Ένας μπάρμαν του Σίδνεϊ που ανέβαζε εκατοντάδες ψηφιακά τροποποιημένες φωτογραφίες γυναικών που γνώριζε σε πορνογραφικούς ιστότοπους ήρθε αντιμέτωπος με τα θύματά του για τις επιπτώσεις των εγκλημάτων του.
Ο 38χρονος Andrew Thomas Hayler, ομολόγησε την ενοχή του σε 28 κατηγορίες για χρήση ηλεκτρονικών μέσων με σκοπό την πρόκληση προσβολής που αφορούσε 26 γυναίκες κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Ιουλίου 2020 και Αυγούστου 2022.
Τα θύματά του ήταν στενές φίλες του, πρώην συγκάτοικοι, συνάδελφοι, η αδελφή του καλύτερου φίλου του και μέλη της οικογένειάς του.
Σε πολλές περιπτώσεις, ο Hayler έπαιρνε φωτογραφίες των θυμάτων του από λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης και έβαζε τα πρόσωπά τους σε εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου, τις οποίες στη συνέχεια ανέβαζε σε λογαριασμό στο Instagram και σε πορνογραφικό ιστότοπο με περισσότερα από 300.000 μέλη.
Αυτές μερικές φορές συνοδεύονταν από γραφικές φαντασιώσεις βιασμού και περιγραφές σωματικής βίας.
Σε λεζάντες που συνόδευαν μια φωτογραφία μιας γυναίκας που χαρακτήριζε ο Hayler ως «στενή φίλη», περιέγραφε μια σεξουαλικά ρητή φαντασίωση βιασμού που θα γινόταν πάνω στην «ηλίθια τσούλα».
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Hayler δημοσίευσε τα πλήρη ονόματα των γυναικών, τα επαγγέλματα, τα προάστια στα οποία ζούσαν και συνδέσμους προς τα προφίλ τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Κατά καιρούς, καλούσε άλλους χρήστες να δημοσιεύσουν σχόλια που να περιγράφουν λεπτομερώς τους τρόπους με τους οποίους θα ήθελαν να επιτεθούν στις γυναίκες.
Τον Σεπτέμβριο του 2020, δημοσίευσε στο Instagram μια φωτογραφία ενός μέλους της οικογένειάς του και μιας άλλης γυναίκας με λεζάντα που ζητούσε από τους χρήστες να επιλέξουν μία από αυτές για μια υποτιμητική σεξουαλική πράξη.
Μια φωτογραφία ενός άλλου μέλους της οικογένειας και τριών άλλων με σχολικές στολές συνοδευόταν από το σχόλιο: «Είναι στο χέρι μας να τις κάνουμε τσούλες μας, πρέπει να τις αναγκάσουμε να…».
Ο Hayler χρησιμοποιούσε μερικές φορές πολλαπλούς λογαριασμούς για να απαντά στις δικές του αναρτήσεις, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση της ανταπόκρισης από άλλους.
Σε ερώτηση δημοσιογράφων κατά την είσοδό του στο δικαστήριο το πρωί της Πέμπτης για το πώς αισθάνεται γι’ αυτά που έκανε, ο Hayler απάντησε: «Λυπάμαι πάρα πολύ».
«Ήταν ένα σκοτεινό κομμάτι του ψυχισμού μου που βγήκε και εκδηλώθηκε».
Οι γυναίκες που είχε στοχοποιήσει ο Hayler, μαζί με τους δικούς τους, συνωστίζονταν στην αίθουσα του δικαστηρίου κατά τη διάρκεια της ακρόασης της ποινής του.
Επτά διάβασαν δυνατά τις δηλώσεις τους για τις επιπτώσεις του εγκλήματος του Hayler στη ζωή τους, ενώ εκείνος καθόταν ακίνητος και υποτονικός στο εδώλιο.
Μια πρώην συνάδελφος, η Jess Stuart, περιέγραψε τον αντίκτυπο που είχε το αδίκημα του Hayler σε άλλες σχέσεις της.
«Η προσπάθεια που χρειάζεται για να εμπιστευτείς κάποιον μετά από κάτι τέτοιο είναι τεράστια. Η δημιουργία νέων φιλικών σχέσεων μοιάζει αδύνατη, καθώς τη σκιάζει το ερώτημα: ‘θα μπορούσε αυτό το άτομο να είναι σαν εσένα’;
Μια γυναίκα περιέγραψε τη στιγμή που είδε για πρώτη φορά τις παραποιημένες εικόνες της που είχε ανεβάσει ο Hayler στο διαδίκτυο με τον τίτλο «Ας βιάσουμε την [όνομα γυναίκας]».
«Θυμάμαι ότι το σώμα μου αντέδρασε πριν από το μυαλό μου … μέσα σε μια νύχτα, μου κατέστρεψες την αίσθηση της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης μου σε αυτόν τον κόσμο», είπε στο δικαστήριο.
Αφού άκουσε τις καταθέσεις των θυμάτων, ο Hayler ανέβηκε στο εδώλιο και ζήτησε συγγνώμη για το αδίκημά του.
«Έκανα πραγματικά κάτι τρομερό και λυπάμαι πάρα πολύ γι’ αυτές, τις οικογένειές τους, τους φίλους και τους συναδέλφους τους στη δουλειά», είπε στο δικαστήριο.
«Είναι μεγαλύτερο από εμένα και αυτές, έχει επηρεάσει την κοινότητα. Ζούσα σε μια περίεργη μπερδεμένη φαντασίωση χωρίς να σκέφτομαι τις συνέπειες των πράξεών μου».
Ο Hayler συμφώνησε ότι επέλεγε «δυνατές γυναίκες» τις οποίες έβρισκε σεξουαλικά ελκυστικές.
Είπε ότι η δραστηριότητα αυτή ήταν μια «διέξοδος για ένα μέρος του ψυχισμού του [που] δεν ήθελε να βγάλει προς τα έξω».