Η Γιώτα Κριλή, συγγραφέας, ποιήτρια και εκπαιδευτικός, κατοικεί στο Σύδνεϋ από το 1959. Κατάγεται από το Κεραστάρι Αρκαδίας, ένα χωριό των Βαλτετσοχωρίων, γνωστών από την Επανάσταση του 1821.

Η Κριλή, μεταξύ άλλων, έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Τρίπτυχο» και «Πεφταστέρια», και την τριλογία ιστορικών μυθιστορημάτων «Μονοπάτια της Ελευθερίας» που αποτελείται από τις «Καταβολές», Σύδνεϋ, 2013, το «Κυπαρισσόμηλο», Σύδνεϋ, 2014, και το «Κυκλάμινο», Σύδνεϋ, 2016. Τα «Πεφταστέρια» και το «Κυκλάμινο» τιμήθηκαν το 2019, με το πρώτο βραβείο του καλύτερου ποιητικού βιβλίου και το δεύτερο με το βραβείο του καλύτερου πεζογραφικού βιβλίου, στο διαγωνισμό βιβλίου του Ελληνοαυστραλιανού Πολιτιστικού Συνδέσμου Μελβούρνης. Η τριλογία των ιστορικών μυθιστορημάτων αναφέρονται στον ελληνικό 19ο αιώνα, το πρώτο στα χρόνια της Επανάστασης, το δεύτερο στην περίοδο του Όθωνα και το τρίτο στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Τα βιβλία της τριλογίας έχουν επανεκδοθεί στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο «Ωκεανός», στα πλαίσια της επετείου των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Οι «Καταβολές» εκδόθηκαν το 2017 με τον τίτλο «Με τη φλόγα στην καρδιά», και τα δυο άλλα το 2021 με τους αντίστοιχους τίτλους: «Το κυπαρισσόμηλο της Αρκαδίας» και «Το κυκλάμινο της Τριπολιτσάς». Η κυρία Κριλή δεν σταμάτησε στην τριλογία αλλά συνεχίζει με το γράψιμο μιας ενότητας ιστορικών μυθιστορημάτων που εκτείνεται στον εικοστό αιώνα. Πρόσφατα εξέδωσε τις «Ματωμένες γειτονιές» που περιλαμβάνουν τα πρώτα 17 χρόνια του 20ού αιώνα και το μυθιστόρημα «Στο Μέτωπο» που αναφέρεται στο Μακεδονικό Μέτωπο και στη Μικρασιατική εκστρατεία και Καταστροφή. Με την ευκαιρία της δημοσίευσης αυτών των πρόσφατων βιβλίων, φιλοξενούμε μια σχετική συνέντευξη της κυρίας Κριλή:

-Κυρία Κριλή, με τα δυο νέα σας ιστορικά μυθιστορήματα: «Ματωμένες γειτονιές» και «Στο Μέτωπο», αφήνετε πίσω τον μακρινό 19ο αιώνα της πρώτης σας τριλογίας και μπαίνετε στις πιο πρόσφατες και γνώριμές σας εποχές των Βαλκανικών Πολέμων, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, του Διχασμού και της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, της εποχής της Φιλομήλας, του Στέλιου και του Νικήτα. Πώς επιδρά αυτή η μετάβαση στην παρουσίαση των γεγονότων και των χαρακτήρων σας, στα δυο πρόσφατα βιβλία σας;

Τα μυθιστορήματα «Ματωμένες γειτονιές» και «Στο μέτωπο» είναι επακόλουθα του μυθιστορήματος «Κυκλάμινο». Η εποχή των χαρακτήρων, της Φιλομήλας, του Νικήτα, του Στέλιου και πολλών άλλων είναι θεμελιωμένη στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Η ζωή τους συνεχίζεται και αντιμετωπίζουν καταστάσεις και προβλήματα που εξελίσσονται στις αρχές του εικοστού αιώνα, οπότε η επίδραση της μετάβασης στην παρουσίαση των γεγονότων είναι ομαλή και φυσιολογική. Συνήθως ο χρόνος είναι μάλλον ανεπαίσθητος στην καθημερινότητα της ζωής.

-Η εποχή που παρουσιάζετε κάθε φορά είναι σε γενικές γραμμές γνωστή κάπως στον αναγνώστη, όχι βέβαια στις λεπτομέρειες. Πώς αποφασίζετε να την προσεγγίσετε; Ποια είναι τα στοιχεία στα οποία αποφασίζετε να επικεντρωθείτε;

Όπως γνωρίζετε, η ιστορία είναι περίπλοκη. Υπάρχουν πολλές απόψεις, υπάρχουν μύθοι, υπάρχουν εσκεμμένες αποσιωπήσεις, υπάρχουν και διαστρεβλώσεις Εγώ στα βιβλία μου παρουσιάζω κάποιες ιστορικές πτυχές που θεωρώ σημαντικές. Συνήθως επικεντρώνομαι σε γεγονότα που ήταν τραγικά και που είχαν επιζήμιες ιστορικές συνέπειες. Το 1915, η αντιπαλότητα μεταξύ του γερμανόφιλου βασιλιά Κωνσταντίνου και του αγγλόφιλου πρωθυπουργού Βενιζέλου ενέσπειρε τον διχασμό. Αποκορυφώθηκε στον εμφύλιο το Νοέμβρη του 1916 και υπήρξε καταστρεπτικός για την Ελλάδα. Ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γεώργιος Βεντήρης, που ήταν παρών, σχολίασε:

«Τα Νοεμβριανά ετάραξαν προς τούτοις την ισορροπίαν της ελληνικής κοινωνίας και έγιναν αφορμή αναλόγων έπειτα πραξικοπημάτων, τα οποία διασείουν και σήμερον έτι τον τόπον».

Το εξώφυλλο του μυθιστορήματος “Στο Μέτωπο

Σε σχέση με το διχασμό υπάρχει και ένα άλλο σημαντικό γεγονός που παραμένει σχεδόν άγνωστο. Το 1915, πριν αναγκαστεί να παραιτηθεί ο Βενιζέλος, έγινε επιστράτευση, κυρίως για προληπτικούς λόγους, επειδή νωρίτερα είχε κηρύξει επιστράτευση και η Βουλγαρία. Την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων, περίπου 300 χιλιάδων, την ανάλαβαν βασιλικοί αξιωματικοί υπό την καθοδήγηση του Ιωάννη Μεταξά και του Γερμανού στρατιωτικού ακόλουθου Φαλκενάουζεν. Εσκεμμένως τους έκαναν κατήχηση ενάντια στον Βενιζέλο και τους Αγγλογάλλους και τους μεταμόρφωσαν σε φανατισμένους ζηλωτές. Αποστρατεύτηκαν αργότερα επειδή η Ελλάδα ήταν ουδέτερη και οργανώθηκαν σε συλλόγους για να υπερασπίζονται τον βασιλιά. Αυτοί ήταν οι «επίστρατοι», που συγκρότησαν το πρώιμο φασιστικό παρακρατικό κίνημα νεολαίας στην Ελλάδα. Έπειτα από δυο δεκαετίες έγιναν στυλοβάτες του Μεταξά και στην Κατοχή συνεργάτες των Γερμανών.

Ένα άλλο σημαντικό γεγονός, που για μένα δεν ήταν γνωστό, είναι η τραγωδία του Γκαίρλιτς. Ήταν τόσο μεγάλο το χάσμα του διχασμού που ο βασιλόφρονας συνταγματάρχης Χατζόπουλος, διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού, ευρισκόμενος μπροστά στο δίλημμα να προσχωρήσει παρά τη θέλησή του στο κίνημα της Θεσσαλονίκης ή να παραδοθεί στους Γερμανούς, προτίμησε το δεύτερο. Το στράτευμά του, περίπου 7.000 μαζί με τον οπλισμό του, μεταφέρθηκε στην πόλη Γκαίρλιτς της Γερμανίας το 1916. Έμεινε εκεί μέχρι το τέλος του πολέμου, όπου αντιμετώπισε προβλήματα και κακουχίες. Πολλοί επέστρεψαν φυματικοί και κάποιοι χάθηκαν. Ανάμεσά τους ήταν και ο Βασίλης Ρώτας.

Έχει επικρατήσει ο μύθος ότι ο Βενιζέλος είχε ιμπεριαλιστικές βλέψεις και εισέβαλε στη Μικρά Ασία για να την κατακτήσει, παρότι την εποχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Έλληνες που ζούσαν στην Ανατολή ξεπερνούσαν τα τρία εκατομμύρια. Αντιμετώπιζαν αδυσώπητες καταδιώξεις και εκτοπίζονταν από τους Νεότουρκους. Ο πρωθυπουργός Βενιζέλος είχε ευθύνη να συμπαρασταθεί στον Ελληνισμό που ζούσε στην Ανατολή από την αρχαιότητα και να τον υπερασπίσει.

Είχε αποσιωπηθεί σχεδόν για έναν αιώνα και ο δρακόντειος νόμος 2870/1922. Τον είχαν υπογράψει ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και οι υπουργοί Λ. Κ. Ρούφος και Δ. Γούναρης. Απαγόρευε τους καραβοκύρηδες του Αιγαίου από τη βούληση να σηκώσουν πανιά και να συνδράμουν στη διάσωση των Ελλήνων προσφύγων.

-Οι χαρακτήρες σας είναι κάποιοι που είναι πραγματικοί και άλλοι που είναι φανταστικοί. Έχετε κάποια κριτήρια στις επιλογές και την παρουσίαση που κάνετε;

Τις επιλογές που κάνω τις επιβάλλει η πλοκή και τα γεγονότα που εξελίσσονται στην αφήγηση. Για παράδειγμα, στο μυθιστόρημα «Ματωμένες γειτονιές», όταν έφτασα στα «Νοεμβριανά» δεν είχα άτομο που να είναι παρών στον εμφύλιο και επινόησα τον Μηνά. Τελειόφοιτος γυμνασίου ήρθε στην Αθήνα από το χωριό για να σπουδάσει. Νοίκιασε μια σοφίτα απέναντι από το Σύνταγμα και έγινε μάρτυρας στις εμφύλιες διαμάχες. Ο πολιτικός επιστήμονας και κοινωνιολόγος Αλέξανδρος Παπαναστασίου, που χρημάτισε πρωθυπουργός το 1924, έτυχε να είναι πατριώτης μου Αρκάς και ένιωσα περήφανη σκιαγραφώντας το έργο του.

Ωστόσο, όλοι οι χαρακτήρες, οι ιστορικά πραγματικοί και οι φανταστικοί, είναι πλάσματα της δικής μου φαντασίας. Ακόμη και ο Νικήτας που αντιπροσωπεύει τον πατέρα μου. Τον είδα τελευταία φορά το 1971 που πήγα στην Ελλάδα. Μπήκα στο καθιστικό και αντίκρυσα τη φάτσα του δικτάτορα Παττακού που κρεμόταν στον τοίχο. Ήθελα να μαγνητοφωνήσω τον πατέρα μου και τον παρακάλεσα να μου μιλήσει για τη ζωή του, για τον πόλεμο, ειδικά για τη Μικρασιατική Καταστροφή και για την εξορία του στα Γιούρα. Δυστυχώς, σιωπούσε. Είχε περάσει πολλά και φοβόταν.

-Το μυθιστόρημα βασίζεται στη μυθοπλασία και τον υποκειμενισμό, η Ιστορία πρέπει να επιδιώκει την αυστηρή αντικειμενικότητα. Εσείς τι επιδιώκετε να παρουσιάσετε με τα δικά σας μυθιστορήματα;

Πρόθεσή μου είναι να ζωντανέψω την ιστορία για να είναι πιο προσιτή στον αναγνώστη. Οι μυθοπλασίες μου διαπλέκονται μες στην ιστορία. Γίνεται ένα πάντρεμα ιστορίας – μυθοπλασίας και μπαίνει μέσα το αίσθημα, δηλαδή, τα συναισθήματα των ανθρώπων, που δίνουν ζωντάνια στο μυθιστόρημα. Συνήθως αυτή η ζωντάνια λείπει από τα ιστορικά βιβλία. Είμαι αυστηρή με τη μέθοδο αυτής της διαδικασίας, ώστε να διατηρείται ακέραια η αντικειμενικότητα. Ελέγχω τις ιστορικές πηγές και διασταυρώνω προσεκτικά τις πληροφορίες μου.

-Έχετε δημοσιεύσει μέχρι σήμερα 5 μυθιστορήματα που καλύπτουν κάτι περισσότερο από έναν αιώνα. Διακρίνω ότι παρουσιάζετε μια ελληνική κοινωνία που βρίσκεται πάντοτε σε αντιπαλότητα με άλλους, αλλά συχνά και με τον εαυτό της. Υπάρχουν οι δυνατοί και οι αδύνατοι. Ποιες είναι οι ομάδες, οι τάσεις και οι πρακτικές που οδηγούν την κοινωνία σε πόλωση;

Η αντιπαλότητα εκδηλώνεται γενικά στις ανθρώπινες κοινωνικές σχέσεις ακόμη και στην οικογένεια. Τα αδέρφια συχνά ανταγωνίζονται για την αγάπη των γονιών τους, όμως η γκρίνια τους τείνει να είναι ήπια. Στον πολιτικό και ιδεολογικό τομέα, η αντιπαλότητα ανάμεσα στους βασιλόφρονες και τους βενιζελικούς δυνάστευσε τα πολιτικά δρώμενα της Ελλάδας για δυόμιση δεκαετίες. Στην εμπόλεμη κατάσταση της Κατοχής πήρε διαφορετικές διαστάσεις. Αρχικά εκδηλώθηκε ανάμεσα στους οπαδούς της Αντίστασης και τους δωσίλογους καταλήγοντας στο διχασμό και στις εμφύλιες διαμάχες.

Αναμφίβολα, συνέβαλλαν και οι παρεμβάσεις των ξένων στην πόλωση της ελληνικής κοινωνίας εκείνη την εποχή. Φυσικά, οι διάφορες πολιτικές ομάδες των Ελλήνων βρίσκονταν συχνά σε βίαιες αντιπαλότητες, όμως η ανάμιξη των ξένων επιδείνωσε την κατάσταση. Οι Άγγλοι πράκτορες χρησιμοποίησαν την προπαγάνδα του αντικομουνισμού και με δόλωμα τις χρυσές λίρες δημιουργούσαν ένοπλες ομάδες για να υπομονεύουν και να εξουδετερώνουν τους αντάρτες του ΕΛΑΣ. Τελικά, ο ίδιος ο Τσώρτσιλ έδωσε το σύνθημα της δαιμονοποίησης της Αντίστασης όταν αποκάλεσε τους αντάρτες «Ληστές και συμμορίτες».

Όμως υπάρχει η συμφωνία της Πλάκας – Μυρόφυλλου, που υπογράφηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1944, μεταξύ των κυριότερων και ταυτόχρονα αντιμαχόμενων ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων, ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ. Ήταν ειρηνευτική και επιβεβαιώνει τις προσπάθειες των Ελλήνων για συμφιλίωση. Είχαν γίνει και άλλες προσπάθειες. Ίσως αν δεν παρασύρονταν από τους ξένους οι Έλληνες να μην έφταναν στο αιματοκύλισμα του εμφυλίου.

-Ήταν αναπόφευκτη η Μικρασιατική καταστροφή; Όπως θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε αργότερα και για τον Εμφύλιο ή την Κυπριακή τραγωδία. Ήταν οι καταστροφές αυτές αναπόφευκτες;

Υποθέτω ότι για να γίνουν, ήταν αναπόφευκτες. Φυσικά, υπάρχουν πάντα εναλλακτικές λύσεις. Σχετικά με την Κυπριακή τραγωδία, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Άγγλοι είχαν μεγάλη ανάγκη να πάει η Ελλάδα με το μέρος τους και έταζαν την Κύπρο. Όμως ο γερμανόφιλος βασιλιάς δεν δέχτηκε και είπε ότι την Κύπρο θα τους την έδινε η Γερμανία που θα κέρδιζε τον πόλεμο.

-Φυσικά η σπουδαία εργασία σας δεν σταματά με τα Νοεμβριανά και τη Μικρασιατική τραγωδία. Πέστε μας κάτι για την εργασία που ετοιμάζετε τώρα;

Συνεχίζω το συγγραφικό μου οδοιπορικό μέσα στο χρόνο και την ιστορία και έχω φτάσει στη δεκαετία του 1940. Είναι η δεκαετία που σημάδεψε τα παιδικά μου χρόνια και ο αρχικός μου σκοπός ήταν να γράψω κάτι για εκείνη την εποχή. Όμως λοξοδρόμησα και πήγα πολύ πίσω. Έχω τελειώσει το ιστορικό μυθιστόρημα «Ανηφόρα», είναι επακόλουθο του μυθιστορήματος «Στο μέτωπο» και καλύπτει τα χρόνια του μεσοπόλεμου 1922-1940. Θα εκδοθεί το 2025 από τον Εκδοτικό Οίκο Ωκεανός. Για ένα χρόνο περίπου τώρα δουλεύω το ιστορικό μυθιστόρημα «Αφεγγιά» που καλύπτει τα πρώτα τέσσερα χρόνια της δεκαετίας του 1940.

 

Το εξώφυλλο του μυθιστορήματος “Ματωμένες γειτονιές”

-Τι σημαίνουν για σας οι έννοιες: δημοτικό τραγούδι, ρεμπέτικο, εθνικοφροσύνη, πατριωτισμός;

Το δημοτικό τραγούδι εκφράζει τη λαϊκή θυμοσοφία ανά τους αιώνες. Είναι διασκεδαστικό, παρήγορο και ονειρεμένο. Ήτανε η ουσία της ζωής στις αγροτικές και ποιμενικές κοινωνίες του παρελθόντος. Εγώ μεγάλωσα στο χωριό και τα δημοτικά τραγούδια μού είναι οικεία. Μου έχει μείνει ανεξίτηλα στη μνήμη το τραγούδι:

«Φώτα το φεγγαράκι μου, / να πάω στην αγάπη μου.

Φώτα ψηλά και χαμηλά, / γιατί έχει λάσπες και νερά…»

Ακουγόταν μες στη σιγαλιά της βαθιάς νύχτας στα σοκάκια του χωριού από τους άνδρες που γύριζαν στα σπίτια τους σαν έκλεινε το κρασοπουλειό.

Σε πολλά τραγούδια εκφράζονται συναισθήματα που ήταν απαράδεχτα στην κοινωνία εκείνης της εποχής, όπου κυριαρχούσε η πατριαρχία και η θρησκεία. Οι αυλόγυροι των εκκλησιών και των εξωκλησιών ήταν συνήθως και χώροι διασκέδασης. Φαίνεται παράδοξο που οι άνθρωποι χόρευαν χαρούμενοι σε αυτούς τους χώρους τραγουδώντας:

«Μωρ’ δε θέλω ‘γω, δε θέ-, θέλω ‘γω παράδεισο.

Αμάν-αμάν, Θανάσω, δε θέλω ‘γω ν’ αγιάσω.

Μωρ’ μόν’ θέλω το, μόν’ θέλω το χεράκι σου.

Αμάν-αμάν Θανάσω, να γείρω να πλαγιάσω…»

Επίσης το δημοτικό τραγούδι είναι μια αστέρευτη πηγή έμπνευσης. Οι έντεχνοι στίχοι του Μίκη Θεοδωράκη:

«Στρώσε το στρώμα σου για δυο / Για σένα και για μένα,

ν’ αγκαλιαστούμε απ’ την αρχή, / να ‘ν’ όλα αναστημένα»

αντανακλούν το δημοτικό τραγούδι:

«Απόψε μαυρομάτα μου, θα κοιμηθούμ’ αντάμα, / στρώσε τα στρώματα διπλά, διπλά τα μαξιλάρια / και με το ηλιοβασίλεμα, / θα ‘ρθω να κοιμηθούμε, / να κουβεντιάσουμε τα δυο, να γλυκοφιληθούμε.»

Το ίδιο συμβαίνει και με το τραγούδι:

«Δυο γιους είχες μανούλα μου / δυο δέντρα, δυο ποτάμια,

δυο κάστρα Βενετσιάνικα, / δυο δυόσμους, δυο λαχτάρες…»

αντανακλούν το δημοτικό:

«- Μάνα με τους πολλούς υγιούς, με τους πολλούς λεβέντες,

για δε γελάει τ’ αχείλι σου, δε χαίρεται η καρδιά σου;

Ρίχνει ο αδερφός του αδερφού, πληγώνεται ο κλέφτης.

Πήγανε και ανταμώσανε σε μια κρυά βρυσούλα

και σφιχταγκαλιαστήκανε και γλυκοφιληθήκαν».

που τραγουδιόταν στις εμφύλιες διαμάχες στα χρόνια του Όθωνα.

Το ρεμπέτικο. Πρώτη φορά που άκουσα ρεμπέτικο τραγούδι ήταν στις αρχές του 1950. Ένας νεαρός γείτονάς μας είχε φέρει ένα γραμμόφωνο και έπαιζε συνέχεια το τραγούδι:

«Θ’ ανέβω και θα τραγουδήσω / στο πιο ψηλότερο βουνό

ν’ ακούγεται στην ερημιά / ο πόνος μου με την πενιά…»

Ήταν παραπονεμένο και έκφραζε τις δυστυχίες και τις θλίψεις που μας κληροδότησε ο πόλεμος και ο Εμφύλιος.

Η εθνικοφροσύνη αντανακλά «δηλώσεις μετανοίας», «κοινωνικά φρονήματα», «φακελώματα» και πολλά άλλα. Ήταν η επίσημη ιδεολογία του κράτους της άκρας δεξιάς που δυνάστευσε την Ελλάδα για δεκαετίες.

Το χωριό μας ήταν και στέκι των ανταρτών. Ο πατέρας μου δεν ήταν μπλεγμένος. Οι προκηρύξεις που βρέθηκαν στην κωλότσεπή του προορίζονταν για κωλοσφούγγι. Όμως πέρασε από στρατοδικείο το 1949 και δικάστηκε σε θάνατο. Λόγω που ήταν πολύτεκνος δεν τον εκτέλεσαν και τον έστειλαν εξορία. Αρνήθηκε να υπογράψει τη «δήλωση μετανοίας» με το σκεπτικό ότι δεν ήταν κομμουνιστής και αν την υπέγραφε θα παραδεχόταν ότι ήταν. Έτσι έμεινε εξόριστος για περίπου τέσσερα χρόνια.

Ο αδερφός μου δεν μπορούσε να φύγει για το εξωτερικό γιατί του είχαν κάνει φάκελο. Βάλανε μέσο και πλήρωσαν μεγάλο τζερεμέ για να πάρει το περιβόητο πιστοποιητικό των κοινωνικών φρονημάτων.

Ο πατριωτισμός. Αγαπώ τον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Δυστυχώς, η εθνικοφροσύνη είχε μονοπωλήσει τον πατριωτισμό για δεκαετίες στον εικοστό αιώνα στιγματίζοντας τους μισούς Έλληνες ως αντιπατριώτες.

-Συγχαρητήρια κυρία Κριλή για τη μοναδική συγγραφική σας εργασία. Ευχαριστώ για τη συνέντευξή σας.

*Ο Δρ Χρήστος Ν. Φίφης είναι επίτιμος ερευνητής της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου La Trobe.

Η συγγραφέας Γιώτα Κριλή