Ἀνάθεμά σε, ξενιτιά, μὲ τὰ φαρμάκια πὄχεις!..

Ποῦ νὰ τὸν πῶ τὸν πόνο μου, ποῦ νὰ τὸν ἀπορίξω;

Νὰ τὸν εἰπῶ στὰ τρίστρατα, τὸν παίρνουν οἱ διαβάτες,

νὰ τὸν ἀφήσω στὰ κλαριά, τὸν παίρνουν τ᾿ ἀγριοπούλια!..

Κι ἂν κλάψω, τὰ φαρμακερὰ τὰ δάκρια ποῦ νὰ πέσουν;

Ἂν πέσουνε στὴ μαύρη γῆ, χορτάρι δὲν φυτρώνει,

ἂν πέσουνε στὸν ποταμό, ὁ ποταμὸς θὰ στύψει,

ἂν πέσουνε στὴ θάλασσα, πνίγουνται τὰ καράβια,

κι ἂν τὰ βαστάξω στὴν καρδιά, μὲ καῖν᾿ μὲ φαρμακώνουν!

Άνάθεμά σε ξενιτιά, μὲ τὰ φαρμάκια πὄχεις!..

ΤΟ πιο πάνω ποίημα του Κώστα Κρυστάλλη, είχα επιλέξει να χρησιμοποιήσω στο τελευταίο βουκολικό οδοιπορικό που έγραψα πριν τα Χριστούγεννα.

ΕΠΕΙΔΗ, όμως, το κομμάτι εκείνο (όπως τόσα άλλα) μου “ξεστράτισε”, δεν είχα αρκετό χώρο και μου έμεινε… αμανάτι, όπως λέμε στα χωριά μας.

ΕΛΑ, όμως, που η μοίρα τό ‘φερε, να το ξαναβρώ μπροστά μου μετά από τρεις βδομάδες, όταν αποφάσισα σήμερα να γράψω λίγα λόγια για το οδοιπορικό της δικής μας ξενιτιάς σε αυτή τη χώρα και, πιο συγκεκριμένα, σε τούτη την πόλη…

ΩΣ εκ τούτου -και όχι μόνο γι’ αυτό- επέλεξα να αρχίσω με το τρίτο και τελευταίο κομμάτι του ποιήματος “Το ταξίδι της ξενιτιάς”, που έγραψε ο Κώστας Κρυστάλλης πριν 140 περίπου χρόνια, μιας και γεννήθηκε το 1868 στο Συρράκο των Τζουμέρκων και πέθανε το 1894 στην Άρτα. Ήταν μόλις 26 χρόνων…

ΓΙΑ την ιστορία, τα βάσανα, τα φαρμάκια, τις πίκρες, τα δάκρυα και τους θρύλους της ξενιτιάς, έχουν γραφτεί πάρα πολλά βιβλία και πολλές εκατοντάδες ποιήματα και τραγούδια.

ΜΙΑ ατελείωτη και αιμορραγούσα ιστορία ξενιτεμών και αποικισμών είναι η Ελλάδα, πριν τα χρόνια του Ομήρου, μέχρι και σήμερα. Ξενιτεμένοι ήταν και οι Αχαιοί, οι Δωριείς, οι Ίωνες, οι Αιολείς και τα υπόλοιπα φύλλα που αποίκισαν την πατρίδα μας πριν τέσσερις και πέντε χιλιάδες χρόνια.

ΣΕ όλο τον κόσμο, το ίδιο γινόταν και θα συνεχίσει να γίνεται. Όσο υπάρχουν άνθρωποι και ο πληθυσμός της Γης θα αυξάνεται, θα αυξάνονται ανάλογα με τη σειρά τους οι μεταναστεύσεις, οι πόλεμοι και οι πίκρες…

ΕΔΩ οι Έλληνες μετανάστευαν και ίδρυαν αποικίες πριν 3000 χρόνια, όταν ακόμα ο πληθυσμός ολόκληρης της Μεσογείου ήταν καμιά εικοσαριά εκατομμύρια.

ΓΙΑ να έχετε μια εικόνα του τότε και του σήμερα, να προσθέσουμε χοντρικά, ότι χρειάστηκαν 200.000 χρόνια (προϊστορίας και ιστορίας) για να φτάσει το ένα δισεκατομμύριο ο πληθυσμός της Γης και μόλις 219 χρόνια για να εκτιναχθεί στα 8 δισεκατομμύρια!

ΤΙΣ ημέρες του Κολοκοτρώνη δηλαδή (και, συγκεκριμένα, το 1804) έφτασε το 1 δισ. και όταν είμαστε εμείς (οι 75ρηδες σήμερα) ακόμα μαθητές, δεν είχε ξεπεράσει τα 3 δισ.

ΤΟ 2035 θα έχει ξεπεράσει τα… 9 δισ. και από εκεί και πέρα κάνετε εσείς το λογαριασμό. Τώρα, πώς θα είναι η παροικία μας μετά 11 χρόνια (όταν εγώ θα είμαι 87 χρόνων), ούτε να το σκεφτώ δεν θέλω. Τέλος πάντων…

ΜΕΤΑ το ποίημα του Κρυστάλλη και τον πρόλογο που έκανα για να σας προετοιμάσω ψυχολογικά για την παροικιακή μας Οδύσσεια στην Μελβούρνη, μια πόλη που λατρεύει περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο τον εαυτό της, να σας πω επίσης ότι…

Να και μια φωτογραφία της Μελβούρνης (της… καλύτερης πόλης του κόσμου να ζει κάποιος) από την γειτονιά μου…

ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ, αυτός είναι και ένας από τους πολλούς λόγους, για να λατρέψουμε και όλοι εμείς την παροικία μας και να πιστέψουμε ότι άλλη σαν αυτή, στον κόσμο δεν υπάρχει. Γιατί εδώ που τα λέμε…

ΔΕΝ είναι δυνατόν να ζεις τόσα χρόνια στη “Most liveable city on the world” και να μην ζεις παράλληλα και στην… πρώτη και καλύτερη ελληνική παροικία του κόσμου. Πακέτο πάνε οι πρωτιές.

ΚΑΙ έτσι και εθιστείς με τις πρωτιές άντε να συνηθίσεις να ζεις σε παρακατιανές θέσεις. Το ίδιο ισχύει και με τις προεδρίες, για αυτό και οι πρόεδροι δυσκολεύονται να αφήσουν την πρωτιά της προεδρίας.

ΠΡΙΝ, όμως, “ξεστρατίσω” και σήμερα, θα θέσω και πάλι την ίδια δαιδαλώδη ερώτηση, που χρόνια τώρα την γυροφέρνομε, αποφεύγοντας, όμως, να δώσουμε μια πειστική απάντηση:

ΘΑ μπορούσε η παροικία μας (μετά από 70 χρόνια ζωής) να βρισκόταν σε καλύτερη θέση από αυτή που βρίσκεται σήμερα; Με άλλα λόγια, να έχει καλύτερα σχολεία, καλύτερες Κοινότητες, Αδελφότητες, γηροκομεία και ό,τι άλλο είχε ως στόχο;

ΘΑ μπορούσαν, τουλάχιστον οι μαθητές των ελληνόφωνων κολεγίων να μιλούν (λίγο έστω…) καλύτερα ελληνικά και να στηρίξουν το Τμήμα Νεοελληνικων στο La Trobe; Παρά τις προσπάθειες ορισμένων κολεγίων, ελάχιστοι διατίθενται να σπουδάσουν Ελληνικά, με την πιθανότητα σε 20 χρόνια να μην διδάσκονται καθόλου.

ΑΥΤΟ που θέλω να πω είναι ότι θα μπορούσαμε να είμαστε καλύτερα οργανωμένοι και προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε τις νέες ανάγκες και δυσκολίες που παρουσιάζονται, τώρα που επιταχύνεται η απόσυρση της πρώτης γενιάς από την ενεργό δράση.

ΟΛΑ δείχνουν ότι η δεύτερη γενιά δεν ήταν καλά προετοιμασμένη να αναλάβει τις ευθύνες και την σκυτάλη για να διατηρηθεί ζωντανό ό,τι έχτιζε για 60 σχεδόν χρόνια η πρώτη.

ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ, οι περισσότεροι από αυτούς που πήγαιναν με το ζόρι σε κάποιο απογευματινό ελληνικό σχολείο (γιατί επέμεναν οι γονείς τους), να μην είχαν στη συνέχεια καμιά επαφή με την ελληνική γλώσσα και την παροικία.

ΩΣ εκ τούτου, να μην ενδιαφέρονται και να μην δίνουν δεκάρα τσακιστή, αν έχει συνέχεια ό,τι δημιούργησαν οι γονείς τους και οι παππούδες τους και στην προκειμένη περίπτωση, αν μιλιούνται ή όχι τα Ελληνικά.

ΕΤΣΙ και αλλιώς, οι περισσότεροι ήδη, ούτε τα μιλούν ούτε τα χρειάζονται… Συνεπώς (και δικαιολογημένα) γιατί να ενδιαφερθούν να μάθουν τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους Ελληνικά; Με ποιόν θα μιλούν;

ΜΗΝ ξεχνάμε ότι πολλά από τα παιδιά μας, το μόνο που έμαθαν να λένε στα ελληνικά είναι το “τι κάνεις θείο”! Ναι, τέτοια… “ανίψια” τελικά αποκτήσαμε…

ΓΙΑ να λέμε και του στραβού το δίκιο, “όπως στρώσαμε κοιμηθήκαμε” και “ό,τι σπείραμε θερίζουμε”. Μην είμαστε και πλεονέκτες! Στο κάτω-κάτω της γραφής, τόσα ξέραμε τόσα κάναμε…

Να και μια ακόμα απίστευτη φωτογραφία από τη γειτονιά μου καταμεσής του βροχερού χειμωνοφθινοπώρου! Αν για κάτι που έχει λόγους να είναι περήφανη τούτη η πόλη είναι ο καιρός της. Γι’ αυτό που μέρα παρά μέρα φροντίζει να μας το θυμίζει…

ΜΕ άλλα λόγια, κάναμε το καλύτερο που μπορούσαμε να κάναμε, αν λάβουμε υπόψη μας την γενικότερη παιδεία μας, που για τους περισσότερους από εμάς, άρχιζε και τελείωνε με την… αποφοίτηση από το δημοτικό σχολείο.

ΑΠΟ μικρά χωριά φύγαμε και μικρά “χωριά” φτιάξαμε στη Μελβούρνη που φτάσαμε για να εγκατασταθούμε. Δεκάδες εθνοτοπικοί Σύλλογοι, άρχισαν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια μετά την άφιξή μας εδώ.

ΠΡΙΝ γνωρίσουμε από κοντά την εδώ ξενιτιά, είχαμε εθιστεί με το μαράζι της και μάθει από παιδιά να την τραγουδάμε και να την αναθεματίζουμε αναστενάζοντας…

ΓΙΑ τους καημούς, τις πίκρες και τα φαρμάκια του ξεριζωμού έγραφε ποιήματα ο Κώστας Κρυστάλλης, έγινε γνωστός ο Στέλιος Καζαντζίδης και έκλαψε κόσμος και κοσμάκης με τις ταινίες του “ξεριζωμένου” Νίκου Ξανθόπουλου.

ΧΑΜΟΣ γινόταν στους κινηματογράφους που πρόβαλαν ταινίες του Ξανθόπουλου, όχι μόνο εδώ, αλλά και στην Ελλάδα. Δακρυσμένοι έβγαιναν πολλοί και στα ύψη έφτανε η κατανάλωση των χαρτομάντιλων…

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ, καμιά έκφανση της ζωής στην Ελλάδα, δεν άφησε ανεπηρέαστη η βιοποριστική μετανάστευση στην… “κακούργα” ξενιτιά, ενώ στις δύο πρώτες δεκαετίες (1950 και 1960) που ακολούθησαν τον Εμφύλιο κορυφώθηκε.

ΕΚ του αποτελέσματος, μπορούμε πλέον να συμπεράνουμε, ότι τα θεμέλια γιατί το ό,τι έμελλε να γίνει καθορίστηκαν από τότε. Η πορεία του “σκάφους” είχε χαραχθεί και τίποτα δεν μπορούσε να την αλλάξει.

ΤΩΡΑ, γιατί εμείς στην νιότη μας, πιστεύαμε ότι θα γίνουμε… “άλλοι”, ρωτάτε τον ποιητή να σας εξηγήσει. Στο κάτω-κάτω της γραφής δεν είμαστε οι μόνοι που ξεγελάστηκαν…

ΓΙΑ όλα αυτά, όμως, τη συλλογική μας ευθύνη για να φτάσει η παροικία εδώ που έφτασε και τι μπορεί να γίνει στο… και ένα (!) θα μιλήσουμε την επόμενη βδομάδα. Υπομονή…

Μπ. Στ.