Ένα στα δύο παιδιά στην Αυστραλία θα είναι παχύσαρκο ή υπέρβαρο έως το 2050, ενώ η χώρα προβλέπεται να έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων στον Κόσμο, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη, εκτός και αν ληφθούν άμεσα μέτρα από τους ιθύνοντες.
Τα στοιχεία για τους κατοίκους Αυστραλίας προέκυψαν από τα δεδομένα μίας παγκόσμιας έρευνας η οποία ανέλυσε τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων ηλικίας 5 έως 24 ετών από το 1990 έως το 2021 σε 204 χώρες.
Γίνεται λόγος για «μνημειώδη κοινωνική αποτυχία» σε διεθνές επίπεδο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, με περισσότερους από τους μισούς ενήλικες και σχεδόν το ένα τρίτο των παιδιών και των νέων να επηρεάζονται μέχρι το 2050.
Αυτό αντιπροσωπεύει περισσότερους από 3,8 δισεκατομμύρια ενήλικες και 746 εκατομμύρια παιδιά και εφήβους, σύμφωνα με την έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Gates και δημοσιεύθηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό The Lancet στις 4 Μαρτίου (ημέρα αφιερωμένη στην ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση για την παχυσαρκία, που αποτελεί τον πιο σοβαρό προδιαθεσικό παράγοντα -μαζί με το κάπνισμα- όσον αφορά στη νόσηση από τον καρκίνο και τα καρδιαγγειακά νοσήματα).
«Η άνευ προηγουμένου παγκόσμια επιδημία του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας (overweight and obesity) είναι μια βαθιά τραγωδία και μια μνημειώδης κοινωνική αποτυχία», δήλωσε η ομογενής επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, καθηγήτρια Emmanuela Gakidou από το Health Metrics and Evaluation στο University of Washington των ΗΠΑ.
Τα ποσοστά υπέρβαρου και παχυσαρκίας έχουν ήδη υπερδιπλασιαστεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, με περισσότερους από 2,1 δισεκατομμύρια ενήλικες και 493 εκατομμύρια νέους ηλικίας 5-24 ετών να επηρεάζονται από το 2021, ανέφεραν οι ερευνητές.
Η μελέτη είχε «περιορισμούς», συμπεριλαμβανομένων των κενών δεδομένων και της χρήσης του Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI) ως δείκτη. Επίσης, δεν έλαβε υπόψη της τον πιθανό αντίκτυπο των φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας, τα οποία έχουν γνωρίσει τεράστια ζήτηση στις πλουσιότερες χώρες όπου είναι διαθέσιμα.
Η εικόνα ποικίλλει σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά οι ερευνητές ανέφεραν ότι η επιταχυνόμενη αύξηση της παχυσαρκίας μεταξύ των νέων και η αύξηση στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου τα συστήματα υγείας δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το επερχόμενο φορτίο της νόσου, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές.
Αυτό περιλαμβάνει μια προβλεπόμενη αύξηση κατά 250% των ποσοστών υπέρβαρου και παχυσαρκίας στην υποσαχάρια Αφρική. Η αύξηση, σε 522 εκατομμύρια ενήλικες και 200 εκατομμύρια παιδιά και νέους, οφείλεται εν μέρει στην αύξηση του πληθυσμού.
Μια ξεχωριστή μελέτη, ο Παγκόσμιος Άτλας Παχυσαρκίας από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Παχυσαρκίας, έθεσε επίσης αυτό το ζήτημα.
«Οι περιοχές που πλήττονται περισσότερο είναι οι αναπτυσσόμενες χώρες», δήλωσε ο Simon Barquera, πρόεδρος της Ομοσπονδίας.
Ο Άτλας της Παχυσαρκίας υπέδειξε ότι το 79% των ενηλίκων και το 88% των παιδιών με παχυσαρκία και υπέρβαρο θα ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος μέχρι το 2035 και μόνο το 7% όλων των χωρών διαθέτουν επαρκή συστήματα υγείας για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
«Είναι πραγματικά μία από τις κύριες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία σε όλο τον Κόσμο», πρόσθεσε ο κ. Barquera.
ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
Για την Αυστραλία, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 36% ηλικίας 5 έως 24 ετών στην Αυστραλία – 2,3 εκατομμύρια παιδιά και έφηβοι – ταξινομούνταν ως υπέρβαροι ή ζούσαν με παχυσαρκία το 2021, γεγονός που τοποθετεί τη χώρα στην πέμπτη θέση ως προς την παχυσαρκία μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος.
Στην πρώτη θέση ήταν οι ΗΠΑ και στη δεύτερη η Νέα Ζηλανδία.
Ωστόσο, μέχρι το 2050 -σύμφωνα με τη μελέτη- η Αυστραλία θα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό επιπολασμού της παχυσαρκίας στα παιδιά στον Κόσμο -για χώρες υψηλού εισοδήματος- μετά τη Χιλή, με ένα στα τρία αυστραλιανά παιδιά και εφήβους (2,2 εκατ.) να είναι παχύσαρκα μέχρι το 2050.
Με άλλα 1,6 εκατ. παιδιά να προβλέπεται ότι θα είναι υπέρβαρα έως το 2050, οι ερευνητές προέβλεψαν ότι τα μισά από όλα τα παιδιά και τους εφήβους της Αυστραλίας (3,8 εκατ.) θα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα.
Οι ερευνητές όρισαν το υπέρβαρο και την παχυσαρκία χρησιμοποιώντας τον Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI), αναγνωρίζοντας ότι ενώ δεν ήταν «ένα τέλειο μέτρο» για τον κίνδυνο υγείας ή ασθένειας σε ατομικό επίπεδο, θεωρείται αποδεκτό μέτρο για την παρακολούθηση του κινδύνου σε επίπεδο πληθυσμού σε μεγάλη κλίμακα.
Για τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη άνω των 18 ετών, το υπέρβαρο ορίστηκε ως ΔΜΣ μεταξύ 25kg/m2 και 30kg/m2, και το παχύσαρκο ορίστηκε ως ΔΜΣ 30kg/m2 ή άνω, ενώ για τα παιδιά κάτω των 18 ετών βασίστηκαν στις ταξινομήσεις που ορίζονται από τα κριτήρια της International Obesity Task Force.
Η εκ των συγγραφέων της έρευνας, Δρ Jessica Kerr, του Murdoch Children’s Research Institute, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα δεν αποτελούν έκπληξη, καθώς η Αυστραλία και η Βόρεια Αμερική ήταν «εκεί όπου ξεκίνησε πραγματικά η επιδημία της παχυσαρκίας».
«Τα τοπικά μας συστήματα εφοδιασμού τροφίμων έχουν προ πολλού καταληφθεί από αυτές τις μεγάλες εταιρείες τροφίμων, οπότε καταναλώνουμε τρόφιμα υψηλής θερμιδικής αξίας με μεγάλη διάρκεια ζωής στο ράφι», εξήγησε.
Η εφηβική παχυσαρκία αυξάνει τους κινδύνους για πολλαπλούς καρκίνους, νεφρικές παθήσεις, μυοσκελετικές διαταραχές, καρδιαγγειακά νοσήματα, ψυχικές διαταραχές και πρόωρη θνησιμότητα ήδη από τη νεαρή ενήλικη ζωή.
Επίσης, ο αυξανόμενος αριθμός των νεαρών γυναικών που πλησιάζουν την αναπαραγωγική ηλικία όντας υπέρβαρες ή παχύσαρκες θα «προκαθορίσει περαιτέρω την υγεία της επόμενης γενιάς», επισήμαναν οι συγγραφείς.
Το «κακό» σενάριο της μελέτης προϋποθέτει τη συνέχιση των σημερινών προσεγγίσεων για την ανάσχεση της αύξησης του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας, οι οποίες, «έχουν απογοητεύσει μια γενιά παιδιών και εφήβων».
Κατά τους επιστήμονες, είναι οι κυβερνήσεις και όχι τα άτομα μεμονωμένα που πρέπει να αντιμετωπίσουν τους παράγοντες της παχυσαρκίας.
«Παρόλο που τα ευρήματα αυτά δείχνουν μνημειώδεις αποτυχίες στη διαχείριση του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας … η πλήρης μετάβαση στην παγκόσμια παχυσαρκία μπορεί να αποφευχθεί αν η δράση έρθει τώρα, πριν από το 2030».
Οι συγγραφείς ανέφεραν ότι απαιτούνται ρυθμιστικές παρεμβάσεις όπως η φορολόγηση των ποτών με ζάχαρη, η απαγόρευση της διαφήμισης των πρόχειρων τροφίμων που απευθύνονται στους νέους, η χρηματοδότηση υγιεινών γευμάτων στα σχολεία και ευρύτερες πολιτικές όπως η αναθεώρηση του αστικού σχεδιασμού για την ενθάρρυνση του ενεργού τρόπου ζωής.