Η Αυστραλία είχε για μεγάλο διάστημα απαλλαγεί από την υψηλής παθογονικότητας γρίπη των πτηνών (HPAI)-H5N1, ωστόσο τελευταία τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Το πρώτο επιβεβαιωμένο ανθρώπινο κρούσμα HPAI-H5N1 αφορούσε ένα κορίτσι 2,5 ετών που προσβλήθηκε από τον ιό στην Καλκούτα της Ινδίας μεταξύ 12 και 29 Φεβρουαρίου 2024.
Το κρούσμα επιβεβαιώθηκε στις 18 Μαΐου 2024 και ο ΠΟΥ ενημερώθηκε στις 22 Μαΐου, για το εν λόγω κρούσμα.
Κατά την παραμονή του στην Ινδία, το κορίτσι επισκέφθηκε το γιατρό στις 28 Φεβρουαρίου λόγω απώλειας όρεξης, πυρετού, βήχα και εμετού, και έλαβε θεραπεία με παρακεταμόλη.
Όταν επέστρεψε στην Αυστραλία την 1η Μαρτίου, η εν λόγω νόσος δεν αναφέρθηκε στις αρχές βιοασφάλειας του αεροδρομίου.
Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε το παιδί, έχρηζαν ιατρικής φροντίδας, και ως αποτέλεσμα το κορίτσι μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο στη Μελβούρνη και εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) στις 4 Μαρτίου.
Στη συνέχεια το παιδί έλαβε εξιτήριο από το νοσοκομείο 2,5 εβδομάδες μετά την αρχική εισαγωγή του, ενώ βρέθηκε ότι είχε μολυνθεί από το στέλεχος 2.3.2.1a του ιού της γρίπης των πτηνών, το οποίο ανιχνεύεται συνήθως στα πτηνά της Νότιας Ασίας, ιδίως στο Μπαγκλαντές και την Ινδία.
Το εν λόγω στέλεχος διαφέρει από το στέλεχος 2.3.2.1c, το οποίο εντοπίζεται στα πουλερικά τα οποία βρίσκονται στην Καμπότζη και του Βιετνάμ ενώ περιστασιακά μολύνει και ανθρώπους.
Το προαναφερθέν κρούσμα συνιστά ένα σημαντικό γεγονός επιδημιολογικού ενδιαφέροντος, εστιάζοντας την προσοχή μας στη σημασία της επαγρύπνησης τόσο της επιστημονικής κοινότητας όσο και του γενικού πληθυσμού για τις προσπάθειες ελέγχου της εξάπλωσης του ιού.
Ο ιός H5N1 διακρίνεται σε διάφορους τύπους καθένας από τους οποίους έχει τη δική του γεωγραφική και κλινική σημασία.
Η παγκόσμια εξάπλωση του ιού H5N1, ιδιαίτερα του στελέχους 2.3.4.4b, εξακολουθεί να προκαλεί σημαντικές προκλήσεις για τη δημόσια υγεία και τη βιομηχανία πουλερικών σε διεθνές επίπεδο.
Το στέλεχος 2.3.4.4b του ιού, που έχει εξαπλωθεί από το 2020, είναι το πιο θανατηφόρο που έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα, και διακρίνεται για τη μεγάλη γεωγραφική του εμβέλεια καθώς και τις σοβαρές επιπτώσεις που προκαλεί σε πολλά είδη.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, έχουν καταγραφεί 16 ανθρώπινα κρούσματα που σχετίζονται με το στέλεχος 2.3.4.4b, ενώ τα πιο πρόσφατα περιλαμβάνουν κρούσματα σε εργαζόμενους σε γαλακτοκομεία, με ένα περιστατικό στο Τέξας, δύο στο Μίσιγκαν και ένα στο Κολοράντο των ΗΠΑ.
Το στέλεχος 2.3.2.1 του ιού HPAI-H5N1 έχει προκαλέσει ανησυχία ως προς το δυναμικό μετάδοσης σε οικόσιτα πουλερικά σε πολλές χώρες.
Οι συγκεκριμένοι τύπου του ιού προσδένονται αποκλειστικά σε υποδοχείς πτηνών, γεγονός που περιορίζει την ικανότητά τους να μολύνουν τον άνθρωπο.
Επιπλέον, παρουσιάζουν διαφορετική παθογένεια στα ποντίκια και έχουν εξελιχθεί μέσω μεταλλάξεων και ανακατατάξεων σε υποκατηγορίες σ (2.3.2.1α-2.3.2.1στ), με συγκεκριμένες μεταλλάξεις που επηρεάζουν την ιωτικότητα και το εύρος των ξενιστών.
Τα εμβόλια που στοχεύουν σε αυτήν την ομάδα απαιτούν συνεχείς αναθεωρήσεις για να ανταποκρίνονται στα κυκλοφορούντα στελέχη.
Τα διάφορα στελέχη του ιού παρουσιάζουν διαφορετική παθογένεια στα ποντίκια, ενώ με την πάροδο του χρόνου, τα εν λόγω στελέχη υπέστησαν γενετικές αλλαγές—τόσο μεταλλάξεις όσο και ανακατατάξεις (που περιλαμβάνουν την ανάμειξη γενετικού υλικού από διαφορετικά στελέχη του ιού)—με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφόρων υποκατηγοριών στελεχών (από 2.3.2.1α έως 2.3.2.1στ).
Αυτό σημαίνει ότι ορισμένες μεταλλάξεις στον ιό μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητά του να προκαλεί ασθένεια, καθώς και το εύρος των ξενιστών που μπορεί να μολύνει.
Συνεπώς, τα εμβόλια που έχουν σχεδιαστεί για να προστατεύουν από μια συγκεκριμένη ομάδα στελεχών του ιού πρέπει να ανανεώνονται τακτικά για να διατηρούν την αποτελεσματικότητά τους.
Αντίθετα, το στέλεχος 2.3.4.4 του ιού HPAI-H5N1 είναι ευρέως διαδεδομένο σε παγκόσμιο επίπεδο και επηρεάζει ποικιλία ειδών, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων.
Το εν λόγω στέλεχος προσδένεται τόσο στους υποδοχείς των πτηνών (α2,3) όσο και στους ανθρώπινους υποδοχείς (α2,6).
Μεταλλάξεις όπως η PB2 E627K ενισχύουν την ικανότητα του ιού να μολύνει θηλαστικά. Η ικανότητα του εν λόγω στελέχους να προσδένεται σε ανθρώπινους υποδοχείς αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης μεταξύ ειδών και μόλυνσης του ανθρώπου.
Η ανακατάταξη μεταξύ στελεχών γρίπης H5 και H7, όπου τα τμήματα RNA αναμειγνύονται σε ξενιστές που έχουν μολυνθεί από κοινού, μπορεί να δημιουργήσει νέους ιούς με απρόβλεπτα χαρακτηριστικά.
Η συνεχής παρακολούθηση αυτών των ιών σε πτηνά και ανθρώπους είναι κρίσιμη για την έγκαιρη ανίχνευση και την πρόληψη κινδύνου μόλυνσης.
Ιστορικά, πανδημίες όπως η ισπανική γρίπη του 1918 πιθανότατα προήλθαν από τέτοια γεγονότα ανακατάταξης στελεχών.
Η βιομηχανία πουλερικών της Αυστραλίας αντιμετωπίζει επί του παρόντος σημαντικές προκλήσεις λόγω πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης των πτηνών που έχουν καταγραφεί, συγκεκριμένα των στελεχών H7N3, H7N9 και H7N8.
Το πρώτο κρούσμα H7N3 εντοπίστηκε σε μια πτηνοτροφική μονάδα για παραγωγή αυγών κατανάλωσης κοντά στην περιοχή Meredith στη Βικτώρια, ενώ επιβεβαιώθηκαν κρούσματα σε άλλες έξι μονάδες, με το πιο πρόσφατο στις 24 Ιουνίου 2024.
Επιπλέον, μια μονάδα κοντά στο Terang ανέφερε ένα κρούσμα H7N9. Συνολικά, έχουν καταγραφεί οκτώ κρούσματα HPAI-H7 στη βιομηχανία των πουλερικών της Βικτώριας από τις 10 Ιουλίου 2024.
Στις 19 και 22 Ιουνίου 2024, η Νέα Νότια Ουαλία επιβεβαίωσε την παρουσία του στελέχους HPAI-H7N8 σε μονάδες παραγωγής αυγών. Τα κρούσματα τύπου H7 στην Αυστραλία εντοπίζονται από τη δεκαετία του 1970 στη Μελβούρνη, με το πιο πρόσφατο καταγεγραμμένο στο Lethbridge της Βικτώριας το 2020.
Στην αυστραλιανή πρωτεύουσα, το στέλεχος HPAI-H7N8 επιβεβαιώθηκε επίσης σε μια φάρμα πουλερικών στις 27 Ιουνίου, ενώ μια δεύτερη περίπτωση μόλυνσης H7N8 αναφέρθηκε σε πουλερικά αυλής στις 5 Ιουλίου.
Τα αυστηρά μέτρα βιοασφάλειας και δημόσιας υγείας είναι απαραίτητα για την πρόληψη και τον έλεγχο της γρίπης των πτηνών, προστατεύοντας τόσο τη βιομηχανία πουλερικών όσο και τη δημόσια υγεία. Οι πτηνοτροφικές μονάδες πρέπει να διατηρούν υγιεινές εγκαταστάσεις, να περιορίζουν την επαφή μεταξύ πουλερικών και άγριων πτηνών και να διεξάγουν συνεχή επιτήρηση για την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού. Οι ταξιδιώτες σε πληγείσες περιοχές πρέπει να αποφεύγουν τα πτηνοτροφεία και τις αγορές ζωντανών πτηνών. Συνιστάται ο εμβολιασμός κατά της εποχικής γρίπης για τους εργαζόμενους στα πουλερικά και τους ταξιδιώτες σε περιοχές με κρούσματα, ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι πανδημίας. Οι επαγγελματίες υγείας πρέπει να αξιολογούν τη γρίπη των πτηνών σε ασθενείς, να διενεργούν εξετάσεις PCR και να ενημερώνουν τους ασθενείς σχετικά με τους κινδύνους.
Η παγκόσμια εξάπλωση του H5N1 ενισχύει τον κίνδυνο εμφάνισης μεταλλάξεων που θα μπορούσαν να επιτρέψουν τη μετάδοση του ιού στον άνθρωπο, καθιστώντας τον μια σοβαρή απειλή. Η συνεχής παρακολούθηση, η ερευνητική δραστηριότητα, η διεθνής επιτήρηση και η ανταλλαγή δεδομένων είναι κρίσιμες για την έγκαιρη ανίχνευση και διαχείριση των πιθανών μεταλλάξεων
*Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet με τίτλο: «Το πρώτο ανθρώπινο κρούσμα H5N1 στην Αυστραλία και οι τρέχουσες επιδημίες H7 στα πουλερικά: Επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία και μέτρα βιοασφάλειας» (Australia’s first human case of H5N1 and the current H7 poultry outbreaks: implications for public health and biosecurity measure).