Εάν συχνάζατε στις γειτονιές του South Yarra τη δεκαετία του ’80, κατά πάσα πιθανότητα γνωρίζετε ένα μικρό delicatessen ονόματι Olympus Continental Deli φημισμένο για τα χειροποίητα εδέσματα που εμπορευόταν, όπως η ταραμοσαλάτα, το τζατζίκι και η μελιτζανοσαλάτα.

Η οικογενειακή επιχείρηση που ξεκίνησε το 1982 ο Χρήστος Τάσσιος – ένας συμπάροικος με καταγωγή από το χωριό Κανάλια Μαγνησίας – δεν άργησε να καθιερωθεί ως αγαπημένος προορισμός τόσο για νεοφερμένους Έλληνες όσο και για τους πολυταξιδεμένους που αναζητούσαν τα μεσογειακού χαρακτήρα ορεκτικά, δυσεύρετα για εκείνη την εποχή.

Όπως λέει μάλιστα ο γιος του ιδρυτή, Νικόλας, μιλώντας στον “Νέο Κόσμο”, στους πελάτες του μαγαζιού έβρισκε κανείς και πολλές διασημότητες των καιρών, ανάμεσά τους o Molly Meldrum και η Jeannie Little.

Βέβαια αυτό που δεν γνώριζε τότε η οικογένεια Τάσσιου ήταν πως η μικρή τους επιχείρηση έμελλε να εξελιχθεί σε μία από τις δημοφιλέστερες εταιρείες τροφίμων της Αυστραλίας.

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ

Με τη ζήτηση για τα προϊόντα να αυξάνεται συνεχώς, μέσα σε έναν περίπου χρόνο η παραγωγή μεταφέρθηκε σε καινούριες εγκαταστάσεις στο Northcote.

Και μπορεί τα περίφημα Chris’ dips να βρίσκονταν πλέον στα ράφια των σουπερμάρκετ, αλλά την ίδια στιγμή ο Χρήστος εξακολουθούσε να διαμένει ο ίδιος παραγγελίες με το φορτηγάκι του.

Λίγο αργότερα, την επιτυχία τους θα σκίαζε μια αναποδιά με το εργοστάσιο να τυλίγεται στις φλόγες από πυρκαγιά.

Όμως ο Χρήστος δεν ήταν από αυτούς που τα παρατούν εύκολα και μέσα σε διάστημα πέντε ημερών η παραγωγή είχε επανέλθει.

“Εάν δεν είχε πάρει εκείνη την απόφαση να συνεχίσει, η Chris’ Foods δεν θα υπήρχε σήμερα”, εξηγεί ο Νικόλας.

Έκτοτε τα πράγματα θα κυλούσαν ευτυχώς πιο ομαλά, με την οικογενειακή επιχείρηση να βρίσκει τελικά το “σπίτι” που διατηρεί ως και σήμερα για τις εγκαταστάσεις του στο Thomastown και τα προϊόντα της να κατακτούν σιγά σιγά την αυστραλιανή αγορά στην κατηγορία του γιαουρτιού και τις αλοιφές.

ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΓΕΥΣΕΩΝ

Όταν ο Χρήστος έφυγε από τη ζωή, τα ηνία ανέλαβε ο γιος του Νικόλας, με στόχο να οδηγήσει μια γαστρονομική παράδοση χρόνων στον επόμενο σταθμό.

Εξάλλου, τα στοιχεία που ενέπνευσαν τον Χρήστο Τάσσιο – η επιθυμία να συστήσει τον γευστικό πλούτο της πατρίδας του στα τραπέζια των Αυστραλών και η πεποίθηση πως το φαγητό φέρνει τους ανθρώπους κοντά – εξακολουθούν να καθοδηγούν το όραμα της οικογένειας για την επιχείρηση.

Όπως εξομολογείται ο Νικόλας, η αποφασιστικότητα και η αφοσίωση του πατέρα του έθεσαν τον πήχη ψηλά για τον ίδιο τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο.

“Ποτέ δεν το έβαλε κάτω, ακόμη και σήμερα κοιτάω πίσω και σκέφτομαι πώς είναι δυνατόν να συνέχισε παρά τις αντιξοότητες”, αναφέρει και μιλά για ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα ζωής που του μετέδωσε.

“Ακόμη κι αν αποτύχεις οφείλεις να συνεχίσεις. Δεν έχει σημασία πόσες φορές θα χτυπηθείς, αυτό είναι αναπόφευκτο στον κόσμο των επιχειρήσεων, το σημαντικό είναι πόσες φορές θα σηκωθείς πάλι όρθιος”.

Το 2015, στη μνήμη του Χρήστου, η εταιρεία λανσάρισε μια νέα σειρά προϊόντων με την επωνυμία Heritage, μια επιλογή ορεκτικών ντιπς και επιδορπίων με γκουρμέ συνδυασμούς, πακεταρισμένα σε παραδοσιακά κεραμικά μπωλ.


Έτσι λοιπόν, η ιδέα που γεννήθηκε από το πάθος του Χρήστου Τάσσιου να φέρει την αισθητική της Μεσογείου στους Αντίποδες εισήγαγε μια καινοτομία στον τρόπο με τον οποίο σερβίρουμε dips στην Αυστραλία.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Σήμερα, η Chris’ Foods – όπως ονομάζεται η επιχείρηση μετά την ανανέωση του λογότυπου το 2017 – αναγνωρίζεται ως η μοναδική εταιρεία στην κατηγορία της που παρασκευάζει dips εξολοκλήρου στην Αυστραλία.

Η επιχείρηση απασχολεί πάνω από 120 υπαλλήλους ορισμένοι εκ των οποίων εργάζονται εκεί για περισσότερες από τρεις δεκαετίες και παράλληλα με τα παραδοσιακά dips ελληνικής μαγειρικής η εταιρεία έχει εισέλθει δυναμικά πλέον και σε νέους τομείς.

“Ενώ πυρήνας της επιχείρησής μας παραμένουν τα dips, ανά τα χρόνια έχουμε εξελίξει τις σειρές προϊόντων μας ώστε να περιλαμβάνουν αλοιφές, γιαούρτι και επιδόρπια που είναι εμπνευσμένα από διεθνείς κουζίνες και υλικά από γαστρονομικές παραδόσεις του κόσμου”, εξηγεί ο Νικόλας.

Όπως στο παρελθόν έτσι και τώρα προτεραιότητά τους είναι η ποιότητα των προϊόντων και η αυθεντικότητα των συνταγών.

“Αυτό είναι που κάνει τους πελάτες μας να επιστρέφουν σε μας.

“Ένα πράγμα που έχει μείνει απαράλλαχτο ανά τα χρόνια είναι η συνέπεια στα προϊόντα μας. Έχουμε πιστό πελατολόγιο[…] και πολύς κόσμος, καταναλωτές και προσωπικό, μας στηρίζουν εδώ και καιρό.

Ανεξάρτητα όμως από τη δημοφιλία που έχει γνωρίσει η επιχείρηση, για την οικογένεια επισημαίνει ο Νικόλας το πιο σημαντικό είναι να καταφέρουν να διατηρήσουν ζωντανό το πάθος και την παράδοση που τους οδήγησαν εδώ.

“Νιώθω κάποιο είδος ευθύνης για τον δρόμο μπροστά, αλλά επίσης είμαι τόσο υπερήφανος για τα όσα πέτυχαν οι γονείς μου και όλη η σκληρή δουλειά τους με κινητοποιεί να συνεχίσω αυτή την παράδοση. Πιστεύω ότι κάποιος πρέπει να είναι έντιμος και παθιασμένος σχετικά με αυτό που θέλει να κάνει και έπειτα όλα τα υπόλοιπα θα έρθουν”.