμικού ιμπεριαλισμού που υποβόσκει σε όλες τις πτυχές της εξωστρεφούς δράσης μιας διεθνούς κοινότητας που αντλεί από τον εαυτό της το δικαίωμα να ορίζει το πλαίσιο εντός του οποίου οι όποιες πολιτισμικές διαφοροποιήσεις δύνανται να κυμαίνονται. Στην πραγματικότητα αρνούμαστε να παραδεχτούμε το ενδεχόμενο να υπάρχει και άλλος τρόπος να ρυθμίζεται μια κοινωνία γι’ αυτό και πάντα θεωρούμε ότι κάνουμε θεάρεστο έργο όταν εξάγουμε τον πολιτισμό μας.

ΒΕΒΑΙΑ, ίσως ούτως ή άλλως να πρόκειται για αδιέξοδο. Η επιστροφή στο παρελθόν μοιάζει αδύνατη. Το οικοσύστημα έχει αλλάξει, ένα ολόκληρο σύστημα με ακαταγώνιστη δύναμή υπάρχει δίπλα στις κοινότητες και μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιβάλλει τη θέλησή του, οι λευκοί είτε τους βοηθούν είτε τους επιβουλεύονται λειτουργούν ως ηγέτες γιατί πάντα αυτοί ξέρουν, η τεχνολογία ρημάζει τον κόσμο των μύθων τους. Οι ίδιοι δεν έχουν φωνή ούτε οργάνωση κι ούτε φαίνεται να είναι διατεθειμένοι να μάθουν τους δυτικούς τρόπους του παιχνιδιού προκειμένου να προασπίσουν τον κόσμο τους.

Ίσως λοιπόν ο πολιτισμός τους να είναι καταδικασμένος να εξαφανισθεί και οι ίδιοι είτε να μάθουν επιτέλους την αξία της 8ωρης μισθωτής εργασίας είτε να παρακμάζουν στο αλκοόλ, στον τζόγο και στην επαιτεία.

Αν μια μέρα απλώς εξαφανίζονταν, οι κυβερνήσεις μάλλον θα χαιρόντουσαν που απαλλάχτηκαν από την υποχρέωση να λογοδοτούν σε διεθνείς οργανώσεις και ακτιβιστές και από την σκοτεινή υπενθύμιση των εγκλημάτων και των κτηνωδιών του παρελθόντος.

Γιατί, λοιπόν, να μην τους δώσουμε «ΦΩΝΗ». Να μας πουν οι ίδιοι τι θέλουν..

Να μας το επιβάλλουν δεν μπορούν…

Τ.Τ.