Ο καρκίνος του παχέος εντέρου πρώιμης έναρξης (young onset colorectal cancer – YOCRC), που διαγιγνώσκεται δηλαδή σε άτομα κάτω των 50 ετών, αναδεικνύεται σε αυξανόμενη παγκόσμια ανησυχία, με την Αυστραλία να καταγράφει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά εμφάνισης.
Αυτό επιβεβαιώνει και ο ομογενής καθηγητής Γαστρεντερολογίας του Πανεπιστημίου Monash, Alex Boussioutas, ο οποίος, όπως τονίζει στον «Νέο Κόσμο», ο ρυθμός «αύξησης των περιστατικών καρκίνου του παχέος εντέρου σε νεαρές ηλικίες στην Αυστραλία είναι από τους υψηλότερους στον Κόσμο».
«Ο πραγματικός αριθμός των ατόμων για τα οποία μιλάμε παραμένει ακόμη πολύ χαμηλός σε σύγκριση με τα άτομα άνω των 50», διευκρινίζει ο καθηγητής Boussioutas, και παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά εμφάνισης καρκίνου στους νεότερους αυξάνονται, σε πολλές χώρες καταγράφεται μείωση των ποσοστών στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Αυτή η τάση, η οποία παρατηρείται και στην Αυστραλία, αποδίδεται εν μέρει στην «αύξηση ποσοστών προληπτικών ελέγχων σε άτομα άνω των 50 ετών», επισημαίνει ο Ελληνοαυστραλός πρόεδρος της Ένωσης Γαστρεντερολόγων Αυστραλίας (Gastroenterology Society of Australia – GESA), ο οποίος ηγείται επίσης του τμήματος Γαστρεντερολογίας αλλά και της Κλινικής Γενετικής και Γονιδιωματικής στο νοσοκομείο The Alfred.
Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι η Αυστραλία συγκαταλέγεται στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του εντέρου παγκοσμίως, και ενώ συνήθως βρισκόταν στην κορυφή μαζί με τη Νέα Ζηλανδία, πρόσφατα ενδέχεται να την έχει ξεπεράσει η Νότια Κορέα, τονίζει ο καθηγητής Boussioutas.
ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ
Πού οφείλεται όμως αυτή η ανησυχητική αύξηση των περιστατικών, ιδίως σε άτομα κάτω των 50;
Σύμφωνα με τον καθηγητή Boussioutas, «πρόκειται για έναν συνδυασμό παραγόντων», τόσο περιβαλλοντικών όσο και γενετικών.
«Υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία που δείχνουν ότι περίπου το 25% των περιπτώσεων πρώιμης εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου σχετίζονται με οικογενειακό ιστορικό και μπορεί να οφείλονται σε υψηλή γενετική προδιάθεση», γεγονός που, όπως αναφέρει, σημαίνει ότι ορισμένα άτομα είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν καρκίνο σε νεαρότερη ηλικία.
«Αναμφίβολα», ο τρόπος ζωής καθώς το περιβάλλον διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη συχνότητα εμφάνισης της νόσου, προσθέτει ο ομογενής πρόεδρος της GESA.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αποσαφηνιστεί το ποιοι παράγοντες ευθύνονται ακριβώς, έχει καταδειχθεί συσχέτιση με την παχυσαρκία και τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης του μεταβολικού συνδρόμου σε νεότερες ηλικιακές ομάδες.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον καθηγητή Boussioutas, υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένες διατροφικές συνήθειες —όπως η υπερβολική κατανάλωση κόκκινου κρέατος ή υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων— καθώς και η περιορισμένη σωματική άσκηση, αποτελούν επίσης παράγοντες που μπορεί να συμβάλουν στην αύξηση του κινδύνου νόσησης.
Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να μελετηθούν επιστημονικά οι συγκεκριμένοι παράμετροι, καθώς η τροποποίηση των διατροφικών συνηθειών των ανθρώπων για ερευνητικούς σκοπούς είναι δύσκολη ακόμη και σε βραχυπρόθεσμες μελέτες και γίνεται εξαιρετικά απαιτητική όταν απαιτείται πολυετής παρακολούθηση, όπως χρειάζεται για να αξιολογηθεί η εμφάνιση καρκίνου, εξηγεί ο διευθυντής του τμήματος Γαστρεντερολογίας και της Κλινικής Γενετικής και Γονιδιωματικής στο νοσοκομείο The Alfred.
ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΒΙΩΜΑ
Αν όμως οι διατροφικές συνήθειες αποτελούν πράγματι παράγοντα κινδύνου, θα ήταν εύλογο να υποθέσουμε ότι όσοι ακολουθούν τη μεσογειακή διατροφή —ένα διατροφικό μοντέλο που εκτιμάται παγκοσμίως για τα οφέλη του στην υγεία και το οποίο παραδοσιακά ακολουθούσαν και οι Έλληνες μεταξύ άλλων ευρωπαϊκών πληθυσμών— βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση όσον αφορά τον περιορισμό του κινδύνου εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου;
«Η μεσογειακή διατροφή, ειδικά, θεωρείται από τις δίαιτες που βοηθούν στην προστασία του οργανισμού από ασθένειες», απαντά ο καθηγητής Boussioutas, και ενδέχεται να εξηγεί, εν μέρει, το γιατί σε ορισμένα μέρη της Ευρώπης, παρατηρούνται χαμηλότερα ποσοστά εμφάνισης της νόσου, σε σχέση με χώρες όπως η Αυστραλία.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «σίγουρα» υπάρχουν και άλλοι παράγοντες σε σχέση με τον τρόπο ζωής που συνδέονται με αυτή την παρατήρηση.
«Ενδιαφέρον» πεδίο έρευνας αποτελεί επίσης η συσχέτιση μεταξύ της ανισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος —δηλαδή του συνόλου των μικροοργανισμών, όπως βακτήρια και μύκητες, που κατοικούν στο πεπτικό μας σύστημα— και της ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου.
Όπως τονίζει ο καθηγητής Boussioutas, έχουν αναφερθεί πολλές συσχετίσεις με διάφορα «προφίλ» βακτηρίων, δηλαδή ποια βακτήρια ζουν σε ένα μέρος του σώματος, όπως το έντερο, πόσα είναι από κάθε είδος και πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, σε διαφορετικούς πληθυσμούς.
Ωστόσο, «υπάρχει μεγάλη μεταβλητότητα σε όλες αυτές τις μελέτες», εξηγεί, καθώς το μικροβίωμα επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες που αφορούν κάθε άτομο ξεχωριστά—όπως η εθνικότητα, η διατροφή, οι συννοσηρότητες, η χρήση φαρμάκων κ.ά.— αλλά και από τις αλλαγές που σημειώνονται στο ίδιο το μικροβίωμα με την πάροδο του χρόνου
«Όλα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη στην ανάλυση (των δεδομένων), και δεν είμαι βέβαιος ότι αυτό έχει γίνει σωστά σε πολλές μελέτες».
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Όσον αφορά τα πρώιμα προειδοποιητικά σημάδια του καρκίνου του παχέος εντέρου σε άτομα κάτω των 50, «δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχουν συμπτώματα» που να επιτρέπουν έγκαιρη ανίχνευση, ενημερώνει ο καθηγητής Boussioutas.
Όταν εμφανίζονται συμπτώματα, συνήθως πρόκειται για πιο προχωρημένα στάδια, και τα τυπικά συμπτώματα περιλαμβάνουν:
– Αιμορραγία από το ορθό, όπως εντοπισμός αίματος στα κόπρανα.
– Αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, π.χ. διάρροια ή δυσκοιλιότητα.
– Ανεξήγητη απώλεια βάρους.
«Παρ’ όλα αυτά, η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου σε έναν 30χρονο παραμένει πολύ σπάνια», τονίζει ο καθηγητής Boussioutas, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη δουλειά των γιατρών οι οποίοι καλούνται να εντοπίσουν τον καρκίνο εγκαίρως, και ταυτόχρονα να αποφύγουν περιττές εξετάσεις, ειδικά όταν οι ιατρικοί πόροι είναι περιορισμένοι.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΟΛΟΓΙΑΣ
Ο ομογενής πρόεδρος του GESA εξέφρασε τον ενθουσιασμό του για το γεγονός ότι το Παγκόσμιο Συνέδριο Γαστρεντερολογίας (World Congress of Gastroenterology) θα φιλοξενηθεί φέτος στη Μελβούρνη και αναμένεται να διεξαχθεί από τις 19 έως τις 22 Σεπτεμβρίου στο Melbourne Convention and Exhibition Centre, στο πλαίσιο της Εβδομάδας Γαστρεντερολογίας στην Αυστραλία (Australian Gastroenterology Week 2025).
Στο συνέδριο θα συμμετάσχουν κορυφαίοι ομιλητές από την Αυστραλία και όλο τον Κόσμο, οι οποίοι θα μοιραστούν τις γνώσεις τους σε ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων της γαστρεντερολογίας, από τον καρκίνο του πεπτικού συστήματος έως τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας.
«Είναι ενθαρρυντικό να βλέπουμε διεθνή συμμετοχή με εκπροσώπους από όλο τον Κόσμο», δηλώνει ο καθηγητής Boussioutas.
Μία από τις κύριες ομιλίες, είναι η Διάλεξη Bushell, η οποία θα δοθεί από τον καθηγητή Uri Ladabaum από το Πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ, το επιστημονικό ενδιαφέρον του οποίου επικεντρώνεται στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου (CRC), και αποτελεί βασικό σημείο αναφοράς στις συζητήσεις για τον καρκίνο του παχέος εντέρου πρώιμης έναρξης (YOCRC).
Το συνέδριο απευθύνεται σε ειδικούς από τους κλάδους της γαστρεντερολογίας, της νοσηλευτικής, της διατροφής, της φαρμακευτικής βιομηχανίας και των εταιρειών ιατρικών συσκευών, καθώς και σε επιστήμονες, ειδικευόμενους, φοιτητές, γενικούς ιατρούς και άλλους ειδικούς, όπως παθολογοανατόμους και ακτινολόγους.
Ο Alex Boussioutas είναι μόνιμος ακαδημαϊκός καθηγητής και κλινικός γιατρός στο Central Clinical School του Πανεπιστημίου Monash και, όπως αναφέρει, φαίνεται να είναι ο μόνος Ελληνοαυστραλός γαστρεντερολόγος που υπηρέτησε ως πρόεδρος του GESA.
Επιπλέον, υπήρξε ο μόνος Αυστραλός συνεργάτης στο The Cancer Genome Atlas Network για τους καρκίνους του ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος, συμμετοχή που οδήγησε σε σημαντικές μελέτες για την ανάλυση και τον χαρακτηρισμό του καρκίνου του στομάχου και του οισοφάγου, δημοσιευμένες στο περιοδικό Nature.
Ηγείται ενός ερευνητικού προγράμματος που εστιάζει στους τρόπους πρόληψης ή πρώιμης ανίχνευσης καρκίνου του ανώτερου πεπτικού συστήματος (όπως το στομάχι και ο οισοφάγος) στο Πανεπιστήμιο Monash και στο Νοσοκομείο Alfred.