Το φετινό καλοκαίρι της πανδημίας στο βόρειο ημισφαίριο  είναι παράξενο και δύσκολο. Πολλοί, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, εκτιμούν ότι πιθανώς η κατάσταση να επιδεινωθεί περαιτέρω. Ωστόσο, αν και οι ερευνητές καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να αποκρυπτογραφήσουν τα «μυστήρια» του νέου παθογόνου παράγοντα, που μέσα σε οκτώ μήνες, στέρησε τη ζωή σε περισσότερους από 660.000 ανθρώπους, ένα ερώτημα παραμένει αναπάντητο: Πώς θα είναι ο επόμενος χειμώνας, η εποχή, δηλαδή, κατά την οποία καταγράφεται έξαρση της γρίπης και του κοινού κρυολογήματος;

Οι επιστήμονες, εδώ και καιρό, ανησυχούν ότι η πτώση της θερμοκρασίας πιθανώς να πυροδοτήσει ένα δεύτερο κύμα της COVID-19, που ίσως να είναι βαρύτερο από το πρώτο. Κάθε πρόβλεψη, βέβαια, είναι υπερβολικά πολύπλοκη και αβέβαιη. Πόσο «κακός» θα είναι ο χειμώνας στο βόρειο ημισφαίριο εξαρτάται όχι μόνο από τον κορωνοϊό αλλά και από άλλους αστάθμητους παράγοντες, όπως τι θα συμβεί με τους εποχικούς ιούς, πόσο σωστά θα συμπεριφερθούμε και φυσικά την επιτυχία ή αποτυχία των κυβερνητικών επιλογών. Οι περισσότεροι ειδικοί εκτιμούν ότι η κατάσταση τους κρύους μήνες του έτους θα είναι ακόμα χειρότερη και δεν θα καταφέρουμε να επιστρέψουμε στην «παλιά κανονικότητα» αλλά θα πρέπει να προσαρμοστούμε στα μέτρα προστασίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης. Η πεποίθησή τους αυτή στηρίζεται στις γνώσεις που διαθέτουν από τη συμπεριφορά άλλων κορωνοϊών.

Υπάρχουν τέσσερις τύποι κορωνοϊού που πλήττουν τον άνθρωπο και προκαλούν το λεγόμενο «κοινό κρυολόγημα». Ολοι τους μεταδίδονται ευκολότερα τον χειμώνα. Ο ιός της γρίπης, οι ρινοϊοί, που επίσης προκαλούν συμπτώματα κρυολογήματος και ο αναπνευστικός ιός (RSV) έχουν, επίσης, παρόμοια εποχική συμπεριφορά. «Μπορεί και ο νέος κορωνοϊός να έχει εποχική συμπεριφορά, αν στηριχθούμε σε άλλους παθογόνους παράγοντες που παρουσιάζουν έξαρση τον χειμώνα» επισημαίνει η δρ Ρέιτσελ Λόου, της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. «Ωστόσο οι μηχανισμοί του φαινομένου της εποχικής έξαρσης παραμένουν άγνωστοι και δεν γνωρίζουμε αν πρέπει να αποδοθεί σε κλιματικές συνθήκες ή στις αλλαγές της ανθρώπινης συμπεριφοράς» .

Ολοι οι ιοί επιβιώνουν, εκτός ανθρωπίνου σώματος, καλύτερα στις χαμηλότερες θερμοκρασίες. Το συμβουλευτικό Επιστημονικό Συμβούλιο Υγειονομικών Κρίσεων της Βρετανίας εκτιμά ότι οι 4 βαθμοί Κελσίου είναι η ιδανική θερμοκρασία για τον νέο κορωνοϊό. Ταυτόχρονα, τον χειμώνα, μειώνεται η υπεριώδης ακτινοβολία, που αδρανοποιεί τον ιό, εξαιτίας της απουσίας ηλιοφάνειας. Ταυτόχρονα, συγκεντρωνόμαστε σε κλειστούς χώρους και κλείνουμε τα παράθυρα, με αποτέλεσμα τον μη καλό εξαερισμό. Ολοι αυτοί οι παράγοντες συμβάλλουν στην ευκολότερη μετάδοση του κορωνοϊού.

Η Γουέντι Μπάρκλεϊ, καθηγήτρια Ιολογίας του Ιμπίριαλ Κόλετζ του Λονδίνου, αναγνωρίζει ότι ο κόσμος δικαίως ανησυχεί. «Η πιθανότητα ενός δεύτερου πανδημικού κύματος είναι μεγάλη και είναι σαφές ότι καμία κοινότητα, ακόμα και στα κράτη με το οξύτερο πρόβλημα και τις περισσότερες λοιμώξεις, δεν έχει επιτύχει τη λεγόμενη “ανοσία της αγέλης”, που επιβάλλει να έχει προσβληθεί πάνω από το 60%-70% του πληθυσμού. Ολα είναι άγνωστα αυτή τη στιγμή, αλλά πιστεύω ότι η κατάσταση μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη» λέει. Ο κυρίαρχος φόβος των επιστημόνων είναι ότι ενδέχεται να βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα διπλό και πρωτοφανές υγειονομικό πρόβλημα: την ταυτόχρονη ύπαρξη μιας πολύ άσχημης περιόδου γρίπης και ενός δεύτερου πανδημικού κύματος COVID-19. Η τεράστια μεταβολή της καθημερινότητας και του τρόπου που συμπεριφερόμαστε μπορεί να παρεμποδίσει τη μετάδοση ακόμα και των συνηθισμένων εποχικών ιών. Σήμερα πλένουμε τακτικά τα χέρια, φοράμε μάσκα και τηρούμε τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, δηλαδή τα απαραίτητα μέτρα για την αναχαίτιση της διασποράς του κορωνοϊού. Επίσης, πολλοί εργάζονται από το σπίτι. Oλα αυτά μπορεί να συμβάλουν ώστε τα προβλήματα του χειμώνα να είναι ηπιότερα. Το lockdown στο Χονγκ Κονγκ μείωσε σημαντικά τα κρούσματα της γρίπης, ενώ στην Αυστραλία, όπου τώρα είναι χειμώνας, τα κρούσματα γρίπης που θα ανέμενε κανείς, έχουν πρακτικά εξαφανιστεί ή θα εμφανιστούν πολύ αργότερα από το αναμενόμενο. Παρόμοια είναι η εικόνα και σε άλλα κράτη του νοτίου ημισφαιρίου, όπως η Χιλή και η Νότια Αφρική, όπου παρατηρείται σημαντική μείωση των λοιμώξεων από τη γρίπη ή τους υπόλοιπους χειμωνιάτικους ιούς.

Ειδικότερα η  Αυστραλία δεν έχει καταγράψει θανάτους λόγω της γρίπης από τον Απρίλιο, καθώς τα περιοριστικά μέτρα περιορισμού που ελήφθησαν για την καταπολέμηση της εξάπλωσης του κορονοϊού, σύμφωνα με ειδικούς, είχαν θετικό αντίκτυπο στον τομέα αυτό.

Όπως ανέφερε το ABC, έως την Πέμπτη, 23 Ιουλίου, για το 2020 είχαν καταγραφεί 36 θάνατοι λόγω γρίπης – μέχρι τον Απρίλιο όλοι – ενώ πέρυσι την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουνίου είχαν καταγραφεί 430 θάνατοι από την ίδια ασθένεια.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το κλείσιμο το σχολείων, η κοινωνική απόσταση, η υγιεινή των χεριών και τα κλείσιμο των συνόρων, είχαν όλα θετική επίδραση στη μείωση του αριθμού κρουσμάτων γρίπης.

Επίσης, υπήρξε άνοδος στους εμβολιασμούς κατά της γρίπης φέτος, με 2 εκατ. περισσότερες δόσεις. Από τον Μάρτιο μέχρι τα μέσα Ιουλίου, έγιναν 8.8 εκατ. εμβόλια.

Μετά τη «λήξη συναγερμού» με τον κορονοϊό, το κλείσιμο των σχολείων και των συνόρων δεν θα είναι σε εφαρμογή βέβαια, αλλά ίσως η «συνήθεια» των εμβολιασμών να παραμείνει, αν υπάρξει και η αντίστοιχη οικονομική στήριξη από την κυβέρνηση.

Όσον αφορά στην κοινωνική απόσταση, τουλάχιστον σε χώρους με μεγάλη πλήθη, είναι προσωπική απόφαση

Ο κ. Ian Barr, αναπληρωτής διευθυντής του World Health Organization Collaborating Centre για τη γρίπη, έκανε λόγο για «σπουδαία νέα» καθώς η επιδημία γρίπης είναι αρκετά δύσκολο να καταπολεμηθεί.

«Αν καταφέρουμε αντίστοιχη επίδραση κάθε χρόνο, θα είμαστε πολλοί χαρούμενοι», ανέφερε ο καθηγητής Barr, διευκρινίζοντας στο ABC ότι:

«Πρέπει να γίνουν εξαιρετικά πράγματα κάθε χρόνο, όπως να έχουμε πολύ-πολύ υψηλά ποσοστά εμβολιασμού ή να κάνουμε κάτι δραματικό όπως συμβαίνει τώρα με την αυστηρή προσέγγιση τύπου lockdown».

Η επιδημία γρίπης ήταν ιδιαίτερα σοβαρή πέρυσι, κάτι που σημαίνει ότι η μείωση των θανάτων από αυτή το 2020 είναι ακόμη πιο σημαντική.

Ο αντιπρόεδρος της Australian Medical Association NSW, Andrew Zuschmann, δήλωσε ότι οι γιατροί βλέπουν πολύ χαμηλότερα ποσοστά ασθενών με γρίπη.

«Αυτό που μας λένε (σ.σ τα στοιχεία) είναι ότι πολλά από τα μέτρα που είναι ενεργά για να περιορίσουν την επέκταση της COVID-19, εντός της κοινότητας, είναι επίσης αποτελεσματικά για τη μείωση της μετάδοσης της γρίπης», επεσήμανε.

Συνολικά, ανέφερε το ABC, από τον Ιανουάριο έως τα τέλη Ιουνίου του 2019, περισσότεροι από 132,000 άνθρωποι είχαν διαγνωστεί με γρίπη. Φέτος, περίπου 21,000 έχουν διαγνωστεί με την ασθένεια αυτή, την ίδια περίοδο.

Στο βόρειο ημισφαίριο

Ωστόσο, είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένο να θεωρήσουμε ότι θα συμβεί το ίδιο και στο βόρειο ημισφαίριο. Προφανώς τα lockdowns, το κλείσιμο των σχολείων και ο περιορισμός των αεροπορικών ταξιδιών είχαν θετικά αποτελέσματα. Σήμερα, όμως, τα περισσότερα κράτη οδεύουν προς τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων.

Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα αινίγματα για την επιστημονική κοινότητα είναι ο τρόπος που ο νέος κορωνοϊός θα αλληλεπιδράσει με τους άλλους χειμερινούς ιούς. Ολοι οι αναπνευστικοί ιοί στοχεύουν εναντίον της ίδιας περιοχής του ανθρώπινου οργανισμού, δηλαδή, εναντίον των κυττάρων στη μύτη, τον λαιμό και τους πνεύμονες. Αυτό θα οδηγήσει σε βακτηριακό ανταγωνισμό. Μελέτες έδειξαν ότι μία ιογενής λοίμωξη μπορεί να παραγκωνίσει μία άλλη. Η μεγάλη επιδημία ρινοϊού του 2009, πιθανώς, να καθυστέρησε, σε κάποια ευρωπαϊκά κράτη, όπως τη Γαλλία, την έλευση της γρίπης των χοίρων. Μία εξήγηση είναι ότι μία γενική ανοσοποιητική αντίδραση έναντι ενός ιού αποτρέπει τη μόλυνση από έναν άλλο.

Οπως εξηγεί ο δρ Πάμπλο Μουρσία, του Κέντρου Ερευνας Ιών του πανεπιστημίου της Γλασκώβης «ένας ιός μας προσβάλλει, πυροδοτώντας ανοσοποιητική αντίδραση και φλεγμονή, που θα μας προστατεύσουν έναντι άλλων ιών, για κάποιο χρονικό διάστημα».

Παραδόξως, όμως, οι ίδιες έρευνες έδειξαν ότι οι αυτοί οι ιοί μπορούν να συμβιώσουν θαυμάσια και να μεταδίδονται στην κοινότητα την ίδια χρονική περίοδο. «Τα στοιχεία μας δείχνουν ότι ο ιός της γρίπης πολύ σπάνια ανιχνεύεται σε μεικτές λοιμώξεις. Πιστεύω ότι δεν θα δούμε πολλούς ανθρώπους να νοσούν ταυτόχρονα από γρίπη και COVID-19» εξηγεί ο δρ Μουρσία. Φυσικά έχουν καταγράφει πολλές περιπτώσεις τέτοιων διπλών λοιμώξεων, με πολύ χειρότερα αποτελέσματα από αυτά που θα είχε προκαλέσει η λοίμωξη από έναν μόνο από τους παράγοντες.

Ο δρ Μουρσία καταλήγει ότι οι άλλοι τύποι κορωνοϊού προκαλούν ταυτόχρονες λοιμώξεις με του αδενοϊούς, τους αναπνευστικούς συγκυτιακούς ιούς (RSV), και ανθρώπινους παραγριπικούς ιούς.

«Ανησυχώ και για το σήμερα και για το αύριο» καταλήγει ο δρ Μουρσία.