Σχεδόν οι μισές περιπτώσεις άνοιας παγκοσμίως, θα μπορούσαν να προληφθούν ή να καθυστερήσουν, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό Lancet, καθώς οι ειδικοί εντόπισαν δύο νέους παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την εμφάνιση άνοιας.

Ο παράγοντας κινδύνου αφορά ένα περιβαλλοντικό, χημικό, ψυχολογικό, φυσιολογικό ή γενετικό στοιχείο που αυξάνει τις πιθανότητες ενός ατόμου να αναπτύξει μια ασθένεια.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εν λόγω μελέτη, ο κίνδυνος εμφάνισης άνοιας μπορεί δυνητικά να μειωθεί για ένα ποσοστό που ανέρχεται περίπου σε 45% των περιπτώσεων, εάν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για τη διαχείριση των 14 πλέον συνολικά παραγόντων κινδύνου που έχουν εντοπίσει οι ειδικοί.

Οι 12 παράγοντες κινδύνου είναι:

  • Η απώλεια ακοής
  • Η κατάθλιψη
  • Το κάπνισμα
  • Η υψηλή αρτηριακή πίεση
  • Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ
  • Η παχυσαρκία
  • Η έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους
  • Το ιστορικό εγκεφαλικού τραυματισμού
  • Ο διαβήτης
  • Η κοινωνική απομόνωση
  • Η φυσική αδράνεια
  • Η έλλειψη εκπαίδευσης

Σε αυτή τη λίστα οι ερευνητές πρόσθεσαν επίσης τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης (λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας)- γνωστή και ως «κακή» χοληστερόλη- καθώς και τα προβλήματα όρασης σε άτομα μέσης και τρίτης ηλικίας.

«Ο αριθμός των ατόμων που ζουν με άνοια πρόκειται να αυξηθεί σε όλες τις χώρες, και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην κατανομή πόρων για τη μείωση των κινδύνων που συμβάλλουν στην πρόληψη ή την καθυστέρηση της άνοιας, καθώς και στις παρεμβάσεις που βελτιώνουν τα συμπτώματα και τη ζωή των ατόμων με άνοια και των οικογενειών τους», αναφέρει η έκθεση.

Επιπλέον, σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, εκτιμάται ότι έως το 2050 ο αριθμός των ανθρώπων που θα ζουν με άνοια παγκοσμίως προβλέπεται να τριπλασιαστεί σε 153 εκατομμύρια.

Οι συγγραφείς της έκθεσης αναγνώρισαν ότι οι μη τροποποιήσιμοι παράγοντες, όπως η γενετική προδιάθεση και η ηλικία, στους οποίους δεν μπορούμε να παρέμβουμε, αποτελούν επίσης βασικούς παράγοντες κινδύνου.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΟΙΑ

Η άνοια (dementia) είναι ένας όρος «ομπρέλα» η οποία χαρακτηρίζει ένα σύνολο συμπτωμάτων τα οποία μπορεί να οφείλονται σε διαφορετικά αίτια, με κοινό χαρακτηριστικό την προσβολή των περιοχών του εγκεφάλου που εμπλέκονται στις γνωστικές λειτουργίες.

Πρόκειται για μια εκφυλιστική, ανίατη ασθένεια, ενώ η συνηθέστερη μορφή άνοιας είναι η νόσος Alzheimer.

Σύμφωνα με εκτίμηση του εθνικού οργανισμού «Dementia Australia» πάνω από 421.000 άτομα στην Αυστραλία ζουν με άνοια.

Μάλιστα, η άνοια είναι η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου στην Αυστραλία και η κύρια αιτία θανάτου για τις γυναίκες.

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ

Σύμφωνα με εκτιμήσεις μίας πρόσφατη μελέτης που πραγματοποίησε το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Υγείας και Πρόνοιας, τα ποσοστά περιστατικών με άνοια αναμένεται να αυξηθούν κατά 94% έως το 2054, εάν δεν υπάρξει σημαντική πρόοδος στην ιατρική έρευνα.

Η επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, Gill Livingston, δήλωσε ότι, παρά το γεγονός ότι πολλοί πιστεύουν ότι η άνοια είναι μία «αναπόφευκτη» κατάσταση, αυτό δεν ισχύει.

«Η έκθεσή μας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μπορείτε να αυξήσετε σημαντικά τις πιθανότητες να μην εμφανίσετε άνοια ή να καθυστερήσετε την εκδήλωσή της», δήλωσε η κα Livingston στην «The Guardian».

Η ίδια επεσήμανε επίσης ότι ενώ πλέον υπάρχουν «ισχυρότερες αποδείξεις» ότι η μεγαλύτερη έκθεση στον κίνδυνο σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης της άνοιας, ποτέ δεν είναι πολύ νωρίς ή πολύ αργά για να ληφθεί δράση.

Ωστόσο, κάποιοι άλλοι είναι πιο επιφυλακτικοί ως προς την αξιολόγηση των ευρημάτων της έκθεσης.

Η καθηγήτρια Tara Spires-Jones, διευθύντρια του Κέντρου Ανακάλυψης Επιστημών του Εγκεφάλου στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, δήλωσε στο BBC ότι η έρευνα δεν μπορεί να συσχετίσει άμεσα τους τροποποιήσιμους παράγοντες με την άνοια.

Επιπλέον, ο καθηγητής Charles Marshall από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου δήλωσε στο BBC ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η υπόθεση ότι οι άνθρωποι με άνοια θα μπορούσαν να την είχαν αποφύγει αν είχαν υιοθετήσει διαφορετικό τρόπο ζωής.