Αντιδράσεις έχουν προκληθεί στην Τουρκία για το τραγούδι που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Eurovision 2025.

Όπως ανακοινώθηκε, η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση της Τουρκίας (TRT) πρόκειται να εξετάσει το περιεχόμενο του τραγουδιού που «στέλνει» η Ελλάδα στον διαγωνισμό της Eurovision, «Αστερομάτα», το οποίο ερμηνεύει η Κλαυδία, μετά από αναφορές που έλαβε η TRT ότι το κομμάτι συνδέεται με τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.

Συγκεκριμένα, σε ανακοίνωση του Eurovision Türkiye αναφέρονται δηλώσεις της Κλαυδίας στην εκπομπή «Πρωΐαν σε είδον» της ΕΡΤ, στις 16 Ιανουαρίου, όπου η ερμηνεύτρια ανέφερε ότι το τραγούδι της για τη Eurovision 2025 «μιλά για τον ξεριζωμό και την προσφυγιά».

Σύμφωνα με το Eurovision Türkiye, αν η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση της Τουρκίας διαπιστώσει ότι το τραγούδι της Κλαυδίας (σ.σ. έχει ποντιακή καταγωγή) , με τίτλο «Αστερομάτα», αναφέρεται στη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου- ένα ιστορικό γεγονός που η Τουρκία αρνείται να αναγνωρίσει- τότε «θα μεταφερθεί η δυσφορία της Τουρκίας στο υψηλότερο επίπεδο», υποβάλλοντας επίσημη διαμαρτυρία.

«ΑΣΤΕΡΟΜΑΤΑ»: Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΞΕΡΙΖΩΜΟΥ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΕΙ ΣΤΗΝ EUROVISION

Η Κλαυδία θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην τελική φάση της Eurovision 2025 με το τραγούδι «Αστερομάτα», επιβεβαιώνοντας τις αρχικές προβλέψεις που την ήθελαν φαβορί για την πρώτη θέση.

Η ερμηνεύτρια θα συμμετάσχει στον Β’ ημιτελικό, ο οποίος θα πραγματοποιηθεί στις 15 Μαΐου στην Ελβετία, και θα εμφανιστεί στο Α’ μισό του διαγωνισμού (θέσεις 1-8).

Το τραγούδι «Αστερομάτα» είναι ένα ethnic κομμάτι που αναφέρεται στην προσφυγιά και τον ξεριζωμό. Ο τίτλος, «Αστερομάτα», προέρχεται από παραδοσιακό χαρακτηρισμό της Σμύρνης, που χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει γυναίκες με λαμπερά και εντυπωσιακά μάτια.

H ΤΡΑΓΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Η ερμηνεύτρια του τραγουδιού άντλησε έμπνευση από την ιστορία του ποντιακού ελληνισμού για το τραγούδι «Αστερομάτα», αναδεικνύοντας τη γενοκτονία και τον ξεριζωμό των Ποντίων. Ως απόγονος αυτής της καταγωγής, τραγουδά για την προσφυγιά, την απώλεια της πατρίδας και την αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, μέσα σε έναν κόσμο που δοκιμάζεται από συνεχείς συγκρούσεις.

Όπως αποκάλυψε η ίδια σε συνέντευξή της: «Γενικά είχαμε στο μυαλό μας ανέκαθεν να φτιάξουμε ένα κομμάτι, με το οποίο να μπορώ να ταυτιστώ εγώ, το οποίο θα με συνδέει και με κάποιον τρόπο και κάπως έτσι ήρθε η έμπνευση. Το τραγούδι μιλάει για ξεριζωμό και προσφυγιά. Η χώρα μας είναι μια χώρα που έχει βιώσει αυτά τα συναισθήματα. Από την ιστορία των παππούδων μας και το βλέπουμε και σήμερα σε αυτούς που έρχονται στη χώρα μας για μια καλύτερη ζωή. Εμένα η οικογένειά μου είναι ποντιακής καταγωγής, είναι πρόσφυγες και έτσι συνδέομαι με το κομμάτι. Η γιαγιά μου, η γιαγιά Κλαυδία, μού έχει πει ιστορίες, μου έχει πει για την οικογένειά της, πώς έφυγαν τότε με τον ξεριζωμό και πήγαν στη Σοβιετική Ένωση, οι γονείς μου γεννήθηκαν εκεί, μεγάλωσαν εκεί μέχρι μια ηλικία και επέστρεψαν στην Ελλάδα το ’91 και ξεκίνησαν εδώ μια καινούργια ζωή».

ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΤΟΤΕ

Υπενθυμίζεται ότι το 1923, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης, πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, στην οποία περιλαμβάνονταν και οι χριστιανοί (ελληνόφωνοι ή μη) κάτοικοι του Πόντου, καθώς και αυτοί της υπόλοιπης Μικράς Ασίας.

Η πλειονότητα των Ποντίων προσφύγων που ήρθαν τότε στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, ενώ πολλοί κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ.

Το πρώτο μεγάλο κύμα προσφύγων από τον Πόντο, μετά την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, ακολούθησε τους υπόλοιπους ανταλλάξιμους από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη και εγκαταστάθηκε σταδιακά στην Ελλάδα, ενώ κάποιοι κατέφυγαν στη Σοβιετική Ένωση ή τις ΗΠΑ.

Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το μεγαλύτερο μέρος από το σχεδόν μισό εκατομμύριο Ελληνοπόντιων και Μαριανουπολιτών που ζούσαν εκεί, κατέφυγε στην Ελλάδα. Η κατάσταση για αυτούς ήταν ακόμη πιο δύσκολη, καθώς, με την εγκατάστασή τους, περιθωριοποιήθηκαν κοινωνικά.

Το αδόκιμο εθνικό επίθετο «ρωσοπόντιος» αποτελούσε ένδειξη της απαξιωτικής και απορριπτικής στάσης των Ελλαδιτών απέναντι στους νεοαφιχθέντες, το οποίο υιοθετήθηκε και από απογόνους των Ποντίων και Μικρασιατών προσφύγων του 1922. Αυτή η στάση εντάθηκε από την έλλειψη κρατικού σχεδίου για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, καθώς και από την άγνοια του ζητήματος, γεγονός που έγινε εμφανές με την αδράνεια της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αμπχαζίας.

Η άγνοια της ταυτότητας και της ιστορίας των νέων προσφύγων από μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και οι προσπάθειες για κομματική εκμετάλλευσή τους επέφερε την άρνηση της ελληνικότητάς τους και έκανε ακόμη δυσκολότερη την ένταξή τους στο ελληνικό κράτος.