Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά το προηγούμενο έργο του «Hybrids» (Υβρίδια), ο συγγραφέας Νίκος Αθανασού, κυκλοφόρησε το νέο πνευματικό του δημιούργημα με τίτλο «Late Hybrids», όπου προσπαθεί να αναλογιστεί και να αναλύσει τις εμπειρίες των Ελληνοαυστραλών δεύτερης και τρίτης γενιάς.

Το «Late Hybrids», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Brandl & Schlesinger, παρουσιάστηκε επίσημα από τον Βρασίδα Καραλή, καθηγητή Νεοελληνικών του Πανεπιστημίου Σίδνεϊ σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Gleebooks, στο Glebe, την Τρίτη, 19 Μαρτίου 2024.

Το βιβλίο, όπως και το προηγούμενο «Hybrids» που εκδόθηκε το 1995, είναι μια συλλογή διηγημάτων, τα οποία εμβαθύνουν στις σχέσεις που έχουν οι Ελληνοαυστραλοί τόσο με τις ελληνικές τους ρίζες όσο και με το αυστραλιανό περιβάλλον ανατροφής τους.

Αυτό περιλαμβάνει 20 διαφορετικές αφηγήσεις που περιλαμβάνουν χαρακτήρες όπως έναν εξόριστο επενδυτικό τραπεζίτη του Grexit, ένα Χρυσόμαλλο Δέρας, έναν Συναισθηματικό Wog και δύο δολοφόνους καθώς βιώνουν την καθημερινή τους ζωή σε έναν σύγχρονο αυστραλιανό κόσμο, συνειδητοποιώντας ότι διατηρούν μια ελληνική ταυτότητα που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Το εξώφυλλο του νέου βιβλίου του Νίκου Αθανασού, «Late Hybrids»

«Κάτω από τις ιστορίες αυτής της νέας συλλογής (όπως στην πρώτη μου συλλογή) βρίσκεται η ιδέα ότι οι Ελληνοαυστραλοί δεν βλέπουν τους εαυτούς τους ούτε εξ ολοκλήρου ως Έλληνες ούτε ως Αυστραλούς αλλά ως ένα συγκεκριμένο υβριδικό είδος που σχηματίζεται από την επιρροή δύο πολιτισμών», είπε ο Αθανασού στον Νέο Κόσμο.

Ο συγγραφέας, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Αγγλία ως καθηγητής Μυοσκελετικής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ομότιμο μέλος του Κολλεγίου Wadham, εξήγησε ότι γοητεύεται από τον τρόπο που αναπτύχθηκε η ελληνοαυστραλιανή κοινωνία με την πάροδο του χρόνου.

Αυτό το κεντρικό κίνητρο είναι που τον ενέπνευσε να γράψει την αρχική του συλλογή «Hybrids» και να την επεκτείνει και τώρα στο «Late Hybrids».

Ο Αθανασού εξήγησε ότι ενώ το «Hybrids» επικεντρώθηκε στις εμπειρίες των Ελληνοαυστραλών πρώτης και δεύτερης γενιάς, το «Late Hybrids» ερευνά τη δεύτερη και τρίτη γενιά, όπου η ελληνική επιρροή στη ζωή τους έχει σε κάποιο βαθμό, αλλά όχι εντελώς διαβρωθεί.

«Οι ιστορίες στο «Late Hybrids» απεικονίζουν πώς οι Ελληνοαυστραλοί διατηρούν μια ισχυρή αίσθηση της ελληνικής ταυτότητας και παράδοσης στον κόσμο της σύγχρονης Αυστραλίας. Τα διηγήματα δεν εστιάζουν τόσο στις εμφανείς αντιθέσεις, αλλά περισσότερο σε ανεπαίσθητες πολιτισμικές διαφορές μεταξύ Ελλήνων και Αυστραλών που επηρεάζουν τις προσωπικές τους σχέσεις», είπε.

«Πρόκειται για μια σειρά από ιστορίες που επικεντρώνονται επίσης στον τρόπο με τον οποίο οι Ελληνοαυστραλοί αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σε έναν σύγχρονο αυστραλιανό κόσμο, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζουν ζητήματα ζωής, αγάπης, θανάτου και σεβασμού της παράδοσης. Σε αυτές τις καταστάσεις, έχουν πάντα μεγάλη συνείδηση του καθήκοντος απέναντι στο ελληνικό τους παρελθόν».

Μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη, στην οποία αναφέρεται σε αυτό το βιβλίο ο συγγραφέας με καταγωγή από το Καστελλόριζο, είναι το πώς άλλαξε η ζωή για αυτές τις επόμενες γενιές, με τη δεύτερη γενιά να «τα καταφέρνει» στην αυστραλιανή κοινωνία και τα παιδιά της τρίτης γενιάς να αναμένεται να χτίσουν πάνω σε αυτό το θεμέλιο.

«Σε αντίθεση με τους Ελληνοαυστραλούς πρώτης γενιάς, η δεύτερη και η τρίτη γενιά δεν υφίστανται πλέον (όχι φανερά τουλάχιστον) διακρίσεις και δεν ανήκουν κυρίως στην εργατική τάξη», είπε ο επιστήμονας/παθολόγος που που ειδικεύεται στη μελέτη και διάγνωση μυοσκελετικών παθήσεων.

«Στο Σίδνεϊ, όπου διαδραματίζονται σχεδόν όλες οι ιστορίες μου, οι ήρωές μου ζουν ως επί το πλείστον άνετες (μερικές πολύ άνετες) ζωές στα προάστια. Πολλοί Ελληνοαυστραλοί δεύτερης γενιάς παντρεύτηκαν και μεγάλωσαν τα παιδιά τους (τρίτης γενιάς) με τρόπο που τους έκανε να συνειδητοποιήσουν την ελληνική τους καταγωγή».

Ο Αθανασού εξήγησε αυτή την έννοια ακόμη περισσότερο δηλώνοντας ότι το βιβλίο αντικατοπτρίζει τις πτυχές του ελληνικού μας πολιτισμού που είναι ολοένα και πιο δύσκολο να διατηρηθούν καθώς εισερχόμαστε στις επόμενες γενιές.

«Οι Ελληνοαυστραλοί δεύτερης γενιάς ανατράφηκαν ουσιαστικά ως Έλληνες στην Αυστραλία και ήταν αναμενόμενο από αυτούς να σέβονται τις ελληνικές παραδόσεις και τα έθιμα. Μιλούσαν σε μεγάλο βαθμό ελληνικά και παντρεύτηκαν άλλους Ελληνοαυστραλούς. Διδάχτηκαν πως έπρεπε να μελετήσουν σκληρά και να «ανέβουν» και/ή «να γίνουν πλούσιοι» και το έκαναν με διάφορους τρόπους», είπε.

«Οι Ελληνοαυστραλοί δεύτερης γενιάς ζουν πλέον ως επί το πλείστον άνετα και μιλούν σχεδόν το ίδιο με τους άλλους Αυστραλούς. γνωρίζουν πάντα, ωστόσο ελαφρώς, ότι το ελληνικό τους υπόβαθρο τους διακρίνει από τους άλλους Αυστραλούς».

Ο συγγραφέας τόνισε ότι ο ελληνικός πολιτισμός αλλοιώνεται ακόμη περισσότερο από την τρίτη γενιά, αλλά υπάρχουν ακόμη χαρακτηριστικά που διατηρούνται και αξίζει να αξιολογηθούν, γεγονός αποτελεί ένα ενδιαφέρον θέμα για τον ίδιο.

«Οι Ελληνοαυστραλοί τρίτης γενιάς μιλούν λιγότερο συχνά ελληνικά και γνωρίζουν λιγότερο τις ελληνικές παραδόσεις και τα έθιμα. Είναι, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, μια δικαιωμένη γενιά, που καρπώνεται τα αποτελέσματα της σκληρής δουλειάς των δύο προηγούμενων γενεών υβριδικών Ελληνοαυστραλών.

«Όμως και αυτοί είναι στιγμές που πρέπει να ασχοληθούν με την ελληνική κληρονομιά τους (ακόμα και μόνο όταν πρέπει να γράψουν το ελληνικό τους επίθετο). Όπως και να έχει, ένας σημαντικός αριθμός από αυτούς εξακολουθούν να καταλήγουν να κάνουν παρέα και να παντρεύονται άλλους Ελληνοαυστραλούς».