Ο τύπου 2 διαβήτης, μια νόσος που θεωρείται ως η ασθένεια των παχύσαρκων και αγύμναστων ανθρώπων, μπορεί να εκδηλωθεί και σε άτομα δίχως περιττά κιλά – και σε αυτούς τους ανθρώπους φαίνεται ότι είναι πιο θανατηφόρος, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική μελέτη.

Όπως αναφέρει η «Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας» (JAMA), επιστήμονες ανέλυσαν στοιχεία από περισσότερους από 2.500 πάσχοντες από τύπου 2 διαβήτη, πολλούς από τους οποίους παρακολουθούσαν επί δεκαετίες. Όσοι εξ αυτών είχαν φυσιολογικό σωματικό βάρος κατά την εποχή της διάγνωσης της νόσου τους είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν χάσει τη ζωή τους στο μεσοδιάστημα σε σύγκριση με όσους ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Οι ερευνητές δεν μπορούν να εξηγήσουν πώς είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο, γράφει η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς». Εκτιμούν ωστόσο πως ίσως οι γιατροί αντιμετωπίζουν διαφορετικά τους αδύνατους διαβητικούς απ’ ό,τι τους παχύσαρκους, μην πιέζοντας τους πρώτους να κάνουν τις αλλαγές στη διατροφή και στον τρόπο ζωής που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την επιβίωσή τους.

 «Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι αδύνατοι διαβητικοί θεραπεύονται λιγότερο επιθετικά», είπε η ερευνήτρια δρ Μερσέντες Ρ. Κάρνεθον, αναπληρώτρια καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή Feinberg του Πανεπιστημίου Northwestern. «Τα ευρήματά μας πραγματικά επιβεβαιώνουν πως ένας φυσιολογικού βάρους διαβητικός πρέπει να θεραπεύεται εξίσου επιθετικά με έναν υπέρβαρο ή παχύσαρκο».

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Τα νέα ευρήματα παρέχουν επίσης ενδείξεις ότι στους πάσχοντες από τύπου 2 διαβήτη ισχύει το παράδοξο της παχυσαρκίας – δηλαδή η παρατήρηση πως άνθρωποι με ορισμένα χρόνια νοσήματα τείνουν να έχουν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας όταν διαθέτουν περιττά κιλά.

Σε προγενέστερες μελέτες, το παράδοξο της παχυσαρκίας έχει παρατηρηθεί σε πάσχοντες από καρδιακή ανεπάρκεια, υπέρταση και νεφροπάθεια.
 «Νομίζαμε ότι το παράδοξο της παχυσαρκίας δεν ισχύει για τους διαβητικούς, δεδομένης της ισχυρής σχέσης ανάμεσα στα περιττά κιλά και στον σακχαρώδη διαβήτη, αλλά κάναμε λάθος», πρόσθεσε η δρ Κάρνεθον.

Η συσχέτιση τύπου 2 διαβήτη και παχυσαρκίας είναι πολύ καλά τεκμηριωμένη. Υπολογίζεται πως περισσότεροι από ένας στους δύο διαβητικούς είναι παχύσαρκοι και 30% ή περισσότερο είναι υπέρβαροι. Η παχυσαρκία όχι μόνο καθιστά πιθανότερη τη νόσο, αλλά σχετίζεται και με χειρότερη ρύθμιση του σακχάρου, της αρτηριακής πίεσης και της χοληστερόλης, με συνέπεια να καθιστά πολύ πιθανότερη και την καρδιοπάθεια.
Εντούτοις, το υπόλοιπο 15-20% των διαβητικών δεν είναι ούτε υπέρβαροι ούτε παχύσαρκοι – και οι επιστήμονες δεν καλοξέρουν γιατί εκδηλώνουν τελικά τύπου 2 διαβήτη.

ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΔΥΝΑΤΟΥΣ

Η δρ Κάρνεθον τόνισε πως τα νέα ευρήματα είναι εξαιρετικά σημαντικά για τους πολίτες όπως οι ηλικιωμένοι, που διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο να εκδηλώσουν τύπου 2 διαβήτη παρότι έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος. Όπως εξήγησε, οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να έχουν κάποια κληρονομική επιβάρυνση που τους καθιστά ευάλωτους στην ανάπτυξη του διαβήτη αλλά και στην υψηλότερη θνησιμότητα.
Η επιβάρυνση αυτή ενδέχεται να αφορά το περικοιλιακό λίπος. «Νομίζω ότι αυτοί οι φυσιολογικού βάρους άνθρωποι εκδηλώνουν τελικά διαβήτη διότι έχουν περισσότερο λίπος στην περιοχή της κοιλιάς», εξήγησε.

 «Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι το αυξημένο λίπος γύρω από τα όργανα της κοιλιάς είναι επικίνδυνο για την εκδήλωση μεταβολικών νοσημάτων όπως ο διαβήτης. Και το να έχει κανείς πολύ λίπος στην κοιλιά δεν είναι θέμα σωματικού βάρους».

Όποια κι αν είναι η υποκείμενη αιτία για τα νέα ευρήματα, αυτά πρέπει να θεωρηθούν ως «ένα καμπανάκι κινδύνου για την έγκαιρη πρόληψη και αντιμετώπιση ούτως ώστε να μειωθούν οι αρνητικές εκβάσεις σε όλους τους πάσχοντες από τύπου 2 διαβήτη», γράφει η «JAMA» σε ένα συνοδευτικό σχόλιό της.
Η συμβουλή αυτή μπορεί να είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τους αδύνατους ασθενείς, «οι οποίοι μπορεί να έχουν ψευδή αίσθηση προστασίας επειδή δεν είναι ούτε υπέρβαροι ούτε παχύσαρκοι», συμπληρώνει.