Τι έφταιξε αλήθεια και η Βικτώρια μπήκε σε lockdown για δεύτερη φορά; Γιατί ενώ τα πηγαίναμε θαυμάσια και καταφέραμε να «ισοπεδώσουμε την καμπύλη», τώρα μιλάμε καθημερινά για τριψήφια νούμερα κρουσμάτων, έχουμε ανθρώπους σε αυστηρό περιορισμό και όλοι μαζί γυρίσαμε στο σημείο μηδέν; Τι ήταν αυτό που επέδρασε στην ψυχολογία μας κατά τέτοιο τρόπο ώστε με τη χαλάρωση των περιορισμών να επέλθει και η χαλάρωση της συμπεριφοράς μας απέναντι στην τήρηση των βασικών κανόνων υγιεινής και κοινωνικής αποστασιοποίησης;

Η αναπληρώτρια καθηγήτρια Εύα Τσαχουρίδου, ειδήμων σε ζητήματα προσωπικής και οργανωσιακής ηθικής στη Σχολή Λογιστικής του Πανεπιστημίου RMIT, μιλά στον «Νέο Κόσμο» για τη σχέση που συνδέει τη συμπεριφορά των ανθρώπων και τις επιλογές τους με το βαθμό συνειδητοποίησης από πλευράς τους της επίδρασης που έχουν οι πράξεις τους στις ζωές των συνανθρώπων τους.

«Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις οποίες κάποιοι συμμορφώνονται και κάποιοι άλλοι όχι στους νόμους, τους κανονισμούς ή τα στάνταρτ της κοινότητας και πιστεύω ότι σημαντικό ρόλο σε αυτό διαδραματίζει ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζουμε τα διάφορα θέματα. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να κρατήσουμε το ανθρώπινο πρόσωπο και την ανθρώπινη διάδραση στην προμετωπίδα της παρουσίασής μας και οσονούπω στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα διάφορα θέματα», λέει η ομογενής επιστήμονας επιχειρώντας να εξηγήσει την αλλαγή στάσης των ανθρώπων απέναντι στους κανόνες περιορισμού της εξάπλωσης του ιού COVID-19.

Η κα. Τσαχουρίδου λέει ότι ο τρόπος που παρέχεται η ενημέρωση για τη δημόσια υγεία μπορεί είτε να βελτιώσει είτε να εμποδίσει την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε τον κορονοϊό ως ηθικό ζήτημα, και να αποφασίσουμε να κάνουμε αυτό που είναι σωστό ή όχι.
Όπως εξηγεί, ενώ τα γραφήματα και τα ποσοστά είναι χρήσιμα για να εξηγήσουν τη σημασία της φυσικής απόστασης στην επιβράδυνση της εξάπλωσης του ιού και την προστασία των πιο ευάλωτων μελών της κοινότητας, είναι δύσκολο να αποτελέσουν κίνητρο για τους περισσότερους ανθρώπους.
Συνεπώς, ο τρόπος παρουσίασης αποκτά ιδιαίτερη σημασία γιατί είναι αυτός που συμβάλλει στο σχηματισμό του νοητικού πλαισίου που στη συνέχεια θα καθορίσει την ικανότητά μας να διακρίνουμε ή όχι τις ηθικές πλευρές του ζητήματος και να πράξουμε ανάλογα.

«Όταν οι άνθρωποι αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν την ηθική πλευρά ενός ζητήματος (σ.σ. στην προκειμένη περίπτωση της πανδημίας COVID-19), τότε μπορεί να οδηγηθούν σε αποφάσεις που είναι εντελώς ακατάλληλες. Έτσι, πιστεύω ότι είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι η συμπεριφορά μας δεν επηρεάζει μόνο τα γραφήματα, τους χάρτες ή τα νούμερα, αλλά στην ουσία άλλους ανθρώπους» τονίζει η κ. Τσαχουρίδου.
Η ομογενής επιστήμονας προτείνει μια πιο προσωπική, βασισμένη σε αληθινές ιστορίες και βιώματα προσέγγιση ως προς την επικοινωνία των μηνυμάτων γύρω από τον κορονοϊό.
«Επιτρέποντάς μας να «δούμε» τους ανθρώπους που θέτουν σε κίνδυνο οι ενέργειές μας ή ακόμη και να «αλληλεπιδράσουμε» μαζί τους μέσω συνεντεύξεων θα έχει πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο στη συμπεριφορά μας», λέει.

Ενημερωτικές καμπάνιες αυτού του τύπου θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες για να βοηθήσουν τα άτομα που διατρέχουν χαμηλότερο κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό να καταλάβουν ότι, αγνοώντας τους κανόνες της φυσικής απόστασης, θέτουν σε κίνδυνο εκατοντάδες άλλων που θα μπορούσαν να μολυνθούν κι ενδεχομένως να οδηγηθούν και στο θάνατο. Και οι άνθρωποι αυτοί έχουν ονόματα, πρόσωπα και αγαπημένους που θα υποφέρουν από την απώλειά τους.
«Μιλώντας για «κρούσματα» ίσως να είναι μια χαρά για τους επιδημιολόγους, τους στατιστικολόγους και όσους ασχολούνται με τη χάραξη πολιτικής αλλά πιστεύω ότι όταν επικοινωνούμε με την κοινότητα είναι σημαντικό να μιλάμε για ανθρώπους και τις προσωπικές ιστορίες τους γιατί έτσι δημιουργούμε εικόνες και ισχυρά σημεία σύνδεσης με όσους έχουν επηρεαστεί από τη νόσο».

Η κ. Τσαχουρίδου σχολίασε επίσης την αρνητική επίδραση που μπορεί να έχει ο στιγματισμός ομάδων και κοινοτήτων στην αντίληψη των ανθρώπων.
«Κάνοντας λόγο για «ενοίκους των δημόσιων οικιστικών συγκροτημάτων» αφαιρούμε το ανθρώπινο πρόσωπο και αυτόματα αποστασιοποιούμαστε από αυτούς», λέει.

Στην ερώτηση εάν λόγω της παρούσας κατάστασης υφίσταται διαχωρισμός μεταξύ των κατοίκων της Βικτώριας και των υπολοίπων Αυστραλών, η πανεπιστημιακός, υπογραμμίζει:
«Πρέπει να θυμόμαστε ότι πάνω από όλα είμαστε όλοι άνθρωποι και δεν έχει σημασία πού βρισκόμαστε. Υπάρχει μία τάση από τους πολιτικούς να λένε ότι είμαστε πιο «Βικτωριανοί» τώρα ή ότι θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα μας, σε μια προσπάθεια εξάλειψης του στίγματος ή αντιμετώπισής του, αλλά κάθε φορά που ομαδοποιούμε τους ανθρώπους δημιουργούμε έναν διαχωρισμό μεταξύ «ημών και αυτών». Μεταξύ αυτών που ανήκουν στην ομάδα και αυτών που δεν ανήκουν σε αυτήν και αυτό που γνωρίζουμε όσον αφορά την ηθική συμπεριφορά είναι ότι είναι πολύ πιο πιθανό να συμπεριφερθούμε ηθικά προς αυτούς που θεωρούμε ότι ανήκουν στη δική μας ομάδα από ό,τι σε αυτούς που θεωρούμε «απομακρυσμένους». Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στον τρόπο έκφρασής μας γιατί η τωρινή κατάσταση στην πραγματικότητα δεν αφορά τους κατοίκους της Βικτώριας αλλά ανθρώπινες υπάρξεις, την ανθρώπινη κοινότητα που πρέπει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει».

Ολοκληρώνοντας, η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του RMIT κα Εύα Τσαχουρίδου, υπογράμμισε πόσο σημαντικό είναι «να συνειδητοποιήσουμε τις συνέπειες που έχει η γλώσσα που χρησιμοποιούμε και οι αντιλήψεις που διαμορφώνουμε βάσει αυτής της γλώσσας στις επιλογές μας, ιδιαίτερα σε δύσκολες ώρες όπως αυτές που διανύουμε τώρα».